Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Το ναυάγιο της Μεγάλης Ιδέας

Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης*

Οποιαδήποτε απόπειρα να σταθμιστεί ιστορικά η παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου στην ελληνική πολιτική ζωή του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα οδηγείται αναπόφευκτα από την ίδια τη φορά των αναλύσεων σε αναμέτρηση με το ζήτημα του χειρισμού της Μεγάλης Ιδέας από τον Κρητικό ηγέτη. Το πράγμα δεν είναι παράδοξο, ούτε απλώς και μόνο ζήτημα συνειρμών. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι με την εξαίρεση της Δωδεκανήσου, που οφείλει την ελευθερία της και την ενσωμάτωσή της στο ελληνικό κράτος, σύμφωνα με τις επιθυμίες των κατοίκων της, στη συμμετοχή της Ελλάδας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των νικητών, ο πολιτικός χάρτης της Ελλάδας του εικοστού και του εικοστού πρώτου αιώνα είναι κατ' εξοχήν έργο της διπλωματίας του Βενιζέλου. Για να είμαστε ακριβέστεροι ο πολιτικός χάρτης που αποτυπώνει τη φυσιογνωμία της σημερινής Ελλάδας είναι το αποτέλεσμα της σύνθεσης μιας μεγάλης νίκης και μιας μεγάλης καταστροφής στην πολιτική της Μεγάλης Ιδέας. Η δεξιοτεχνία του Βενιζέλου ως πολιτικού ηγέτη οφείλεται στην ικανότητα που επέδειξε να συσσωματώσει τον θρίαμβο και τη συντριβή σε θετικό τελικά αποτέλεσμα για τη χώρα.

1844-1922

Προτού προχωρήσουμε θα έπρεπε ίσως να ορίσουμε με κάποια μεγαλύτερη ακρίβεια τον όρο «Μεγάλη Ιδέα». Λίγοι όροι και εκφράσεις στην ελληνική ιστορική φιλολογία έχουν χρησιμοποιηθεί με μεγαλύτερη χαλαρότητα από αυτόν. Η χαλαρότητα είναι αισθητή ακόμη και σε κείμενα σοβαρών ιστορικών, περιλαμβανομένων ιστορικών του Βυζαντίου, που τείνουν να υπαγάγουν υπό τον όρο Μεγάλη Ιδέα τόσο ευρύ φάσμα ετερόκλητων εκδηλώσεων του συλλογικού βίου και της συλλογικής φαντασίας, ώστε να χάνει ο όρος κάθε αναλυτική ή εξηγητική χρησιμότητα. Για την ανάλυσή μας η χρήση του όρου Μεγάλη Ιδέα αναφέρεται αποκλειστικά στις εκδηλώσεις της εθνικής πολιτικής του ελληνικού κράτους στην περίοδο 1844-1922, που κατέτειναν στην ενσωμάτωση εντός των ορίων του ελληνικού βασιλείου των εξωελλαδικών πληθυσμών που μιλούσαν ελληνικά και κατοικούσαν σε εδάφη συνδεδεμένα με την ιστορία του ελληνικού πολιτισμού. Η Μεγάλη Ιδέα συνεπώς νοείται μόνο ως εκδήλωση της πολιτικής του ελληνικού κράτους και εκφράζεται ως διατύπωση των ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων. Ας σημειωθεί ότι η διατύπωση εθνικών διεκδικήσεων δεν αντιπροσωπεύει ιδιομορφία των ελληνικών κρατών μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποτελούσε δηλαδή, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, στοιχείο της εθνικής τους ολοκλήρωσης.

Η αίγλη του Βενιζέλου στην ελληνική ιστορία οφείλεται στη θέση που κατέκτησε ως ο κατ' εξοχήν ηγέτης της Μεγάλης Ιδέας. Σ' αυτή τη συμβατική διαπίστωση θα πρέπει να προστίθεται η αποσαφήνιση που δώσαμε πιο πάνω, ότι υπήρξε ο ηγέτης που μπόρεσε να συνθέσει τον θρίαμβο και την καταστροφή της Μεγάλης Ιδέας για να παραγάγει το ιστορικό αποτέλεσμα που αντιπροσωπεύει η Ελλάδα του εικοστού αιώνα. Για να σταθμιστεί καλύτερα η διατύπωση αυτή αξίζει να θέσουμε μια σειρά από ερωτήματα, που εικονογραφούν το εύρος των προβλημάτων με τα οποία όφειλε να αναμετρηθεί η πολιτική πράξη του Βενιζέλου και τα οποία, το δηλώνω εξ αρχής, δεν επιδέχονται απλές και μονοσήμαντες απαντήσεις.

Πρώτον, πού οφείλεται η θεαματική επιτυχία της πολιτικής και της διπλωματίας του Βενιζέλου κατά την πρώτη φάση της διακυβέρνησης της χώρας, όταν κατόρθωσε, συνδυάζοντας τη δυναμική του εκσυγχρονιστικού του προγράμματος και την ψυχολογική ισχύ του αλυτρωτικού εθνικισμού, να οδηγήσει τη μικρή Ελλάδα νικηφόρα στη Μακεδονία, την Ήπειρο, την Κρήτη και τα μεγάλα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου; Δεύτερον, ποια υπήρξε η βαθύτερη πολιτική λογική που έπεισε τον Βενιζέλο να αναδεχθεί για λογαριασμό της χώρας τη μεγάλη εξόρμηση του 1919-1920 στη Μικρά Ασία, παρά τις σαφείς προειδοποιήσεις των στρατιωτικών ειδημόνων για τον παρακινδυνευμένο χαρακτήρα της εκστρατείας και το γεωγραφικά ευάλωτο μέτωπο που άνοιγε η Ελλάδα στην Ασία; Η Ελλάδα είχε επιτύχει το ρεαλιστικό μέγιστο ζητούμενο της εδαφικής της ολοκλήρωσης με την ενσωμάτωση, πέραν των κεκτημένων των Βαλκανικών Πολέμων, τόσο της Δυτικής όσο και της Ανατολικής Θράκης, όπου οι ελληνικές διεκδικήσεις ανταποκρίνονταν και προς τις απαιτήσεις της αρχής των εθνοτήτων. Αντί λοιπόν να παγιώσει με σωφροσύνη και αυτοσυγκράτηση τον εθνικό αυτό θρίαμβο, διακινδύνευσε την οριστική εδραίωσή του με την αποδοχή της συμμαχικής εντολής στη Μικρά Ασία, όπου διαφαινόταν και η δυσαρμονία της παρουσίας της προς την αρχή των εθνοτήτων, στην εφαρμογή της οποίας άλλωστε όφειλε τις ως τότε επιτυχίες της. Αυτό είναι το ουσιώδες πρόβλημα για την πολιτική ανάλυση.

Είναι επαρκές να δεχθούμε ότι το κλίμα του τέλους του Μεγάλου Πολέμου με τη διάλυση των αυτοκρατοριών δημιουργούσε τελείως διαφορετικές προϋποθέσεις για τη λήψη των σχετικών αποφάσεων; Η απάντηση φαίνεται να είναι αρνητική. Σε σχέση μάλιστα προς την υπόθεση αυτή ανακύπτει οξύ το ερώτημα, που αναγκαστικά απορρέει από τη Βεμπεριανή αντίληψη της πολιτικής ηγεσίας: τι συμβαίνει πράγματι στην επίγνωση της πολιτικής ευθύνης, που πραγματώνεται με τη λήψη αποφάσεων που μπορεί να είναι οδυνηρές γιατί αντίκεινται στο δημόσιο αίσθημα αλλά αποδεικνύονται σωτήριες για το δημόσιο συμφέρον; Αυτού του είδους η στάθμιση των χειρισμών του Βενιζέλου στη δεύτερη φάση της εμπλοκής του στο πρόγραμμα της Μεγάλης Ιδέας δεν νομίζω ότι μπορεί να αποφεύγεται πλέον από την πολιτική ανάλυση.

Η συμβολή του

Υπάρχει όμως και η λύση του δράματος, η τρίτη φάση των χειρισμών του Βενιζέλου, αυτή τη φορά ως αναδόχου του ρόλου του «ναυκράτορα», που αποβαίνει «σωτήρ της Ελλάδος» εν μέσω του ναυαγίου της Μεγάλης Ιδέας. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Βενιζέλος επέμεινε ιδιαίτερα ότι οι χειρισμοί του στη Λωζάννη περιέσωσαν για την Ελλάδα ό,τι μπορούσε να περισωθεί από το ναυάγιο, εξασφαλίζοντας ιδίως την εθνική κυριαρχία επί των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου. Πιστεύω μάλιστα ότι η συμβολή του υπήρξε ακόμη πιο θεμελιώδης και συνδεόταν με τη διαπαιδαγώγηση της κοινής γνώμης και της εθνικής συνείδησης ώστε να αποδεχθεί τη νέα κατάσταση, εκλαμβάνοντας τη συμφορά και την τραγωδία ως εξέλιξη που θα μπορούσε να λάβει τελικά θετική τροπή για τη χώρα, παρά το φοβερό ανθρώπινο τίμημά της. Μακροπρόθεσμα ίσως αυτή να υπήρξε η μεγαλύτερη συνεισφορά του Βενιζέλου και η πραγματική δοκιμασία του ηγετικού του χαρίσματος. Χωρίς δόση ιδιαίτερης υπερβολής θα μπορούσε να λεχθεί, από τη σκοπιά της χαραυγής του επόμενου αιώνα, ότι ο χειρισμός του ναυαγίου της Μεγάλης Ιδέας από τον Βενιζέλο προετοίμασε την Ελλάδα να αποβεί μελλοντικά ισότιμο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, δ/ντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Ερευνών/ΕΙΕ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου