Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

Η στωική «οδός» για την ευτυχία


Ο μοναδικός δρόμος για την ευτυχία είναι να μην  ανησυχούμε για πράγματα που ξεπερνούν τα όρια των δυνατοτήτων μας.

Πολλοί από εμάς παραπονιούνται: «Αχ, αν είχα καλύτερο σπίτι… αν είχα καλύτερη εμφάνιση… αν είχα καλύτερη δουλειά» - και παραιτούμαστε από την απόλαυση και τη βελτίωση όσων έχουμε ήδη. Πολλοί ανησυχούμε –«τρωγόμαστε»- για πράγματα που δεν μπορούμε να αλλάξουμε. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να αλλάξουμε το ότι είμαστε θνητοί ή το ότι τα αγαπημένα μας πρόσωπα έχουν ελαττώματα – κι ότι είναι επίσης ευάλωτα.  

Υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν εξουσιάζουμε, που βρίσκονται έξω από τον έλεγχό μας. Οι άνθρωποι που θέλουν να ελέγχουν τα πάντα –οι λεγόμενοι στα αγγλικά control freaks- υποφέρουν πολύ από το γεγονός ότι δεν μπορούν να ελέγχουν τα πάντα. Έτσι, ματαιοπονούν, αγχώνονται, απογοητεύονται, επιρρίπτουν ευθύνες στους άλλους και, την ίδια στιγμή, βασανίζονται από ενοχές. 

Αν θέλεις, λένε οι Στωικοί, να μην σου τύχουν αρρώστιες, θάνατος ή φτώχεια, θα δυστυχήσεις. Αν επιθυμείς κάτι που ξεπερνά τις δυνάμεις σου, θα αποτύχεις. Καθετί που αγαπάς πρέπει να ξέρεις τι είναι, ποια είναι η φύση του και τα όριά του. Παραδείγματος χάρη, ένα ποτήρι είναι κάτι εύθραυστο, αν σπάσει λοιπόν δεν πρέπει να ταραχτείς· το παιδί σου είναι άνθρωπος άρα εξ ορισμού θνητό. Ο ποιητής Τ. Σ. Έλιοτ προσθέτει: «Οι άνθρωποι στους οποίους δεν έχουν τύχει σοβαρά πράγματα δεν αντιλαμβάνονται την ασημαντότητα των γεγονότων». 

Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι δικαιούνται μια ζωή χωρίς διακυμάνσεις, χωρίς κρίσεις, χωρίς αποτυχίες και άσχημες εκπλήξεις – τέτοια ζωή δεν υπάρχει ούτε για τα άτομα ούτε για τις κοινωνίες. Ο Στωικός φιλόσοφος Επίκτητος μας παροτρύνει να περιμένουμε συμφορές τις οποίες ωστόσο πρέπει να αντιμετωπίζουμε με θάρρος, χιούμορ και υπομονή

Η δυστυχία οφείλεται τις περισσότερες φορές στην απεγνωσμένη προσπάθεια να ελέγξουμε όσα είναι ανεξέλεγκτα ή στην αμέλεια που δείχνουμε για όσα μπορούμε να ελέγξουμε. Πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά υπάρχοντα αλλά εκείνος που έχει λίγες επιθυμίες. Την ιδέα αυτή συναντάμε επίσης στον βουδισμό, ο οποίος, αντίθετα από τις άλλες θρησκείες, δεν επικεντρώνεται στη λατρεία της θεότητας αλλά στον τερματισμό της ανθρώπινης οδύνης. 

Μαξ Έξελμαν, 61 μαθήματα καθημερινής ζωής από τους Στωικούς 

[Εκδόσεις Πατάκη, 2014, σελ. 7-9]

Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

Οι οκτώ κανόνες της οικονομίας

Η ταινία  «Criminal Activities»  ακολουθεί τέσσερις φίλους από το σχολείο, οι οποίοι επανενώνονται στην κηδεία ενός πρώην συμμαθητή τους. 

Ο ένας από αυτούς προτείνει μια επένδυση που είναι σίγουρο ότι θα τους αποφέρει κέρδος και θα τους κάνει πλούσιους. Όταν όμως αυτή η επένδυση αποτυγχάνει βρίσκονται μπλεγμένοι με έναν μαφιόζο απ’ τον οποίο είχαν δανειστεί τα χρήματα. Έτσι, για να ξεχρεώσουν υποχρεώνονται να σκοτώσουν έναν ανταγωνιστή μαφιόζο, ώστε να τους αφήσει ήσυχους ο χρηματοδότης τους.

Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο μαφιόζος (John Travolta) εξηγεί, στους αρχάριους επενδυτές, τους επτά ή μάλλον οκτώ κανόνες της οικονομίας:

Παιδιά έχετε ακούσει ποτέ για τους επτά κανόνες της οικονομίας; …
Βασικά υπάρχουν επτά βασικές έννοιες, ας πούμε, που αντανακλούν πως λειτουργεί η οικονομία μας.
Υπάρχει έλλειμμα, υπάρχει υποκειμενικότητα, υπάρχει ανισότητα, ανταγωνισμός, ατέλεια, άγνοια και πολυπλοκότητα
Αλλά πιστεύω πως υπάρχουν οκτώ. Τύχη

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Αξιολογώντας την αθηναϊκή δημοκρατία

Η φωτεινή πλευρά

Η αθηναϊκή δημοκρατία λειτούργησε αρκετά καλά ώστε να μπορέσει να διατηρήσει την ακεραιότητα του κράτους για πολλά χρόνια και να το υψώσει στην πρώτη γραμμή ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις. Αν και οι Αθηναίοι ποτέ δεν είχαν τον πιο ισχυρό στρατό στην Ελλάδα, υπήρξαν μακράν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη για πολλά χρόνια. Κυριαρχούσαν επίσης στο εμπόριο, και στις τέχνες ήταν η πιο δημιουργική κοινωνία στην ανθρώπινη ιστορία - αναλογικά με τη γεωγραφική της έκταση. Στην αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την ποίηση -σε όλα - ήταν εκπληκτική. Και στην πεζογραφία, επίσης, οι Αθηναίοι ήταν κορυφαίοι, παράγοντας ιστορικούς και φιλοσόφους που το έργο τους ήταν μία δωρεά για όλους τους αιώνες.

Μετά την ήττα της από τη Σπάρτη το 404, η Αθήνα απέκτησε σύντομα πάλι ισχύ και έγινε μία υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη. Η πόλη ανέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής και ναυτικής υπεροχής της, και παρέμεινε το πολιτισμικό κέντρο της Ελλάδας για αιώνες. Στο μεταξύ, η Σπάρτη βυθίστηκε στην ανυποληψία, μετά από μια γενιά ηγεμονίας. Δύο φορές κατά τη διάρκεια των πρώτων εκατό χρόνων της δημοκρατίας στην Αθήνα, ομάδες πλούσιων προσπαθούσαν να ανακτήσουν την εξουσία και να εγκαθιδρύσουν ολιγαρχικό πολίτευμα (μία φορά κατά τη διάρκεια του πολέμου με τη Σπάρτη και μία άλλη μετά από αυτή), αλλά και τις δύο φορές οι πολίτες επαναστάτησαν και επανέφεραν την αγαπημένη τους δημοκρατία. Και τότε, κατά τη διάρκεια της δεύτερης εκατονταετηρίδας, οι Αθηναίοι έσφιξαν τους χαλινούς της δημοκρατίας κι έκαναν την κυβέρνησή τους πιο περιεκτική και πιο αποτελεσματική. Μία από τις λαμπρές αρετές της Πρώτης Δημοκρατίας ήταν η ικανότητά της να μαθαίνει από τα λάθη της.

Γνωρίζουμε γιατί η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν τόσο ζωντανή και ισχυρή. Τα εργαλεία της λειτουργούσαν ομαλά τις περισσότερες φορές, και δεν επέτρεπαν σε ιδιαίτερα συμφέροντα να αποκτήσουν υπερβολική ισχύ. Οι πλούσιοι παραπονούνταν ότι στη δημοκρατία οι φτωχοί μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την αριθμητική υπεροχή τους για να κατοχυρώσουν τα συμφέροντά τους. Αλλά στο σύνολό του το αθηναϊκό πολίτευμα φαίνεται ότι εξυπηρετούσε το κοινό καλό. Το χρήμα είχε ελάχιστους τρόπους επιρροής στην αρχαία Αθήνα. Οι οικογενειακοί δεσμοί ήταν κάπως χρήσιμοι, και οι αριστοκράτες φαίνεται ότι εκλέγονταν εύκολα στα ανώτατα αξιώματα, στην πρώτη φάση της δημοκρατίας. Αλλά γενικά, ένας πολιτικός έπρεπε να κάνει μόνο ένα πράγμα για να πετύχει: να πείσει τον λαό να δεχτεί τις συμβουλές του. Οι περισσότεροι Αθηναίοι πολίτες ήταν απόλυτα πιστοί στο ιδανικό της δημοκρατίας - ελεύθερη, αρμονική, έννομη, με οδηγό τον δημόσιο διάλογο των μορφωμένων πολιτών. Ήξεραν ότι δεν υπήρχε καλύτερο πολίτευμα.

Η σκοτεινή πλευρά της δημοκρατίας

Οφείλω να γράψω αυτό το τμήμα του κεφαλαίου για λόγους εντιμότητας, αλλά η λογική σας πρέπει να σας κάνει να το δείτε με επιφύλαξη. Όποιος τονίζει έντονα τα ελαττώματα της αθηναϊκής δημοκρατίας εντάσσεται αυτόχρημα στη χορεία των αντιδημοκρατικών που σπίλωσαν την ιδέα της δημοκρατίας με αυτά τα παραδείγματα για πολλούς αιώνες. Υπονόμευσαν έτσι την πρόοδο της ελευθερίας και διέπραξαν ένα λάθος στη λογική σκέψη. Η ad hominem (κατά του προσώπου) πλάνη σημαίνει ότι μια ιδέα απορρίπτεται εξαιτίας και μόνο του χαρακτήρα του ανθρώπου που την υποστηρίζει. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να την ονομάσουμε ad urbem (κατά της πόλης) πλάνη: απορρίπτουμε δηλαδή τις ιδέες της Αθήνας εξαιτίας της κακής συμπεριφοράς των Αθηναίων. Οι ιδέες θα πρέπει να κρίνονται μόνο από την αξία τους.

Το να αγνοήσουμε, ωστόσο, αυτό το τμήμα της ιστορίας, θα ήταν κι αυτό επιζήμιο. Όποιος ακολουθεί το δρόμο της δημοκρατίας θα πρέπει να έχει οξεία επίγνωση των ηθικών κινδύνων που ελλοχεύουν. Έτσι θα παραθέσουμε εδώ έναν κατάλογο των λαθών της αθηναϊκής δημοκρατίας. Καθώς εξετάζετε τη λίστα, να έχετε στο νου σας τα πολλά μειονεκτήματα των σύγχρονων δημοκρατιών, αλλά μην ξεχνάτε πόσο φρικτές ήταν οι άλλες λύσεις.

Όπως κάθε πολίτευμα, έτσι και το πολίτευμα της Αθήνας έκανε περισσότερο από ένα λάθη, και περισσότερες από μία φορές. Κάποια λάθη δεν οφείλονταν στη δημοκρατία καθαυτή, αλλά σε παράγοντες που επηρεάζουν κάθε πολιτικό εγχείρημα. Οι πιέσεις του πολέμου, ο φόβος για τους εχθρούς και οι φιλοδοξίες των ισχυρών ανδρών μπορεί να οδηγήσουν οποιοδήποτε πολίτευμα σε λάθος πορεία. Το ίδιο ισχύει και για τις οικονομικές ή τις εμπορικές πιέσεις. Αυτά είναι γνωστά σε όλους μας. Ορισμένοι παράγοντες στην ιστορία της Αθήνας αποτελούσαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτισμού εκείνης της εποχής: ήταν ένας πολιτισμός βίαιων και συνεχών εχθροπραξιών· επίσης, η οικονομία τους παρήγε πλούτο από την εκμετάλλευση των δούλων, και ο δημόσιος βίος απέκλειε τις γυναίκες. Αυτά ήταν τα λάθη της αρχαίας Ελλάδας. Η Αθήνα δεν έκανε πόλεμο, δεν είχε δούλους ή δεν κρατούσε τις γυναίκες μέσα στο σπίτι επειδή οι άνδρες πολίτες απολάμβαναν το αγαθό της δημοκρατίας. Η Αθήνα είχε έναν ασυνήθιστο αριθμό δούλων γιατί ήταν τυχερή να έχει ορυχεία μετάλλου, και αυτά ήταν μία από τις βασικές πηγές του αθηναϊκού πλούτου. Είναι αλήθεια ότι η δουλεία στα ορυχεία ήταν απάνθρωπη. Αλλά ακόμη και αν το πολίτευμα της Αθήνας ήταν αριστοκρατικό, δεν θα έστελναν λιγότερους δούλους στα ορυχεία, ούτε θα είχαν πεθάνει λιγότεροι δούλοι. Στον αρχαίο κόσμο οι εργασίες στα ορυχεία γίνονταν κυρίως από δούλους.

Παρ’ όλα αυτά, οι Αθηναίοι είχαν επίγνωση. Οι ιδέες από τις οποίες διαπνέονταν τους επέτρεπαν να αναγνωρίσουν ότι η πρακτική της δουλείας ήταν άδικη, και αυτές οι ιδέες αναπτύχθηκαν στη συνείδηση του κοινού μαζί με την ανάπτυξη των δημοκρατικών πρακτικών. Ορισμένοι Αθηναίοι εξέφρασαν πράγματι τις αμφιβολίες τους αλλά το έκαναν με επιφύλαξη, χωρίς ποτέ να περάσουν τη γραμμή που χωρίζει τη θεωρία από την πράξη. Όσον αφορά τις γυναίκες, οι Αθηναίοι που εξέτασαν το ζήτημα, είδαν ότι ήταν παράλογο να αποκλείονται οι γυναίκες από τον δημόσιο βίο. Ωστόσο, άλλο είναι να βλέπει κανείς ότι οι κοινωνικές του πρακτικές είναι παράλογες κι άλλο το να συζητά πώς αυτές οι πρακτικές θα μπορούσαν πράγματι να αλλάξουν, όταν είναι τόσο βαθιά ριζωμένες στον πολιτισμό όπου εντάσσονται. Σκεφτείτε πόσο δύσκολο ήταν στις ΗΠΑ: η ιδέα ότι η δουλεία ήταν λάθος διαδόθηκε πλατιά μετά την επανάσταση, αλλά η δουλεία δεν μπορούσε να περιοριστεί μέχρι να συμβούν κάποιες άλλες μεγάλες αλλαγές - μεταβολές στην οικονομία, τη μετανάστευση, επέκταση στα δυτικά, και ένας αιματηρός πόλεμος. Οι ιδέες έχουν μία ορισμένη δύναμη· μας βοηθούν να θέτουμε στόχους για μεταρρυθμίσεις. Μας θυμίζουν τα λάθη μας. Αλλά οι αλλαγές πραγματοποιούνται δύσκολα.

Στα ελαττώματα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις βαναυσότητες του πολέμου. Οι Αθηναίοι διέπραξαν πολλές βιαιότητες προκειμένου να υπερασπιστούν την ηγεμονία τους. Για τον πόλεμο, όπως για τους δούλους και για τις γυναίκες, ορισμένοι Αθηναίοι ήξεραν τι είναι σωστό[1]. Αναμφίβολα, άλλοι Αθηναίοι δικαιολογούσαν τη συμπεριφορά τους επικαλούμενοι τις επιταγές της ηγεμονίας. Αλλά αυτή η δικαιολογία δεν διατυπωνόταν καλή τη πίστει. Οι Αθηναίοι δεν ήταν αναγκασμένοι να φέρονται όπως φέρονταν στον πόλεμο. Πρέπει να κατηγορήσουμε τη δημοκρατία για τα εγκλήματα της ηγεμονίας; Ναι, κατά μία έννοια, γιατί η δημοκρατία ήταν που διέπραττε αυτά τα εγκλήματα. Αλλά κρίνοντας από αυτά που έκαναν οι άλλες πόλεις εκείνη την εποχή, είναι βέβαιο ότι η Αθήνα θα ήταν το ίδιο βίαιη αν το πολίτευμά της ήταν ολιγαρχικό, αν και ίσως θα ασκούσε βία σε διαφορετικούς ανθρώπους.

Ορισμένα λάθη των Αθηναίων μπορεί να αποδοθούν στην ιδιαίτερη μορφή της δημοκρατίας που είχαν. Η Εκκλησία είχε πολύ μεγάλη εξουσία στην πρώιμη φάση της δημοκρατίας, και αυτή η εξουσία μερικές φορές την οδηγούσε σε παρεκτροπές. Σε μια περίπτωση, η Εκκλησία καταπάτησε το νόμο (στη μαζική δίκη των στρατηγών στις Αργινούσες). Εκτός από αυτό, η Εκκλησία και τα λαϊκά δικαστήρια δημιουργούσαν φόβο στην παλιά αριστοκρατία, με την απειλή μηνύσεων και οστρακισμού, έτσι ώστε ένα υπόγειο ρεύμα διχόνοιας συνέχιζε να υπονομεύει το κράτος. Η σύνθεση της Εκκλησίας αποτελούνταν συχνά από διαφορετικές ομάδες πολιτών σε διαφορετικές μέρες, με αποτέλεσμα μερικές φορές να αλλάζει πολύ γρήγορα τις αποφάσεις της. Ήταν άστατη, και γι’ αυτό συχνά ο τρόπος που διοικούσε δεν ήταν συνεπής.

Εντωμεταξύ, οι στρατηγοί δρούσαν συνεχώς υπό το φόβο ότι η Εκκλησία θα στρεφόταν εναντίον τους, με αποτέλεσμα να παίρνουν υπερβολικά επιφυλακτικές αποφάσεις στο πεδίο της μάχης. Το πολύτιμο δικαίωμα των Αθηναίων να μιλάνε στην Εκκλησία έδινε εξουσία σε κάποιους ικανούς ομιλητές οι οποίοι όμως δεν ήταν εκλεγμένοι- ως αποτέλεσμα, αποκτούσαν εξουσία χωρίς να έχουν ευθύνες. Τέτοιοι άνδρες, γνωστοί ως δημαγωγοί, φαίνεται ότι παραπλάνησαν την Εκκλησία σε ορισμένες περιπτώσεις. Όσον αφορά το δικαστικό σύστημα, η ευκολία με την οποία οι απλοί πολίτες μπορούσαν να καταθέσουν αγωγές δημιουργούσε νευρικότητα σε πολύ κόσμο, και αυτό έδινε την ευκαιρία σε ασυνείδητους χαρακτήρες, γνωστούς ως συκοφάντες, να εκβιάζουν τους πλούσιους απειλώντας τους με μηνύσεις. Αυτά, λοιπόν, όσον αφορά τα λάθη που οφείλονταν στα ελαττώματα του συστήματος.

Κάποια άλλα λάθη οφείλονταν στη στενότητα της σκέψης. Οι Αθηναίοι κατανοούσαν την αξία της ελευθερίας και της ομόνοιας για τη δική τους πόλη, συχνά όμως έδιναν την εντύπωση ότι ξεχνούσαν αυτές τις αξίες όταν διοικούσαν την αυτοκρατορία τους. Μισούσαν την τυραννία, και όμως, διοικούσαν την αυτοκρατορία τους τυραννικά. Το αποτέλεσμα ήταν να διαιρέσουν την Ελλάδα σε αντιμαχόμενες παρατάξεις, οδηγώντας σε ένα είδος εμφύλιου πολέμου που δίχασε όλη την Ελλάδα εναντίον του ίδιου του εαυτού της.

Σ’ αυτό το ζήτημα, η Αθήνα θα έπρεπε να είχε ενεργήσει καλύτερα. Αν η Αθήνα λειτουργούσε ως αξιόπιστος ηγέτης των ελληνικών κρατών -και όχι ως ωμός ιμπεριαλιστής- μπορεί να είχε δημιουργήσει μία ένωση που θα έσωζε την Ελλάδα. Η Πρώτη Δημοκρατία απέτυχε στη διακρατική πολιτική - δεν μπόρεσε να ηγηθεί, δεν μπόρεσε να συνεργαστεί, δεν μπόρεσε να αναπτύξει τους υπερκρατικούς θεσμούς που θα έκαναν τα ελληνικά κράτη αρκετά ισχυρά ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους, και δεν μπόρεσε να κάνει τις απαραίτητες οικονομικές θυσίες για την άμυνα της Ελλάδας κατά του εχθρού από το Βορρά. Τίποτε δεν μπορούσε να σταματήσει τον Μέγα Αλέξανδρο, όπου κι αν πήγαινε με τον στρατό του. Αλλά είναι πιθανόν -απλώς πιθανόν- ότι μια ενωμένη Ελλάδα με ηγέτη -όχι τύραννο- την Αθήνα θα μπορούσε να είχε ανακόψει την απειλή του Μακεδόνα.

Οι Αθηναίοι είχαν κερδίσει τη συμπάθεια σχεδόν όλων των ελληνικών πόλεων λόγω της άμυνάς τους εναντίον των Περσών. Αλλά στην πρώτη περίοδο της δημοκρατίας, η Αθήνα χαράμισε αυτή την καλή διάθεση σε ιδιοτελή εγχειρήματα. Υποκύπτοντας στους πειρασμούς της τυραννικής εξουσίας, η πρώτη πόλη της Ελλάδας έχασε τη μεγαλύτερη ευκαιρία να γίνει ηγέτης όλων των Ελλήνων υπερασπιζόμενη τις παραδοσιακές τους ελευθερίες.

Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι οι Αθηναίοι ήταν σε θέση να το αντιληφθούν και θα έπρεπε να είχαν καταλάβει ότι η τυραννία στο ευρύτερο πεδίο των εξωτερικών υποθέσεων θα θρυμμάτιζε την ενότητα των Ελλήνων. Ήξεραν επίσης ότι η ελευθερία απαιτεί τη διάθεση να θυσιαστείς. Ήταν πρόθυμοι να κάνουν θυσίες στον πόλεμο με την Περσία, και ξανά στον πόλεμο με τη Σπάρτη, αλλά όταν έφτασαν να απειλούνται από τη Μακεδονία, φάνηκε ότι είχαν χάσει τη βούληση να παίρνουν δύσκολες αποφάσεις.

Τα λάθη της Αθήνας αποτελούν μία τραγική ειρωνεία. Οι Αθηναίοι είχαν τις ιδέες που απαιτούνταν. Μπορούσαν να καταλάβουν -και πολλοί από αυτούς πράγματι κατάλαβαν- τα λάθη τους. Πάνω στην έξαψη των καθημερινών αποφάσεων, στους κινδύνους του πολέμου, και με τον πειρασμό των μεγάλων κερδών από τις εκστρατείες στο εξωτερικό, οι Αθηναίοι συνέχιζαν να λησμονούν τις δικές τους ιδέες - τις ιδέες που επρόκειτο να γίνουν η μεγάλη τους δωρεά στις επόμενες γενιές.

Αλλά οι Αθηναίοι δεν έχασαν ποτέ τελείως τη δημοκρατική τους συνείδηση. Θυμόνταν πάντοτε τους στόχους που προσπαθούσαν να πετύχουν, κι έτσι, ύστερα από δύσκολους καιρούς, προσπαθούσαν πάλι να φέρουν το σύστημά τους εγγύτερα στο ιδεώδες. Και μετά τη βίαιη πτώση της δημοκρατίας τους, συνέχισαν τις προσπάθειες για την αναβίωσή της. Οι μεγάλες ιδέες δύσκολα πεθαίνουν. Αν μάθαμε κάτι από την ιστορία της Αθήνας, αυτό είναι το εξής: να μην ξεχνάμε ποτέ τα ιδανικά που διαπνέουν τη δημοκρατία.

Πωλ Γούντραφ, Πρώτη Δημοκρατία

(Εκδόσεις Εκκρεμές, 2009, σελ. 49-54)









[1] Ο Θουκυδίδης και ο Πλάτων φαίνεται ότι είχαν τρομοκρατηθεί από τον τρόπο που οι Αθηναίοι διεξήγαν πόλεμο. Βλ. την περιγραφή του Θουκυδίδη για τα γεγονότα που οδήγησαν στη σφαγή της Μήλου 5.84 κ.ε. Βλ. επίσης, για παράδειγμα, την ερμηνεία του πολέμου που διατυπώνει ο Πλάτων με βάση το ορεκτικό (Πολιτεία 373de)· βλ. ακόμα την έμμεση κριτική στις αθηναϊκές πρακτικές στην Πολιτεία 5, 469b-471b.

Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

Το γούστο ως αυτοάμυνα

Σε όλα τα ζητήματα – στην επιλογή της διατροφής, του τόπου και του κλίματος, της αναψυχής – διατάζει ένα ένστικτο αυτοσυντήρησης, και κερδίζει την πιο αναμφισβήτητη έκφρασή του ως ένστικτο αυτοάμυνας. Να μην βλέπουμε πολλά πράγματα, να μην ακούμε πολλά πράγματα – πρώτη εντολή της φρόνησης, πρώτη απόδειξη πως δεν είμαστε τυχαίοι αλλά αναγκαίοι. Η κοινή λέξη γι’ αυτό το ένστικτο της αυτοάμυνας είναι το γούστο.

Αυτό μας διατάζει όχι μόνο να λέμε Όχι όταν το Ναι θα ήταν «ανιδιοτελές», αλλά και να λέμε Όχι όσο το δυνατόν λιγότερο. Να αποσπόμαστε, να χωριζόμαστε από καθετί που θα μας ε[έβαλε αναγκαστικά να λέμε Όχι. Ο λόγος γι’ αυτό είναι πως όταν οι μικρές ή μεγάλες αμυντικές δαπάνες μας γίνονται κανόνας και συνήθεια, προκαλούν ένα υπερβολικό και εντελώς περιττό φτώχεμα. Οι μεγάλες δαπάνες μας είναι αθροίσματα μικρών δαπανών. Το να προσέχουμε, το να μην αφήνουμε τα πράγματα να έρχονται κοντά, συνεπάγεται μια δαπάνη – ας μην ξεγελιέται κανείς πάνω σ’ αυτά – μια ενέργεια που ξοδεύεται για αρνητικούς σκοπούς. Μέσω της διαρκούς ανάγκης για προφύλαξη μόνο, μπορεί να γίνει κανείς αρκετά αδύναμος ώστε να μην μπορεί πια να υπερασπίζεται τον εαυτό του.

Υποθέστε ότι βγαίνω από το σπίτι μου και βρίσκω, αντί για το ήσυχο αριστοκρατικό Τορίνο, μια μικρή γερμανική πόλη: το ένστικτό μου θα έπρεπε τότε να σηκώσει έναν φράκτη για να απωθήσει καθετί που θα ερχόταν καταπάνω του από εκείνον τον συμπιεσμένο και πλακουτσό, δειλό κόσμο. Ή πως βρίσκω μια μεγάλη γερμανική πόλη – αυτό το κατοικημένο ελάττωμα, όπου τίποτα δεν φυτρώνει, όπου το καθετί καλό ή κακό, εισάγεται απ’ έξω. Θα έπρεπε αυτό να με αναγκάσει να γίνω σκαντζόχοιρος;

Αλλά το να έχεις αγκάθια είναι μια σπατάλη, ακόμη και μια διπλή πολυτέλεια, όταν μπορείς να διαλέξεις να μην έχεις αγκάθια αλλά ανοιχτά χέρια.  

Μια άλλη συμβουλή της φρόνησης και της αυτοάμυνας είναι να αντιδρούμε όσο το δυνατόν σπανιότερα, και να αποφεύγουμε καταστάσεις και σχέσεις που θα μας καταδικάζουν να αναστείλουμε την «ελευθερία» μας και την πρωτοβουλία μας, και να γίνουμε απλά αντιδραστήρια. Ως όρο σύγκρισης παίρνω τις σχέσεις με τα βιβλία. Οι σοφοί που κατά βάθος δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να φυλλομετρούν βιβλία, στο τέλος χάνουν εντελώς την ικανότητά τους να σκέφτονται από μόνοι τους. Όταν δεν φυλλομετρούν, δεν σκέφτονται. […] Οι σοφοί ξοδεύουν όλη την ενέργειά τους λέγοντας Ναι και Όχι, ασκώντας κριτική σ’ αυτό που σκέφτηκαν άλλοι – οι ίδιοι δεν σκέφτονται πια.

Το ένστικτο της αυτοάμυνας έχει αδυνατίσει σ’ αυτούς· αλλιώς θα αντιστέκονταν στα βιβλία. Ο σοφός – ένας παρακμιακός. […]

Φρειδερίκος Νίτσε, Ίδε ο Άνθρωπος 

[Εκδοτική Θεσσαλονίκης, σελ. 45-47]

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Η περίπτωση του Σωκράτη

Ο Σωκράτης ήταν ο πιο Αθηναίος απ' όλους τους Αθηναίους […] ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο ασκούσε την πιο ανελέητη κριτική στη γενέτειρα του. […]

Όταν ο Αλκιβιάδης λέει στο «Συμπόσιο» για τον Σωκράτη: «Συχνά εύχομαι να μη βρισκόταν ανάμεσα στους ζωντανούς, κι ωστόσο ξέρω πως, αν πραγματικά συνέβαινε αυτό, θα υπόφερα ακόμα περισσότερο, κι έτσι δεν ξέρω τι στάση να κρατήσω απέναντι σ’ αυτόν τον άνθρωπο», αυτός ο επαμφοτερισμός των αισθημάτων δεν περιοριζόταν στον Αλκιβιάδη, παρά ήταν η στάση ολόκληρης της πόλης απέναντι σ' αυτόν τον μπουφόνικο Σαβοναρόλα. Ο Σωκράτης σαγήνευε τους συμπατριώτες του, άλλο τόσο όμως τους έδινε στα νεύρα. Ο ίδιος θεωρούσε ότι το καθήκον της ζωής του ήταν η «ανθρωπογνωσία», δηλαδή γύριζε εδώ κι εκεί κι απόδειχνε στους ανθρώπους ότι δεν σκαμπάζανε γρυ, ούτε καν οι ειδικοί στους τομείς της ειδικότητάς τους. Εννοείται ότι μ’ αυτό τον τρόπο δεν γινόταν και πολύ δημοφιλής, πολύ περισσότερο αφού χρησιμοποιούσε το μέσο της «ειρωνείας»: καμωνόταν δηλαδή πως τάχα αυτός ήταν ο ανήξερος που έψαχνε να βρει τη γνώση, τυλίγοντας έτσι τα θύματά του με δολερές ερωτήσεις (η λέξη ειρωνεία βγαίνει από το ρήμα ερώμαι, που σημαίνει ρωτάω), ώσπου τους εξέθετε.

Συγγενική μ' αυτή τη μέθοδο ήταν μια άλλη, κάπως σοβαρότερη, που ο Σωκράτης ονόμαζε «μαιευτική»: η προσπάθεια να οδηγήσει τους μαθητές του, χάρη σε εύστοχες ερωτήσεις, στη γνώση του εαυτού τους και του κόσμου.

Όμως ένα γνήσια φιλοσοφικό και μάλιστα καλλιτεχνικό γνώρισμά του ήταν ότι πάντα άφηνε το ρόπαλο της ειρωνείας του να πέφτει πάνω στον ίδιο τον εαυτό του: διαφορετικά οι αιώνιες λεπτολογίες και προσβολές του θα ήταν αφόρητες. Σ' αυτή του τη μεγαλοφυή ικανότητα να μην παίρνει σοβαρά τον εαυτό του θυμίζει τον Σω, που κι αυτός εφαρμόζει μια πολύ παρόμοια, έμμεση μέθοδο ηθικής διαπαιδαγώγησης και μπορεί εξίσου εύκολα να θεωρηθεί από έναν άξεστο κυνικός και διαλυτικός, στρεψόδικος και αρνητής κάθε αξίας. Η κοινή αδυναμία αυτών των δύο στοχαστών είναι ο ηθικός ορθολογισμός τους, μόνο που εδώ ο Σωκράτης προχωρούσε πολύ μακρύτερα από τον Σω: ακολούθησε αυτή την τάση ως τα άκρα, και σ' αυτό ήταν γνήσιος σοφιστής. Για τον Σωκράτη, το να «κατανοεί» κανείς κάτι δε σημαίνει να το κατέχει με το ένστικτο, αλλά να έχει σαφή λογική αντίληψη γι' αυτό. Ενάρετος είναι κατά τη γνώμη του αυτός που ενεργεί σύμφωνα με σαφείς και εμπεδωμένες έννοιες· κάθε αρετή είναι διδάξιμη και εκμαθήσιμη, γιατί είναι μια γνώση: όχι μόνον η σύνεση και η δικαιοσύνη, αλλά και η καλοσύνη και η γενναιότητα.

Δε χρειάζεται βέβαια να τονίσουμε ότι στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: μόνον όποιος κάνει το καλό χωρίς να οδηγείται σ' αυτό από λογικούς συλλογισμούς είναι αληθινά ενάρετος και μόνον όποιος αντιμετωπίζει τον κίνδυνο χωρίς να τον πολυσκέφτεται είναι αληθινά γενναίος. Αλλά ούτε η γνώση του σωστού μέτρου, που πρέπει να τηρούμε οι ίδιοι και να εφαρμόζουμε στους άλλους, δεν αρκεί για να κάνει κάποιον συνετό και δίκαιο. Γι' αυτόν το λόγο η σωκρατική ηθική, παρά τη μεγάλη επίδραση που εξάσκησε στις μεταγενέστερες εποχές, είναι καταδικασμένη σε μόνιμη στειρότητα. Ο πλατωνικός Σωκράτης το λέει αυτό κάπου ο ίδιος, αναγνωρίζοντας τα όριά του: «Ο θεός μου ανάθεσε να βοηθάω στη γέννα, αλλά δεν μου έδωσε το χάρισμα να γεννάω ο ίδιος».

Ενώ ως εκείνη τη στιγμή οι φιλόσοφοι σπαζοκεφάλιαζαν για τη δομή και το νόημα της εξωτερικής φύσης, ο Σωκράτης ανακάλυψε κάποια μέρα ότι η αναζήτηση της παγκόσμιας αρχής είναι μάταιη και δεν είναι καν τόσο σημαντική· το αληθινό καθήκον της φιλοσοφίας είναι η διαφώτιση του εαυτού μας και η αποκρυστάλλωση της θέλησής μας, δηλαδή η γνώση του εαυτού μας και του καλού. Αυτό σήμαινε μια στροφή προς τη θρησκεία, κι εδώ μπορούμε να συγκρίνουμε τον Σωκράτη με τον Ντοστογιέφσκι, του οποίου άλλωστε η νεκρική μάσκα έχει εντυπωσιακή ομοιότητα με τον ιδιόρρυθμο Αθηναίο φιλόσοφο. Είναι το κεφάλι του εξαγνισμένου εγκληματία που γίνεται άγιος. Λέγεται ότι μια φορά ένας κάποιος Ζώπυρος είπε στον Σωκράτη ότι η φυσιογνωμία του φανερώνει ευτελές φρόνημα και χυδαία πάθη. Ενώ όλοι γέλασαν γι' αυτή την ολοφάνερα λαθεμένη διάγνωση, ο Σωκράτης, υπερασπίσθηκε τον Ζώπυρο, δηλώνοντας ότι στ' αλήθεια έχει αυτές τις καταβολές, αλλά τις ξεπέρασε με την αυτοπειθαρχία. Όποια σχέση έχει ο Σωκράτης με τη σοφιστική φιλοσοφία, την ίδια σχέση έχει και ο Ντοστογιέφσκι με τον «μπολσεβικισμό»: τον καταπολεμάει με πάθος θεωρώντας τον τον υπ' αριθμόν ένα εχθρό και σατανά, κι ωστόσο μάχεται ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του, ενάντια στο κομμάτι «μπολσεβικισμού» που φωλιάζει μέσα του. Άλλωστε, ο Ντοστογιέφσκι λίγο έλειψε να εκτελεσθεί ως «μπολσεβίκος». Ακόμα και η σχεδόν παθολογική μανία του να μιλάει για όλα θυμίζει τον Σωκράτη. Αλλά εκείνο που τους κάνει να συγγενεύουν περισσότερο απ’ όλα τ' άλλα είναι ένα μυστικιστικό στοιχείο που εκδηλωνόταν με υπνοβασίες, εκστάσεις και διχασμούς προσωπικότητας. Το περιώνυμο «δαιμόνιο» ήταν ένα πολύ μυστηριώδες φαινόμενο, που αναμφίβολα είχε τον χαρακτήρα παραισθήσεων.

Οπωσδήποτε, είναι βέβαιο ότι ο Σωκράτης δεν ήταν καθόλου τόσο ευχάριστος τύπος όσο τον παρουσίασε ο Διαφωτισμός του δέκατου όγδοου και ο φιλελευθερισμός του δέκατου ένατου αιώνα.

Egon Friedell, Πολιτιστική ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας

[Εκδόσεις Πορεία, 1994, σελ. 271-274]


Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

Ο ... αυτοδοξασμός των Ελλήνων

Εντυπωσιακές διαπιστώσεις (στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάϊ) του φιλόσοφου-συγγραφέα Στέλιου Ράμφου, με αφορμή την πρόσφατη έρευνα της οργάνωσης «διαΝΕΟσις» που ίδρυσε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος.

Με τίτλο «Τί Πιστεύουν οι Έλληνες», η έρευνα παρουσιάζει τις απαντήσεις 2.500 ερωτηθέντων Ελλήνων σε 69 ερωτήματα πάνω σε πέντε θεματικές ενότητες και έγινε με την συνεργασία του καθηγητή Συγκριτικής Πολιτικής κ. Γερ. Μοσχονά. Η έρευνα φέρνει στο προσκήνιο αξιοσημείωτες αντινομίες, με μάλλον δυσάρεστο χαρακτήρα για το μέλλον αυτής της χώρας.

Διότι, όταν ένας λαός σε ποσοστό 90% αυτοθαυμάζεται και το 60% πιστεύει ότι η Ευρώπη βγήκε κερδισμένη από την ένταξή μας στους κόλπους της σημερινής Ένωσης, τότε υπάρχει σοβαρό πρόβλημα.

Στέλιος Ράμφος: Εκείνο που εγώ θα προσπαθήσω να διαβάσω στα στοιχεία σας, δεν είναι μόνο ακριβώς τα στοιχεία αλλά, ποιές νοοτροπίες και ψυχολογίες, βρίσκονται πίσω απ τις απαντήσεις. Τι είναι εκείνο που τους κάνει με συντριπτικά ποσοστά, να επιδίδονται σε ένα αυτοδοξασμό τρομερό. […]
Πως το εννοώ. Αισθάνονται άσχημα, και θ’ αρχίσω απ αυτό να ξετυλίγω το σκεπτικό μου διότι πιστεύω ότι πίσω από τις ελληνικές νοοτροπίες και συμπεριφορές κρύβεται κάτι το οποίο δεν έχουμε προσέξει καλά. Δηλαδή μόνο ένας τραυματικά ανεκπλήρωτος εαυτός έχει ανάγκη να δοξάζει τόσο πολύ τον εαυτό του. Μόνο ένας άνθρωπος που αισθάνεται κάπου ότι είναι προβληματικός, για να κρατήσει τον εαυτό του αρχίζει και λέει πολλά υπέρ, για αυτόν. […]
Πως έχει προκύψει, τι είναι αυτό το τραύμα; Ότι ακόμη δεν έχουμε μεγαλώσει, ότι ακόμη βρισκόμαστε σε μια νηπιακή κατάσταση την ώρα που οι περιστάσεις και η ιστορία απαιτούν μια ενηλικίωση. Η αίσθηση της ανεπάρκειας αυτής, το συνεχές καρπάζωμα επί αιώνες, έχει δημιουργήσει μια ψυχική ανάγκη αντιδράσεως τέτοια, η οποία οδηγεί σε μία πλασματική αυτοεκπλήρωση μέσα από τον αυτοθαυμασμό. Δηλαδή ένας λαός και ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να εκπληρωθεί, δηλαδή, όπως ένα παιδί μικρό που νοιώθει να μην μπορεί να μεγαλώσει, και που αυτό το πράγμα τραυματικά σε μεγαλύτερες ηλικίες μπορεί να εκφραστεί με κατάθλιψη ή με τέτοιου είδους αυτοϋποτιμητικές συμπεριφορές, είναι μοιραίο για να εξισορροπήσει τα πράγματα να καταφεύγει σ’ ένα δικό του, το οποίο με τη σειρά του είναι εκείνο που τροφοδοτεί το λαϊκισμό. […]
[…] γιατί είμαστε απολύτως ανασφαλής λαός.
[…] Πάντα όποτε παραπέμπουμε σε συνομωσίες και σε Αρχαίους είναι για να μην πούμε εμείς τι κάνουμε. […]

Πηγές: Εuro2day, και steliosramfos wordpress.