Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2016

Ένας ιδιαίτερος τρόπος εκλογής του ερωτικού αντικειμένου

Το 1910 ο Φρόυντ έγραψε ένα μικρό μα δυνατό δοκίμιο με τίτλο «Για έναν ιδιαίτερο τύπο εκλογής του ερωτικού αντικειμένου από τον άνδρα» και με θέμα τους τρόπους με τους οποίους περιπλέκεται η ερωτική μας ζωή. Ο Φρόυντ επισήμανε πως συχνά φερόμαστε στους ή στις συντρόφους μας όχι ως ανθρώπους αλλά, πιο πρωτόγονα, ως αντικείμενα. […]:

[…] Αρχικά θέλω να περιγράψω εδώ έναν τέτοιο τύπο ανδρικής εκλογής του ερωτικού αντικειμένου, επειδή τον διακρίνει μια σειρά «όρων», η σύμπτωση των οποίων δεν είναι ευνόητη και προκαλεί πραγματική έκπληξη, καθώς και επειδή επιτρέπει μια απλή ψυχαναλυτική εξήγηση.

1.  Τον πρώτο από αυτούς τους όρους μπορούμε να τον χαρακτηρίσουμε κυριολεκτικά ειδικό· μπορούμε να τον ονομάσουμε όρο του «ζημιωμένου τρίτου». Αυτό σημαίνει ότι ο άνδρας δεν εκλέγει ως ερωτικό αντικείμενο ποτέ μια γυναίκα που είναι ελεύθερη […] αλλά μια πάνω στην οποία έχει δικαίωμα ένας άλλος άνδρας […] Αυτός ο όρος εμφανίζεται σε ορισμένες περιπτώσεις τόσο αδυσώπητα ώστε η ίδια η γυναίκα, όσο δεν ανήκει ακόμη σε κανέναν παραβλέπεται και περιφρονείται, ενώ γίνεται αμέσως αντικείμενο αγάπης μόλις εκδηλωθεί μια από τις σχέσεις που αναφέραμε παραπάνω προς έναν άλλο άνδρα.

2.    Ο δεύτερος όρος είναι ίσως λιγότερο συχνός, αλλά όχι λιγότερο εντυπωσιακός. Ο όρος αυτός εκπληρώνεται μόνο όταν συμπίπτει με το πρώτο όρο, ενώ ο πρώτος φαίνεται πως εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα και μόνος του. Σύμφωνα με τον δεύτερο όρο, η αγνή και άμεμπτη γυναίκα δεν ασκεί ποτέ τη γοητεία που την ανυψώνει σε ερωτικό αντικείμενο: γοητεία ασκεί μάλλον η κατά κάποιον τρόπο σεξουαλικά κακόφημη, για την πίστη και τη σταθερότητα της οποίας υπάρχουν αμφιβολίες. […]

Όπως ο πρώτος έρωτας προσφέρει τη δυνατότητα για την ικανοποίηση εριστικών, εχθρικών διαθέσεων ενάντια στον άνδρα από τον οποίο αφαιρείται η αγαπημένη γυναίκα, έτσι και ο δεύτερος όρος, αυτός της πορνείας της γυναίκας, σχετίζεται με την ανάπτυξη της ζηλοτυπίας, που φαίνεται να τον έχουν ανάγκη οι άνδρες αυτού του τύπου. Μόνο όταν ζηλεύουν φουντώνει το πάθος τους, η γυναίκα αποκτά την πλήρη αξία της, και τότε αυτοί δε χάνουν καμιά ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε αφορμή που τους επιτρέπει το βίωμα αυτών των ισχυρότατων συναισθημάτων.
(«Για ένα ιδιαίτερο τύπο εκλογής του ερωτικού αντικειμένου από τον άνδρα»)[1]

Ο Φρόυντ υποστήριζε πως πολλοί άνδρες ερεθίζονται αν εμπλακούν σε μια σχέση είτε με μια παντρεμένη γυναίκα είτε με μια γυναίκα – ταμπού (παράδειγμα η κουνιάδα του Φρόυντ), επειδή, όταν το κάνουν αυτό, αποκομίζουν κάποια κρυφή μη συνειδητή ηδονή από το γεγονός ότι κάποιοι θα πληγωθούν, είτε ο κερατωμένος σύζυγος είτε η σύζυγος του μοιχού, είτε ο ίδιος ο μοιχός που διακινδυνεύει να γίνει μισητός από όλους. Ο Φρόυντ εξέφρασε επίσης την άποψη πως όχι μόνο πολλοί άνδρες απολαμβάνουν το σεξ με τις συζύγους των άλλων ανδρών, αλλά ότι πολλοί θα σαγηνευτούν από γυναίκες εξώλης και προώλης. Όταν κοιμάται με μια πόρνη, ένας άνδρας, μπορεί να λαμβάνει την κρυφή ικανοποίηση ότι παίρνει την «κακόφημη» γυναίκα από όλους τους άνδρες με τους οποίους αυτή είχε σεξουαλική επαφή. Με αυτόν τον τρόπο ο εν λόγω άνδρας γίνεται, όπως νομίζει ο ίδιος, αυτό που θα αποκαλούσαμε «κυρίαρχο αρσενικό».

Στη συνέχεια ο Φρόυντ εξηγεί τις βαθύτερες εδραιωμένες παιδικές καταβολές αυτής της συγκεκριμένης και περίπλοκης σεξουαλικής κατάστασης:

Αν επισκοπήσουμε τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά της εικόνας που περιγράψαμε, τους όρους της ανελευθερίας και της πορνείας της αγαπημένης, τη μεγάλη εκτίμηση από την πλευρά του άνδρα, την ανάγκη για ζηλοτυπία, την πίστη, που μολοντούτο συμβιβάζεται με διακοπή, και την πρόθεση για σωτηρία, θα θεωρήσουμε ελάχιστα πιθανό ότι όλα αυτά προέρχονται από μια μόνο πηγή. Και όμως μια τέτοια πηγή ανευρίσκεται εύκολα με ψυχαναλυτική εμβάθυνση στη ζωή του ατόμου που εξετάζουμε. Αυτή η ιδιόρρυθμη εκλογή του αντικειμένου και η τόσο περίεργη σεξουαλική συμπεριφορά έχουν την ίδια ψυχική πηγή όπως στην ερωτική ζωή του φυσιολογικού ανθρώπου, προέρχονται από την παιδική καθήλωση της τρυφερότητας προς τη μητέρα και αποτελούν μια από τις εξόδους από αυτή την καθήλωση.

Στη φυσιολογική ερωτική ζωή υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία που προδίδουν καθαρά το μητρικό πρότυπο κατά την εκλογή του ερωτικού αντικειμένου, όπως, παραδείγματος χάρη, η προτίμηση νεαρών αντρών απέναντι σε ώριμες γυναίκες∙ η αποκόλληση της λίμπιντο από τη μητέρα έχει γίνει σε αυτή την περίπτωση σχετικά νωρίς. Στον τύπο που περιγράφουμε, αντίθετα, η λίμπιντο απευθύνεται προς τη μητέρα και μετά από την είσοδο στην εφηβεία, ώστε στα εκλεγόμενα ερωτικά αντικείμενα αποτυπώνονται τα μητρικά χαρακτηριστικά που εύκολα αναγνωρίζονται σαν μητρικά υποκατάστατα.

Πρέπει να αποδείξουμε ότι τα γνωρίσματα του χαρακτήρα αυτού του τύπου, οι ερωτικοί όροι καθώς και η ερωτική συμπεριφορά, προέρχονται πραγματικά από τη σύμπλεξη, με τη μητέρα. Πιο εύκολα μπορούμε να το πετύχουμε αυτό στην πρώτη περίπτωση, σ’ αυτή της ανελευθερίας της γυναίκας ή του ζημιωμένου τρίτου. Παρατηρούμε ότι για το παιδί που αναπτύσσεται μέσα στην οικογένεια, το γεγονός ότι η μητέρα ανήκει στον πατέρα γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι της ουσίας της μητέρας και ότι κανένας άλλος εκτός από τον πατέρα δεν μπορεί να είναι ο ζημιωμένος τρίτος […][2]

Τι μπορούμε να μάθουμε λοιπόν από τις παρατηρήσεις του Φρόυντ για την ψυχολογία του έρωτα; Πρώτον, θα πρέπει να ανακαλύψουμε, άλλη μια φορά, την ασυνείδητη ροπή μας προς την καταστροφή και τον σαδισμό στις στενότερες σχέσεις μας. Ως μικρά παιδιά, ο καθένας από μας λαχταρούσε την αποκλειστική προσοχή της μητέρας, ή του πατέρα, ή όποιου άλλου προσώπου μας φρόντιζε. Στην κλασική κατάσταση ποθούσαμε να είμαστε ο αγαπημένος στρατιώτης μαμάς ή το αγαπημένο κορίτσι του μπαμπά. Έπρεπε όμως να μοιραζόμαστε την περιορισμένη γονική στοργή με τα ενοχλητικά αδέλφια μας και, ακόμα χειρότερα, με τον σύντροφο της μαμάς -γενικά, τον πατέρα- ή με την σύντροφο του μπαμπά -γενικά, τη μητέρα. Στην ενήλικη ζωή  προσπαθούμε να επαναλαμβάνουμε αυτή την κατάσταση -συνήθως ασυνείδητα- χωρίζοντας ζευγάρια […]

Όχι μόνο λοιπόν υποκύπτουμε συχνά στην κρυφή επιθυμία να διαλύσουμε ένα άλλο ζευγάρι, […] αλλά μερικές φορές δεν αντέχουμε καθόλου να είμαστε ζευγάρι […] Ο Φρόυντ θα υπέθετε πως όταν παντρευόμαστε όχι μόνο εκπληρώνουμε την παλιά επιθυμία να έχουμε έναν ιδιαίτερο σεξουαλικό σύντροφο, όπως είχαν η μαμά και ο μπαμπάς, αλλά συνάμα νιώθουμε θλίψη και ενοχή ότι παντρευόμαστε το λάθος πρόσωπο, κάποιον άλλο από τη μαμά ή τον μπαμπά που υπεραγαπούσαμε όταν ήμασταν μωρά και παιδιά […]

Πολλοί άνθρωποι, λοιπόν, όταν ανταλλάσουν βέρες, έχουν ένα συνειδητό αίσθημα ευχαρίστησης και επιτυχίας, αλλά και στον ασυνείδητο φόβο ότι έχουν προδώσει τους γονείς∙ μοιάζουν σαν να τους λένε: «Κοίτα, μαμά, βρήκα μια γυναίκα πολύ καλύτερη από σένα», ή «Κοίτα, μπαμπά, ο άντρας μου βγάζει περισσότερα λεφτά από σένα». Οι ψυχοθεραπευτές, έχουν συνειδητοποιήσει πως για να διαχειριστούν τα ζευγάρια αυτή την ενοχή συχνά αποφεύγουν το σεξ στον γάμο τους ως τρόπο να παραμένουν κρυφά πιστοί στους γονείς τους. […]

Ο Φρόυντ σίγουρα μας βοήθησε να καταλάβουμε ότι οι εκρήξεις και οι αναστολές που καταστρέφουν τις πιο στενές μας σχέσεις μπορεί συχνά να συμβαίνουν χωρίς τη συνειδητή μας επίγνωση ή τον συνειδητό μας έλεγχο. […]

Επιπλέον, όσα έγραψε ο Φρόυντ για την ψυχολογία του έρωτα μπορούν να μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε τις κρυφές επιθυμίες που μπορεί να λανθάνουν κάτω από τον συνειδητό μας πόθο […]

Μπρετ Καρ, Μαθήματα ζωής από τον Φρόυντ

[Εκδόσεις Πατάκη, 2013, σελ. 63-70]



[1] Βλ. Σίγκμουντ Φρόυντ, Ψυχολογία της ερωτικής ζωής, Επίκουρος, 1974, σσ. 10-11.
[2] Ό.π., σσ. 14-15

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου