Το
πρότυπο ρωσικό κείμενο του «Πόλεμος και Ειρήνη» (των 1500 περίπου
σελίδων), διαιρείται σε τέσσερα βιβλία
(δεκαπέντε μέρη), έχει 365 κεφάλαια και
δύο επιλόγους, τον έναν κυρίως αφηγηματικό, τον άλλο πλήρως θεματικό. Ενώ
το πρώτο μισό του μυθιστορήματος (κατά προσέγγιση) αναφέρεται αυστηρά στους πλασματικούς
χαρακτήρες, τα τελευταία μέρη, καθώς
επίσης και ο ένας από τους δύο επιλόγους της εργασίας, αποτελούνται όλο και
περισσότερο από ιδιαιτέρως επίμαχα πραγματολογικά δοκίμια για την φύση του
πολέμου, της πολιτικής ισχύος, της ιστορίας και της ιστοριογραφίας. Ο
Τολστόι διάνθισε στην μυθιστορία του αυτά τα δοκίμια με έναν τρόπο που αψηφά
την πλασματική συμβατικότητα. Αρκετές συντομευμένες εκδόσεις αφαίρεσαν αυτά τα
δοκίμια εξ ολοκλήρου, ενώ άλλες (που δημοσιεύτηκαν ακόμη και κατά την διάρκεια
της ζωής του Τολστόι) απλά μετέθεσαν αυτά τα δοκίμια σε ένα ενιαίο παράρτημα.
Ο
Τολστόι απεικονίζει ζωντανά την αντίθεση μεταξύ του επιτιθέμενου Ναπολέοντα και
του αμυνομένου Ρώσου Στρατηγού Κουτούζωφ, και από άποψη προσωπικότητας, αλλά και
στην ιστορική σύγκρουση των δύο στρατών.
Ο
Ναπολέων θεωρεί ότι θα μπορούσε να διευθύνει άμεσα την πορεία μιας μάχης μέσω
της ταχείας μετάδοσης των σαφών διαταγών του με αγγελιαφόρους, ενώ αντίθετα ο Κουτούζωφ αναγνωρίζει πως το μόνο που θα
μπορούσε να κάνει ήταν να προγραμματίσει την αρχική διάταξη των δυνάμεών του
και να αφεθούν οι υφιστάμενοί του να διευθύνουν την δράση.
Ο Ναπολέων
προβαίνει σε λάθος επιλογή, προκρίνοντας να βαδίσει προς την Μόσχα, την οποία και
καταλαμβάνει επί πέντε μοιραίες εβδομάδες, ενώ θα ήταν σαφώς καλύτερο να καταστρέψει
τον ρωσικό στρατό σε μιαν αποφασιστική μάχη εκ παρατάξεως.
Ο
Στρατηγός Κουτούζωφ θεωρεί τον χρόνο ως τον καλύτερο σύμμαχό του και απέχει
συστηματικά από την εμπλοκή της μάχης με τους Γάλλους, οι οποίοι τελικά καταστρέφονται,
δεδομένου ότι οπισθοχωρούν αργά και με τρομακτική προσπάθεια προς τα γαλλικά
σύνορα, βασανιζόμενοι από τον σφοδρό ψύχος, την ολοσχερή έλλειψη εφοδίων και
την ακατάπαυστη καταδίωξη των Ρώσων. Ο πραγματολογικός
ιστός της αφήγησης λειτουργεί ως υπόβαθρο της πολυεπίπεδης και λεπτομερούς
προβληματικής, την οποία αναπτύσσει ο Τολστόι για το φαινόμενο, το δρώμενο και
την ουσία του πολέμου.
«Ο
πόλεμος δεν είναι μια ευγενική αναψυχή, αλλά το πλέον αποτρόπαιο πράγμα στη
ζωή. Οφείλουμε να το καταλάβουμε και να
μην παίζουμε στον πόλεμο. Οφείλουμε
να τον αποδεχθούμε άτεγκτα και επίσημα ως τρομακτική ανάγκη. Όλα καταλήγουν
σ’ αυτό: έχουμε να κάνουμε με ψεύδη, και εάν
είναι πόλεμος, τότε είναι πόλεμος και όχι παιχνίδι, ειδάλλως η διεξαγωγή του
πολέμου είναι απλά το αγαπημένο εντρύφημα του οκνηρού και του επιπόλαιου».
Ο Τολστόι ενδιαφέρθηκε για τον αγώνα του
Ναπολέοντα ενάντια στη Ρωσία και την σχέση του αγώνα αυτού με τα ιστορικά
προβλήματα. Η ένταξη της ναπολεόντειας εκστρατείας στο σχέδιο του μυθιστορήματος
του, του οποίου αντικείμενο είναι η ανθρώπινη ιστορία, χρησιμοποιείται ως βάθρο
για τα εκτενή εδάφια της θεωρητικολογίας για τον πόλεμο, τους ηγέτες του, και
τις ιστορικές επιπτώσεις των ενεργειών τους.
Ο Τολστόι ήξερε τι είναι πόλεμος από «πρώτο
χέρι», καθώς υπηρετώντας ως εθελοντής στο πυροβολικό (1852-1855), πολέμησε
εναντίον των Τούρκων στην Βουλγαρία (πολιορκία της Συλιστρίας) και στον Κριμαϊκό
Πόλεμο (πολιορκία της Σεβαστούπολης και Μάχη του ποταμού Τσερνάγια). Κανείς κριτής
του δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι σκηνές μάχης στο διήγημά του περιγράφονται με
αξεπέραστο και μεγαλειώδη τρόπο, όπως και οι χαρακτηρισμοί των ενεργών προσώπων
από τους απλούς στρατιώτες έως του Στρατάρχες και τους Αυτοκράτορες είναι αξέχαστοι.
Η
πεποίθηση του Τολστόι είναι ότι το άτομο ζει συνειδητά για το ίδιο, αλλά συνάμα
είναι ένα ασυναίσθητο όργανο, ένα ενεργούμενο, στην επίτευξη των ιστορικών
καθολικών στόχων της όλης ανθρωπότητας. Μια τελεσθείσα πράξη, υποστηρίζει ο
Τολστόι, είναι αμετάκλητη, και τα αποτελέσματά της, τα οποία συμπίπτουν εγκαίρως
με τις ενέργειες εκατομμυρίων άλλων ατόμων, ενδεχόμενα προσλαμβάνουν μιαν ιστορική
σημαντικότητα. Στην ιστορία, οι αποκαλούμενοι μεγάλοι άνδρες είναι μόνον
«ετικέτες», που δίνουν ονόματα στα γεγονότα, και όπως οι ετικέτες, οι ίδιοι
έχουν πραγματικά την μικρότερη και μόνον σύνδεση με τα γεγονότα. Υπάρχουν δύο είδη ενεργειών, εξηγεί, εκείνες
που εξαρτώνται από το άτομο και εκείνες που είναι ανεξάρτητες από αυτό. Στην
ιστορική διαδικασία, υποστηρίζει, υπάρχει ένα ελάχιστο όριο στην ελευθερία της
δράσης.
Ο
Κουτούζωφ
ως σύμβολο, μέσα στην απλότητα, στην διαισθητική φρόνηση, στην έλλειψη
υποκρισίας και επιτήδευσης, καθώς και στην πεποίθησή του για την αδυναμία
ελέγχου των γεγονότων, καταλαβαίνει την
δική του θέση μαζί με τα αναρίθμητα απλά πατριωτικά μέλη της ρωσικής
ανώτερης τάξης και της αγροτιάς, ως αντιπρόσωπος του ασυνείδητου πνεύματος του
έθνους, το οποίο ο Τολστόι προσδιορίζει ως την αληθινή ιστορική δύναμη σε εποχή
εθνικής κρίσης.
Ως υπαρκτό πρόσωπο της αφήγησης ο Κουτούζωφ απεικονίζει αξιοθαύμαστα την
θεωρία του Τολστόι περί του πολέμου, επειδή
η στρατηγική του είναι βασισμένη στην παραδοχή ότι όλα στον πόλεμο φέρνουν
αποτελέσματα σ’ αυτόν που μπορεί να περιμένει. «Η υπομονή και ο χρόνος», δηλώνει ο Κουτούζωφ, «είναι τα πράγματα που κερδίζουν τους πολέμους». «Σε περίπτωση αμφιβολίας, μην ενεργείτε»,
αυτό είναι το μεγάλο στρατιωτικό αξίωμά του.
Και ουσιαστικά
ο Τολστόι υπερασπίζει αυτήν την θέση όταν γράφει προς το τέλος του μυθιστορήματος:
«Εάν παραδεχόμαστε ότι η ανθρώπινη ζωή μπορεί
να κυβερνηθεί από την λογική, η ίδια η δυνατότητα της ζωής καταστρέφεται.»
Αθανάσιος
Κωνσταντίνου,
Carl von Clausewitz: Απανθίσματα από τις «Σημαντικότατες αρχές της διεξαγωγής
του πολέμου»
ΕΚΔΟΣΗ ΣΧΟΛΗΣ ΠΟΛΕΜΟΥ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ (σελ. 44-46)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου