Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Η φάρμα των ζώων (7)


Κεφάλαιο έβδομο

Ήταν ένας σκληρός χειμώνας […] Τα ζώα εξακολουθούσαν ν’ αγωνίζονται μ’ όλες τους τις δυνάμεις να ξαναχτίσουν τον ανεμόμυλο, ξέροντας ότι ο έξω κόσμος τους παρακολουθούσε και πως οι ζηλόφθονοι άνθρωποι θα χαίρονταν και θα θριαμβολογούσαν αν ο μύλος δεν τελείωσε στην ώρα του. […]

Το Γενάρη το φαγητό λιγόστεψε. Η μερίδα του καλαμποκιού περιορίστηκε δραστικά, και ανακοινώθηκε ότι θα μοίραζαν στη θέση του μια μερίδα πατάτας επιπλέον. Τότε ανακάλυψαν ότι το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς της πατάτας είχε παγώσει γιατί δεν τις είχαν σκεπάσει όπως έπρεπε. […] Επί μέρες τα ζώα δεν είχαν να φάνε τίποτα άλλο από σκύβαλα. Αντιμετώπιζαν άμεσα λιμό.

Ήταν ζωτική ανάγκη να κρύψουν αυτό το γεγονός απ’ τον έξω κόσμο. […] Ο Ναπολέων κατάλαβε πως θα είχε άσχημα επακόλουθα αν μαθευόταν η πραγματική τους κατάσταση, γι’ αυτό αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Ουάιμπερ για να δώσει μια αντίθετη εντύπωση. […] Δόθηκε διαταγή σε μερικά διαλεγμένα ζώα -ως επί το πλείστον πρόβατα- όταν περνάει ο κύριος Ουάιμπερ, να σχολιάζουν δήθεν τυχαία ότι αυξήθηκε το συσσίτιο. Επιπλέον, ο Ναπολέων διέταξε να γεμίσουν με άμμο τα άδεια κιβώτια της αποθήκης σχεδόν ως το χείλος, και να σκεπάσουν την άμμο, μ’ ένα στρώμα από τα περισσεύματα του σταριού. Με κάποιο πρόσχημα, οδήγησαν τον  Ουάιμπερ μέσα στην αποθήκη και τον άφησαν να ρίξει μια ματιά στα κιβώτια. Έτσι ξεγελιόταν […]

Οπωσδήποτε προς το τέλος του Γενάρη έγινε φανερό ότι ήταν ανάγκη να προμηθευτούν από κάπου σιτάρι. […] Μια Κυριακή πρωί. Ο Σκουήλερ ανακοίνωσε ότι οι κότες, που ήταν καιρός να γεννήσουν πάλι, πρέπει να παραδώσουν τα’ αυγά τους. […] Το αντίτιμο των αυγών θα έφτανε για να αγοράσουν αρκετό σιτάρι και τροφή ώστε να συντηρηθεί το κτήμα ως που νάρθει το καλοκαίρι. […]

Όταν το άκουσαν αυτό οι κότες, έβγαλαν μια κραυγή απελπισίας […] Ήταν έτοιμες να κλωσήσουν, και διαμαρτυρήθηκαν λέγοντας ότι το να δώσουν τώρα τα’ αυγά τους θα ήταν καθαρή δολοφονία. Για πρώτη φορά ύστερα από την ανατροπή του Τζόουνς, δημιουργήθηκε μια ατμόσφαιρα που θύμιζε επανάσταση. Έχοντας τρεις φραγκόκοτες επικεφαλείς, […] δεν γέννησαν τα αυγά τους στις φωλιές, αλλά ανέβηκαν στα δοκάρια και από κει τα’ άφηναν να θρυμματιστούν στο πάτωμα. Ο Ναπολέων έδρασε γοργά και χωρίς οίκτο. Έκοψε το συσσίτιο για τις κότες και έβγαλε διαταγή να τιμωρηθεί με θάνατο όποιος δοκίμαζε να δώσει έστω κι ένα σπειρί καλαμποκιού σε κότα. Οι σκύλοι φρόντισαν να εφαρμοστούν αυτές οι διαταγές. Οι κότες άντεξαν πέντε μέρες […]

Όλο αυτό το διάστημα δεν είδε κανείς το Σνόουμπωλ. Κυκλοφορούσε η φήμη ότι κρυβόταν σε μια από τις γειτονικές φάρμες. […] είχε γίνει συνήθεια κάθε φορά που πήγαινε κάτι άσχημα να το αποδίδουν στον Σνόουμπωλ […]

Μετά τέσσερις μέρες, αργά το απόγευμα, ο Ναπολέων διέταξε να συγκεντρωθούν όλα τα ζώα στην αυλή. Όταν μαζεύτηκαν όλα, ο Ναπολέων βγήκε από το σπίτι του κτήματος, φορώντας και τα δύο του παράσημα (γιατί πρόσφατα είχε απονείμει στον εαυτό του τα μετάλλια «Ήρως, Πρώτης Τάξεως», και  «Ήρως, Δευτέρας Τάξεως»), έχοντας γύρω του τα εννέα του σκυλιά που χοροπηδούσαν κι έβγαζαν ουρλιαχτά που έκαναν τα ζώα να ριγούν. Όλα είχαν ζαρώσει σιωπηλά, μαντεύοντας ότι κάτι τρομερό πρόκειται να συμβεί σε λίγο.

Ο Ναπολέων στάθηκε κοιτάζοντας αυστηρά ένα γύρω το ακροατήριό του, και έβγαλε μια βροντερή κραυγή. Αμέσως οι σκύλοι όρμησαν μπροστά, άρπαξαν τέσσερα γουρούνια από τα αυτιά […] τα έσυραν στα πόδια του Ναπολέοντα […] Ο Ναπολέων τα διέταξε να ομολογήσουν τα εγκλήματά τους. Ήταν τα ίδια εκείνα γουρούνια που είχαν διαμαρτυρηθεί όταν ο  Ναπολέων κατήργησε τις κυριακάτικες συνεδριάσεις. Χωρίς καμιά παραπάνω πίεση, ομολόγησαν ότι είχαν έρθει σε μυστική επαφή με τον Σνόουμπωλ από τον καιρό του διωγμού του […] όταν τελείωσαν την ομολογία τους, οι σκύλοι τους ξέσκισαν το λαρύγγι κι ο Ναπολέων, με μια τρομερή φωνή, ρώτησε αν κανένα άλλο ζώο είχε να ομολογήσει τίποτα.

Οι τρεις κότες που ήταν οι αρχηγοί στην απόπειρα της επανάστασης των αυγών, βγήκαν μπροστά […] Ύστερα, παρουσιάστηκε μια χήνα […] Οι ομολογίες και εκτελέσεις συνεχίστηκαν μέχρι που συγκεντρώθηκε μπροστά στα πόδια του Ναπολέοντα ένας σωρός από πτώματα […]

Όταν όλα τελείωσαν, τα ζώα που είχαν απομείνει –εκτός απ’ τα γουρούνια και τους σκύλους- απομακρύνθηκαν μουδιασμένα […] Δεν ήξεραν τι ήταν πιο φρικτό – η προδοσία των ζώων, […] ή η άγρια τιμωρία τους στην οποία στάθηκαν μάρτυρες […] Από τότε που ο Τζόουνς έφυγε απ’ το κτήμα μέχρι σήμερα, κανένα ζώο δεν είχε σκοτώσει το άλλο […]

Πάνω που είχαν τραγουδήσει (τον ύμνο) για Τρίτη φορά, φάνηκε ο Σκουήλερ, συνοδευόμενος από δύο σκύλους μ’ ένα ύφος βαρυσήμαντο. Ανήγγειλε ότι, κατόπιν ειδικής διαταγής του συντρόφου Ναπολέοντα, ο ύμνος καταργείται. Από εδώ και πέρα απαγορευόταν να το τραγουδούν. Τα ζώα μαρμάρωσαν. «Γιατί» φώναξε η […] «Δε χρειάζεται πια συντρόφισσα», είπε ο Σκουήλερ σκληρά. «Ο ύμνος, ήταν τραγούδι της Επανάστασης. Αλλά η Επανάσταση τώρα τελείωσε. Η εκτέλεση των προδοτών σήμερα ήταν η τελική φάση. Ο εχθρός απ’ έξω κι από μέσα νικήθηκε. […] Επομένως αυτό το τραγούδι δεν έχει πια κανένα σκοπό» […]

Στη θέση του , ο Μίνιμους, ο ποιητής, συνέθεσε ένα άλλο τραγούδι που άρχιζε:

Ω, Κτήμα των Ζώων, ώ, Κτήμα των Ζώων.
Εγώ ποτέ κακό δε θ’ αφήσω να πάθετε!

κι’ αυτό τραγουδιόταν κάθε Κυριακή πρωί, μετά την ανύψωση της Σημαίας […]


(ΚΑΚΤΟΣ, 1978, σελ. 88-103)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου