«Ο Θουκυδίδης βλέπει στην
ανθρώπινη φύση κάποιες ανθρωπολογικές σταθερές», παρατηρεί ο κ. Σκουτερόπουλος,
[…] «Ο Θουκυδίδης πιστεύει ότι υπάρχουν ενδιάθετες τάσεις του ανθρώπου που
δημιουργούν ένα υπόστρωμα πάνω στο οποίο ξετυλίγεται η όποια δραστηριότητά του.
Η ιδέα αυτή εκφράστηκε με μεγάλη σαφήνεια σε μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα δημηγορία
που υπάρχει στον Θουκυδίδη, ενός κάποιου Διοδότου. Εκεί, συμπυκνώνει όλα όσα
θέλει να πει για την ανθρώπινη φύση».
Θουκυδίδη Ιστορία: Απόσπασμα από τη δημηγορία του
Διοδότου (Βιβλίο Γ 45, 1-6)
«Στις διάφορες
πόλεις έχει καθιερωθεί η θανατική ποινή για πολλά εγκλήματα και μάλιστα όχι τόσο
σοβαρά […] Ωστόσο οι άνθρωποι ρίχνονται
στον κίνδυνο ελπίζοντας ότι θα τον αποφύγουν, και κανένας τους ποτέ δεν εκτέθηκε
σε κίνδυνο ενώ πίστευε ότι δεν θα τα κατάφερνε σε ότι επίβουλο είχε σχεδιάσει. Το ίδιο και οι πόλεις. Ποια πόλη αποστάτησε
ποτέ ενώ πίστευε ότι τα μέσα που διέθετε, τα δικά της ή των συμμάχων της δεν
αρκούσαν για ένα τέτοιο εγχείρημα;
Είναι στη φύση
όλων, των ατόμων όσο και των πόλεων, να λαθεύουν στους υπολογισμούς τους, και
δεν υπάρχει νόμος ικανός να τους εμποδίσει, αφού οι άνθρωποι έχουν δοκιμάσει όλες τις ποινές, κάνοντας τες διαρκώς
αυστηρότερες, μήπως και προστατευτούν καλύτερα από τα αδικήματα των κακοποιών.
Και είναι πιθανό ότι παλιότερα οι ποινές για τα βαρύτερα αδικήματα ήταν ελαφρότερες,
επειδή όμως οι παρανομίες συνεχίζονταν, έφτασε με τον καιρό να είναι οι περισσότερες
θανατικές. Παρ’ όλα αυτά, τα ανομήματα
εξακολουθούν.
Ή λοιπόν πρέπει να βρεθεί κάτι που να
προκαλεί μεγαλύτερο φόβο από τη θανατική ποινή ή να παραδεχτούμε ότι αυτή διόλου
δεν αναχαιτίζει το κακό, αλλά ότι αφ’ ενός η φτώχεια με την τόλμη που γεννούν
οι ανάγκες, αφ’ ετέρου ο πλούτος με την πλεονεξία που γεννάει η αλαζονεία και η
έπαρση, έπειτα οι άλλες περιστάσεις της ζωής, ανάλογα με το ισχυρότερο ακόρεστο
πάθος που κυριαρχεί σε καθεμία, εξωθούν τους ανθρώπους, στον κίνδυνο. Και σε κάθε
περίπτωση η ελπίδα και ο πόθος, τούτος πηγαίνοντας μπροστά κι εκείνη ακολουθώντας,
τούτος σχεδιάζοντας την επιβουλή κι εκείνη υποβάλλοντας την ιδέα πως θα βοηθήσει
η τύχη, προξενούν μεγάλες συμφορές και, μολονότι αόρατα τα δύο αυτά, έχουν
μεγαλύτερη δύναμη από τα ορατά δεινά. Και πραγματικά, η τύχη δεν έχει μικρότερο
μερίδιο στα παραστρατήματα των ανθρώπων. Διότι καμιά φορά παρουσιάζεται ανέλπιστα
και παρασύρει κάποιους στην ανάληψη κινδύνων, ενώ γνωρίζουν ότι τα μέσα που
διαθέτουν είναι ανεπαρκή, κι αυτό ισχύει περισσότερο για τις πόλεις, στο βαθμό
που ο αγώνας είναι για τα πιο μεγάλα, την ελευθερία ή την εξουσία πάνω σε άλλους,
και όπου ο καθένας, έχοντας μαζί του όλους τους συμπολίτες του, υπερτιμά αλόγιστα
τις δυνάμεις του.
Με λίγα λόγια, είναι αδύνατον και αποτελεί
μεγάλη αφέλεια να πιστεύει κανείς πως, όταν η ανθρώπινη φύση ξεκινάει
για κάτι που το θέλει ολόψυχα, μπορεί κάπως να συγκρατηθεί με την αυστηρότητα
των νόμων ή με κάποιο άλλο φόβητρο».
Εισαγωγή – μετάφραση – σημειώσεις Ν. Μ. Σκουτερόπουλος.
Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου