Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Οι «κομμουνιστικές» θεωρίες στην αρχαία Ελλάδα

Στο IV Κεφάλαιο «Οι θεωρητικοί απέναντι στην κοινωνική κρίση και στο πρόβλημα της άνισης κατανομής του πλούτου» του βιβλίου «Το τέλος της Αρχαίας Ελληνικής Δημοκρατίας» της καθηγήτριας της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο VIII του Παρισιού Claude Mosse, το οποίο κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Παπαζήση το 1978 σε επιμέλεια Γ. Κ. Βλάχου, παρουσιάζονται οι λύσεις που πρότειναν οι συγγραφείς του 4ου αιώνα π.Χ. […] στην αναζήτηση της ευτυχισμένης Πόλεως […] Η συγγραφέας διακρίνει τρία ρεύματα στην ελληνική σκέψη, […]: Είναι ο «κομμουνισμός», η ενίσχυση των μεσαίων τάξεων και ο ιμπεριαλισμός.

Οι «κομμουνιστικές» θεωρίες των Ελλήνων μας είναι γνωστές από ορισμένα κείμενα, συχνά άλλωστε περιορισμένα και ανακριβή: τις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη, την «Πολιτεία» του Πλάτωνα, την κριτική τέλος αυτών των θεωριών από τον Αριστοτέλη στο βιβλίο ΙΙ των «Πολιτικών», κριτική που μας πληροφορεί για ορισμένες θεωρίες, όπως του Φαλέα του Χαλκηδονίου ή του Ιπποδάμου του Μιλησίου, που γνωρίζουμε μόνο από το κείμενο του Αριστοτέλη.

Πρώτα πρώτα, τι εννοούμε με τον όρο «κομμουνισμό»; Στις μέρες μας είναι η κοινωνικοποίηση όλων των μέσων παραγωγής και η κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω σ’ αυτά τα μέσα παραγωγής. Στην αρχαιότητα, τα παραγωγικά αγαθά, εκείνα που ο Αριστοτέλης αποκαλεί «καρποφόρα αγαθά», διακρίνοντάς τα από τα «καταναλωτικά», δηλαδή εκείνα που δεν έχουν άλλη ωφελιμότητα από τη χρήση που τους κάνουμε, περιλαμβάνουν προπάντων τη γη, τους δούλους που τη καλλιεργούν, τα κτήνη. […] Πράγματι μόνο κατά το μέτρο που υποστηρίζουν την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας της γης και την κοινωνικότητα όλων των παραγωγικών αγαθών, αυτές οι θεωρίες αξίζουν να πάρουν αυτό το επίθετο.

Οι «Εκκλησιάζουσες», μία από τις τελευταίες κωμωδίες του Αριστοφάνη, είναι μια σάτιρα που στρέφεται ταυτόχρονα εναντίον των γυναικών και εναντίον του «κομμουνιστικών» θεωριών. […] Το πρόγραμμα της Πραξαγόρας είναι πολύ απλό: όλα τα αγαθά θα γίνουν κοινά, όχι μόνο τα ακίνητα αλλά και τα κινητά, το χρήμα και οι δούλοι και τέλος τα καταναλωτικά αγαθά, ακόμη και τα ρεβίθια. Η αναμορφώτρια δικαιολογεί ως εξής το σχέδιό της: δεν πρέπει πια ο ένας να είναι πλούσιος, να διαθέτει τεράστια αγροκτήματα, πολλούς δούλους, ενώ ο άλλος, δυστυχισμένος, στερημένος από τα πάντα δεν έχει ούτε μια γωνιά γης για να ταφεί μετά το θάνατό του.

Στην κωμωδία, η αποτυχία του επαναστατικού προγράμματος οφείλεται στον εγωισμό και την κακή θέληση του καθενός. Και δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι πρόκειται για μια φάρσα. Εντούτοις, έχοντας υπόψη ότι μόνο οι ελεύθεροι άνθρωποι θα επωφεληθούν από αυτό το σχέδιο, ενώ οι δούλοι θα κάνουν όλες τις παραγωγικές εργασίες (γεωργικές και βιοτεχνικές), βλέπουμε ότι το πρόγραμμα της Πραξαγόρας είναι μεν «κομμουνιστικό» στο μέτρο που όλα τα αγαθά όλων των πολιτών οφείλουν να γίνουν κοινά, αλλά επειδή ένα λειτούργημα, πηγαίνει πέρα από τον «κομουνισμό», δεν αφορά μόνο τα παραγωγικά αγαθά αλλά όλα τα αγαθά.

Γεννήθηκε το ερώτημα: Τι μπορεί να έδωσε λαβή σ’ αυτή την κωμωδία του Αριστοφάνη; Ορισμένοι θέλησαν να δουν σ’ αυτήν μιαν απάντηση στην «Πολιτεία» του Πλάτωνα. Στην πραγματικότητα φαίνεται ότι είναι προγενέστερη. Από το άλλο μέρος, ο Αριστοτέλης, στην κριτική ορισμένων πολιτειών που κάνει στο βιβλίο ΙΙ των «Πολιτικών» συνέδεσε την πολιτεία μ’ ένα ολόκληρο πολιτικό ρεύμα. Συγκρίνει τον πλατωνικό «κομμουνισμό» με τις πολιτείες του Φαλέα του Χαλκηδονίου και του Ιπποδάμου του Μιλησίου. Για τον πρώτο δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε, εκτός του ότι υπήρξε ένας από σχεδόν θρυλικούς νομοθέτες που συναντάμε στην ιστορία των ελληνικών πόλεων του 6ου αιώνα. Ο δεύτερος, διάσημος αρχιτέκτων και φιλόσοφος, ήρθε στην Αθήνα στα μέσα του 6ου αιώνα. Σ’ αυτόν αποδίδεται το σχέδιο του Πειραιά και της πανελλήνιας αποικίας των Θουρίων. […]

Φαίνεται δύσκολο να θεωρήσουμε την πολιτεία του Φαλέα του Χαλκηδονίου σαν το πρότυπο των «κομουνιστικών» θεωριών. Απλώς προτείνει μιαν απόλυτη ισότητα της ιδιοκτησίας, με τη διαίρεση της γης σε ίσους και αναπαλλοτρίωτους κλήρους, μολονότι αυτή η ισότητα αν πιστέψουμε την κριτική του Αριστοτέλη, δεν αφορά παρά την ακίνητη ιδιοκτησία. Όμως, ισότητα δεν σημαίνει κοινωνικοποίηση των αγαθών και ο Αριστοτέλης δε λέει ότι στην πολιτεία του Φαλέα η ατομική ιδιοκτησία έχει εξαφανιστεί. Βέβαια, απαγορεύει στον πολίτη να πουλήσει τον κλήρο που πήρε, […] Αλλά πρέπει να θεωρήσουμε αυτή την απαγόρευση σαν ένα μέτρο μάλλον για τη διαφύλαξη της ισότητας παρά σαν περιορισμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας. Αν ο Αριστοτέλης επικρίνει το πολίτευμα του Φαλέα, είναι γιατί δεν πιστεύει ότι είναι δυνατή ούτε άλλωστε δίκαιη, η απόλυτη ισότητα μεταξύ των πολιτών.

Όσον αφορά την πολιτεία του Ιπποδάμου του Μιλησίου, στην οποία πολλοί νόμισαν ότι βρήκαν την έκφραση των πυθαγόρειων θεωριών (ο Ιππόδαμος έζησε, πράγματι, στη Μεγάλη Ελλάδα, καταφύγιο του πυθαγορισμού) και ιδίως ένα πρότυπο από το οποίο εμπνεύστηκε ο Πλάτων, μπορεί αντίθετα να γίνει λόγος για «κομμουνισμό». Αν πράγματι, το ένα τρίτο της γης αποτελεί ιδιοκτησία της τάξεως των καλλιεργητών, τα άλλα δύο τρίτα του εδάφους της Πόλεως δεν ανήκουν σε ιδιώτες∙ το ένα τρίτο προορίζεται για την κάλυψη των δαπανών της λατρείας και αποτελεί την ιερή γη, η οποία υποτίθεται ότι καλλιεργείται από τους δούλους και το άλλο τρίτο ανήκει στην κοινότητα των πολεμιστών, αλλά δε γνωρίζουμε, όπως το σημειώνει ο Αριστοτέλης, από ποιον θα αξιοποιηθεί. Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε μια «κομμουνιστική» θεωρία που ισχύει όσον αφορά περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού: ο Ιππόδαμος διαιρεί πράγματι τους δέκα χιλιάδες πολίτες της Πόλεως σε τρεις τάξεις: τους καλλιεργητές, τους πολεμιστές και τους τεχνίτες. Οι πολεμιστές της πολιτείας του Ιπποδάμου δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους ούτε γη, ούτε άλλα παραγωγικά μέσα, αλλά η συντήρησή τους εξασφαλίζεται από την από κοινού κατοχή ενός τρίτου του εδάφους της Πόλεως. Ο Αριστοτέλης αποκάλυψε πολύ σωστά, την ανεπάρκεια και τις αντιφάσεις αυτής της πολιτείας και έδειξε ότι δε θα μπορούσε να επιλύσει τα κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν από τον υπερβολικό πλούτο και την υπερβολική φτώχια. […]

Την ίδια παρατήρηση κάνει ο Αριστοτέλης για τον Πλάτωνα, σχετικά με την Τρίτη τάξη της «Πολιτείας». Ο «κομμουνισμός» του Πλάτωνα είναι πράγματι, εξίσου περιορισμένος και αν η δομή του είναι περισσότερο γνωστή, και φαίνεται πιο στέρεη και πιο λογική, θέτει μολαταύτα προβλήματα, που η σημασία τους υπογράμμισε το κριτικό και περισσότερο ορθολογικό πνεύμα του Αριστοτέλη.

Έχουν γραφτεί πολλά για τον «κομμουνισμό», του Πλάτωνα και πολλοί προσπάθησαν να τον δικαιώσουν. Στην πραγματικότητα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αφορά μόνο τις δύο πρώτες τάξεις της πλατωνικής Πόλεως, δηλαδή τους φύλακες και τους επικούρους, που αποτελούν ουσιαστικά μια και μόνη τάξη πολιτών, στην οποία έχει ανατεθεί η διεύθυνση και η άμυνα της Πόλεως, ενώ η συντήρηση όλων των πολιτών εξασφαλίζεται από την εργασία της τρίτης τάξης, δηλαδή της τάξεως των γεωργών και των βιομηχανικών παραγωγών.

Ο πλατωνικός «κομμουνισμός» φαίνεται καθολικός: ο Πλάτων καταργεί κάθε ατομική ή συλλογική ιδιοκτησία επί της γης. Οι φύλακες και οι επίκουροι δε θα είχαν τίποτε δικό τους. Θα επωφελούνται μόνο από την εργασία των καλλιεργητών, που θα καλύπτουν όλες τις ανάγκες τους. Το σημείο αυτό είναι σημαντικό. Υπάρχει, πράγματι, εδώ μια πρωτότυπη σύλληψη που συνδέεται με ολόκληρη την πλατωνική σκέψη, χωρίς να μπορούμε να τη συσχετίσουμε με κάποια άλλη θεωρία ή κάποια άλλη σύγχρονη πραγματικότητα […] Στην πραγματικότητα, ο «κομμουνισμός» του Πλάτωνα απορρέει κατ’ ευθείαν από τις ηθικές του αντιλήψεις. Απέδειξε ότι η ιδιοκτησία, που γεννά τον έρωτα για τον πλούτο, είναι ένα κακό. Καταργεί λοιπόν την ιδιοκτησία της γης, ακόμη και τη συλλογική, όσον αφορά τους φύλακες και τους επικούρους, των οποίων την συντήρηση αναλαμβάνει ολόκληρη η Πόλη, απαλλάσσοντας τους από κάθε φροντίδα οικονομικής φύσεως.

Σ’ αυτές τις ηθικές αντιλήψεις πρέπει να αποδοθούν οι άλλες απόψεις του «κομμουνισμού» του Πλάτωνα: η συλλογική παιδεία και η κοινοκτημοσύνη των γυναικών και των παιδιών. Η πρώτη δεν έχει τίποτε το πρωτότυπο. Προβλέποντας μια συλλογική εκπαίδευση, ρυθμισμένη από την Πόλη, ο Πλάτων εμπνέεται από το σπαρτιατικό παράδειγμα, αλλά το μεταποιεί και το προσαρμόζει στις δικές του ηθικές και αισθητικές αντιλήψεις. Όσο για την κοινοκτημοσύνη των γυναικών και των παιδιών, που η Πραξαγόρα εφάρμοζε ήδη στη δική της «κομμουνιστική» κοινότητα, είναι δύσκολο να δούμε εδώ την αντανάκλαση μιας σύγχρονης πραγματικότητας, ή έστω μια κοινώς παραδεγμένη ιδέα. […] Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι περιγράφοντας την ιδεατή πόλη ο Πλάτων, δεν την παρουσιάζει σαν ένα μέσο για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα, αλλά μάλλον σαν την ιδεατή Πόλη του χρυσού αιώνα. Σημειώνουμε επίσης ότι αυτή η ιδεατή και κοινοβιακή Πόλη είναι καταδικασμένη να εξαφανιστεί αμέσως μόλις εμφανιστεί η ιδιοκτησία της γης, όταν ορισμένοι πολίτες υποβιβάσουν τους άλλους στην κατάσταση των περιοίκων ή των δούλων. […] Ο Πλάτων περιορίζεται να περιγράψει την ιδεατή Πόλη, την Πόλη του χρυσού αιώνα, στην οποία θα έπρεπε να επιστρέψουν οι άνθρωποι. Το πολύ πολύ πρόκειται για ένα πρότυπο. […]

Περισσότερο πρακτικός και ρεαλιστής, ο Αριστοτέλης είδε καθαρά το πρόβλημα. Η κριτική του αποκαλύπτει όλα τα αδύνατα σημεία του συστήματος, του οποίου απορρίπτει ακόμα και τις αρχές: «Τίποτε», γράφει στα Πολιτικά, «δεν εμπνέει λιγότερο ενδιαφέρον από ένα πράγμα που ανήκει από κοινού σε πολλούς ανθρώπους». […] Αναγνωρίζει ότι η λύση του προβλήματος της ιδιοκτησίας έχει κεφαλαιώδη σημασία. Αναλύει, με μεγαλύτερη ακρίβεια από όλους τους προγενέστερους, τις διάφορες όψεις του προβλήματος και τις διάφορες δυνατές λύσεις. Από τις διάφορες αυτές μορφές «κομμουνισμού» ο Αριστοτέλης διαλέγει εκείνο που αποκαλεί «κοινοκτημοσύνη και ατομική κατοχή (ή χρήση)», δηλαδή το καθεστώς που, όπως λέει υπήρχε στη Σπάρτη όπου ο κλήρος εμφανίζεται ως ατομική ιδιοκτησία, ενώ η γη στο σύνολό της παραμένει ιδιοκτησία της κοινότητας των Σπαρτιατών.

Δεν πρόκειται όμως εδώ παρά για μια θεωρητική εκλογή: στην πραγματικότητα, αν ο Αριστοτέλης δέχεται την κοινοκτημοσύνη της γης αυτό συμβαίνει σε πολύ περιορισμένα όρια, με τη μορφή ελέγχου εκ μέρους ολόκληρης της Πόλεως με σκοπό την αποφυγή της υπερβολικής συγκέντρωσης της ακίνητης περιουσίας.

[…] Η κριτική του, όμως, περισσότερο και από την αρχή της κοινοκτημοσύνης, αναφέρεται στους τρόπους εφαρμογής της, όπως τους αντιλαμβάνεται ο Πλάτων, και κυρίως στο μερικό χαρακτήρα αυτής της εφαρμογής: πως πράγματι, θα μπορούσε να συμβιβαστεί ο «κομμουνισμός» των φυλάκων, με την απόλυτη οικονομική ελευθερία που απολαμβάνουν οι παραγωγοί; Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Αριστοτέλης δε θεωρεί το πράγμα δυνατό παρά μόνο σε μια συγκεκριμένη περίπτωση: «Αν η γη καλλιεργείται από άλλους και όχι από τους πολίτες, το ζήτημα τίθεται διαφορετικά και είναι ευκολότερο». Είναι η δικαίωση του σπαρτιατικού «κομμουνισμού», που στηρίζεται στην εργασία μιας τάξεως δούλων […] Αντίθετα, «… αν εκείνοι που καλλιεργούν τη γη το κάνουν για λογαριασμό τους, οι λόγοι συμφέροντος θα προκαλέσουν πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες».

Αν όμως ο Αριστοτέλης επισημαίνει το μερικό χαρακτήρα του πλατωνικού «κομμουνισμού» δεν επισημαίνει λιγότερο τις δυσκολίες εφαρμογής ενός ολοκληρωτικού «κομμουνισμού», στα πλαίσια της πλατωνικής Πόλεως, ειδικότερα την αδυναμία συμβιώσεως πολεμιστών και καλλιεργητών, όταν οι πρώτοι κρατούν στα χέρια τους τη στρατιωτική και πολιτική δύναμη, ενώ οι δεύτεροι στερούνται και τη μία και την άλλη […] τον οδηγεί στο να απορρίψει ολόκληρο το σύστημα, όπως είχε ήδη κάνει, για παρόμοιους λόγους με το σύστημα του Ιπποδάμου […] και βλέπουμε ήδη να εμφανίζεται πάλι εκείνο που, για πολλά πνεύματα του 4ου αιώνα, είναι η ίδια η εγγύηση της πολιτικής σταθερότητας: η δημοκρατία, εδραιωμένη στην τάξη των ένοπλων χωρικών.

Έτσι, καμία από τις «κομμουνιστικές» θεωρίες του 4ου αιώνα δεν εμφανίζεται αληθινά σαν ένα θεραπευτικό μέσο, σα μια λύση στα προβλήματα που δημιουργεί η ανισότητα του πλούτου ή μάλλον η υπερβολική φτώχεια και ο υπερβολικός πλούτος. Καμία, εκτός από εκείνη της Πραξαγόρας, δεν είναι καθολικήκαμία ιδίως δεν εξετάζει τους όρους μιας πρακτικής εφαρμογής. Παραμένουν συνεπώς όλες στο επίπεδο της ουτοπίας.

Αντίθετα, ο Πλάτων όταν επεξεργάζεται την πολιτεία της μελλοντικής αποικίας των Μαγνητών, εννοεί να κάνει έργο νομοθέτη. Δεν πρόκειται πια για την περιγραφή της ιδεατής Πόλεως και του εκφυλισμού της∙ δεν ενδιαφέρεται για τη θεραπεία μιας συγκεκριμένης καταστάσεως μέσα σε μια Πόλη προικισμένη με νόμους και με θεσμούς, ούτε και για την επαναστατική αναμόρφωση της Πόλεως. Οφείλει να δημιουργήσει μια αποικία από το μηδέν, να εξετάσει, με πλήρη ελευθερία, τη δημιουργία μιας σταθερής κοινωνίας.

Δημοσιεύτηκε στον ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ στις 27 Ιουνίου 1996

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου