Η
αρχαιότητα όχι μόνο δεν είχε θερμόμετρα και βαρόμετρα, φακούς και τηλεσκόπια,
δοκιμαστικούς σωλήνες και ζυγαριές ακριβείας, αλλά δεν είχε ούτε καν ένα σωστό
ρολόι.
Οι
αρχαίοι μετρούσαν έξι πρωινές ώρες (από την ανατολή του ήλιου ως το μεσημέρι), έξι
απογευματινές ώρες (από το μεσημέρι ως τη δύση του ήλιου) και δώδεκα
νυχτερινές ώρες∙ επομένως, η ώρα είχε κάθε μέρα διαφορετική
διάρκεια και η διαφορά ανάμεσα στη μικρότερη και τη μεγαλύτερη ώρα ήταν
παραπάνω από το διπλάσιο. Το άλλο άκρο αυτού του συστήματος είναι οι δικές μας,
πάντα ίσες αστρικές ώρες, που κι αυτές όμως είναι πολύ αφύσικες.
Στον
προσδιορισμό της ώρας οι αρχαίοι αρκούνταν σε πολύ γενικές έννοιες: πρωί,
απόγευμα, βράδι, ώρα της αγοράς, κλείσιμο της αγοράς. Ηλιακά ρολόγια υπήρχαν
από παλιά, ενώ αντίθετα τα αμμορόλογα ήταν άγνωστα.
Στις
δίκες χρησιμοποιούσαν την κλεψύδρα, ένα υδραυλικό ρολόι, με το οποίο
προσδιόριζαν τον χρόνο που είχε στη διάθεσή του ο αγορητής· δίπλα του έστεκε ο
υδροφύλακας, «ο εφ’ ύδωρ»· όταν διαβάζονταν επίσημα έγγραφα και εξετάζονταν οι
μάρτυρες, το ρολόι σταματούσε: ο ομιλητής φώναζε τότε στον δούλο: «επίλαβε τό ύδωρ»,
σταμάτησε το νερό. Επομένως, αν λόγου χάρη του έδιναν μια ώρα για να μιλήσει,
τον Ιούνιο είχε στη διάθεσή του σχεδόν μιάμιση ώρα, ενώ τον Δεκέμβρη δεν είχε
ούτε τρία τέταρτα. Για να υπάρξει ένα κάποιο αντιστάθμισμα, οι αρχαίοι θα
έπρεπε να έχουν ακριβείς πίνακες για ολόκληρο τον χρόνο, αλλά προφανώς δεν
υπήρχαν τέτοιοι πίνακες.
Κάτω
από αυτές τις συνθήκες, δεν μπορούσε κανείς να δώσει ραντεβού μ’ έναν άλλο
σε μια ορισμένη ώρα, και η «στρατιωτική ακρίβεια» στην ώρα προσέλευσης στα
σχολεία, στις δημόσιες υπηρεσίες ή στα μαγαζιά και τα εργαστήρια ήταν εντελώς
αδύνατη. […]
Πρέπει
να συνηθίσουμε στη σκέψη ότι ο αρχαίος είχε εντελώς διαφορετική αίσθηση του
χρόνου απ’ ό,τι εμείς, ή μάλλον, σε σύγκριση μ’ εμάς, δεν είχε καμιά αίσθηση
του χρόνου. Ένας κόσμος χωρίς καντράν, στον οποίο ποτέ δεν ηχεί το ρολόι
του καμπαναριού και ποτέ δεν ακούγεται το τικ-τακ ενός εκκρεμούς, ένας κόσμος
όπου κανένας δεν έχει ρολόι στην τσέπη του και κανένας δεν ξέρει τι ώρα είναι,
έχει για εμάς κάτι το ανατριχιαστικά άδειο.
Egon Friedell, Πολιτιστική ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας
[Εκδόσεις
Πορεία, 1994, σελ. 340-341]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου