Το χάσμα ανάμεσα στη φιλοσοφία και στην
πολιτική άνοιξε ιστορικά με τη δίκη και την καταδίκη του Σωκράτη, ένα γεγονός που στην ιστορία της πολιτικής σκέψης
παίζει τον ίδιο ρόλο της κρίσιμης καμπής που παίζει η δίκη και η καταδίκη του
Ιησού στην ιστορία της θρησκείας.
Η δυτική παράδοση της πολιτικής σκέψης
ξεκίνησε όταν ο θάνατος του Σωκράτη οδήγησε τον Πλάτωνα στην απελπισία
σχετικά με τη ζωή της πόλεως και ταυτόχρονα στη αμφισβήτηση ορισμένων
θεμελιωδών αρχών της διδασκαλίας του Σωκράτη. Το γεγονός ότι ο Σωκράτης δεν κατάφερε να πείσει τους δικαστές του
για την αθωότητα και τις αρετές του, οι οποίες ήταν πολύ προφανείς στους
καλύτερους και νεότερους από τους Αθηναίους πολίτες, έκανε τον Πλάτωνα να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της πειθούς.
Δυσκολευόμαστε να συλλάβουμε τη σπουδαιότητα αυτής της αμφισβήτησης, επειδή η
λέξη «persuation» αποτελεί πολύ αδύναμη και ανεπαρκή μετάφραση του
αρχαίου όρου πείθειν, η πολιτική
σπουδαιότητα του οποίου φαίνεται από το γεγονός ότι στη Αθήνα υπήρχε ναός
αφιερωμένος στη θεά Πειθώ.
Το
πείθειν αποτελούσε την κατεξοχήν
πολιτική μορφή λόγου και μια που οι
Αθηναίοι ήταν περήφανοι που οι ίδιοι, σε αντίθεση με τους βαρβάρους,
διαχειρίζονταν τις πολιτικές τους υποθέσεις με τη μορφή λόγου και όχι με
καταναγκασμό, θεωρούσαν τη ρητορική, την τέχνη της πειθούς, ως την υψηλότερη
και αληθινά πολιτική τέχνη. …
Στενά
συνδεδεμένη με τις αμφιβολίες του Πλάτωνα σχετικά με την εγκυρότητα της πειθούς
είναι η οργισμένη καταγγελία της δόξας,
της γνώμης, που όχι μόνο διατρέχει σαν κόκκινη κλωστή τα πολιτικά του έργα,
αλλά αποτέλεσε και έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της έννοιας της αλήθειας
που πρέσβευε. … Το θέαμα του Σωκράτη που
υπέβαλε τη δική του δόξα στις
ανεύθυνες γνώμες των Αθηναίων και έχασε από μια πλειοψηφία έκανε τον Πλάτωνα να
νιώσει αποστροφή για τις γνώμες και να επιζητήσει απόλυτα πρότυπα. ...
Ο
Αριστοτέλης … ξεκινά με τη ακόλουθη φράση τη Ρητορική του, η οποία ανήκει στα πολιτικά του έργα, όπως και η Ηθική: η ρητορική εστιν αντίστροφος της διαλεκτικής (η τέχνη της πειθούς
[και ως εκ τούτου η πολιτική τέχνη του λόγου] είναι το αντίστροφο της τέχνης
της διαλεκτικής [της τέχνης του φιλοσοφικού λόγου]). (Ρητ., 1354αΙ)
Η
βασική διάκριση ανάμεσα στην πειθώ
και στη διαλεκτική είναι ότι η πρώτη πάντοτε απευθύνεται σε ένα πλήθος (πείθειν
τα πλήθη), ενώ η διαλεκτική
είναι εφικτή μόνο ως διάλογος μεταξύ δύο
ανθρώπων. Το σφάλμα του Σωκράτη ήταν ότι απευθύνθηκε στους δικαστές του με
διαλεκτική μέθοδο, γι’ αυτό δεν μπόρεσε να τους πείσει. Από την άλλη, η αλήθεια
του, εφόσον σεβάστηκε τους περιορισμούς που ενυπάρχουν στην πειθώ, έγινε μια
άλλη γνώμη ανάμεσα στις πολλές, που δεν είχαν μεγαλύτερη αξία από τις μη
αλήθειες των δικαστών. …
Όμως
η πειθώ δεν προέρχεται από την αλήθεια,
αλλά από τις γνώμες (Φαίδρος,
260α) και μόνον η πειθώ αξιολογεί το
πλήθος και ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, το να πείθει κανείς το πλήθος σημαίνει να
επιβάλλει τη γνώμη του στις γνώμες των πολλών· άρα η πειθώ δεν είναι το αντίθετο της διακυβέρνησης δια της βίας αλλά
μια έκφανσή της. Οι μύθοι για το Επέκεινα, με τους οποίους ο Πλάτων
ολοκλήρωσε όλους τους πολιτικούς του διαλόγους, εκτός από τους Νόμους, δεν είναι αλήθεια ούτε απλή
γνώμη· … είναι μια προσπάθεια χρήσης μόνο λεκτικής βίας …
(ΚΕΔΡΟΣ,
2009, σελ. 53-60)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου