Καταρχάς
λαϊκισμός δεν είναι ό,τι δεν μας αρέσει.
Η προεκλογική πλειοδοσία, το φιλολαϊκό προφίλ ή η υπόσχεση ότι «θα τα αλλάξω
όλα» είναι αναπόσπαστα χαρακτηριστικά της καθημερινής πολιτικής πρακτικής. Ο λαϊκισμός μπορεί να ανιχνευτεί με βάση
συγκεκριμένα κριτήρια:
v Την αναφορά στον «λαό» ως υπέρτατη πηγή
εξουσίας.
v Την μετωπική σύγκρουση με την «ελίτ» και το «σύστημα» ως βασική
διαχωριστική γραμμή που υποσκελίζει όλες τις άλλες στην πολιτική διαπάλη.
v Όταν η δυαδικότητα της πολιτικής ρητορικής («εμείς-αυτοί»)
και η απονομιμοποίηση του αντιπάλου («δεν δικαιούστε δια να ομιλείτε») συνυπάρχουν και κυριαρχούν στην
πολιτική έκφραση ενός ηγέτη, κόμματος ή κινήματος, μπορούμε να μιλάμε για
λαϊκισμό.
Γιατί γοητεύει τόσο στις
μέρες μας
Ο λαϊκισμός είναι
μια ρηχή ιδεολογική πρόταση, η οποία πέραν της κυριαρχίας του λαού, της
αντίθεσης στις ελίτ και της αντίληψης της πολιτικής διαμάχης ως μια πολωτική
αντιπαλότητα μεταξύ καλού λαού και κακών ελίτ δεν προδικάζει συγκεκριμένες ιδεολογικές επιλογές. Δεν είναι όλοι
οι αυταρχικοί ή ριζοσπάστες ηγέτες που βλέπουμε γύρω μας λαϊκιστές ή κυρίως
λαϊκιστές. Ο Ερντογάν για παράδειγμα είναι πρώτα Ισλαμιστής και μετά λαϊκιστής,
ο Μπολσονάρο στην Βραζιλία είναι βασικά ακροδεξιός και εξετάζεται αν είναι και
λαϊκιστής κοκ. […]
Η παγκοσμιοποίηση στην
Δύση, και στην περίπτωση της Ευρώπης
η περιφερειακή ενοποίηση, έχουν καταστήσει την έκφραση λαϊκών αιτημάτων και τον έλεγχο της εξουσίας από
εκλογικά σώματα που λειτουργούν ακόμα στο εθνικό πλαίσιο μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Σε αυτό το πλαίσιο, ο λαϊκισμός επιτρέπει σε συγκεκριμένες ατζέντες – αντίθεση στην
μετανάστευση, στον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό κοκ – να εκφραστούν με όρους δημοκρατικής και αντιπροσωπευτικής διεκδίκησης.
Αριστερός και δεξιός λαϊκισμός
Ο λαϊκισμός της
Αριστεράς έχει ένα πιο εξισωτικό περιεχόμενο, τείνει να προκρίνει ζητήματα
οικονομικής ανισότητας και να αντιπαραθέτει τους «από κάτω» στους «από πάνω» με
όρους και πολιτικούς και κοινωνικοοικονομικούς.
Ο λαϊκισμός της
Δεξιάς ορίζει τον «λαό» συνήθως με όρους εθνότητας, ιθαγένειας ή φυλής. Είναι πιο ιεραρχικός, με την έννοια ότι
ο «λαός» δεν αντιπαρατίθεται μόνο προς τα «πάνω» (πολιτικές ελίτ) αλλά και προς
τα «κάτω» (εθνοτικά ξένες ή κατώτερες ομάδες όπως οι μετανάστες).
Χάρη στον λαϊκισμό
όμως Δεξιά και Αριστερά μπορούν να δανείζονται στοιχεία η μια από την άλλη.
Έλληνες λαϊκιστές ηγέτες
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι οπωσδήποτε η πρωτοτυπική περίπτωση
λαϊκιστή πολιτικού στην Ελλάδα, αν και όχι σε όλες τις φάσεις της πολιτικής του καριέρας και όχι
πάντα με τον ίδιο τρόπο. Πχ μετά το 1990 δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί πια
λαϊκιστής και προσωπικά έχω αμφιβολίες αν ήδη από την επαύριο των εκλογών του
1985 παραμένει λαϊκιστής.
Υπάρχουν εδώ ενδιαφέρουσες αναλογίες με την
πορεία ενός άλλου εκπροσώπου του λαϊκισμού στην Ελλάδα, του Αλέξη Τσίπρα. Μέχρι το 2015 πρόκειται οπωσδήποτε για
λαϊκιστή ο οποίος καταφέρεται ενάντια και στις εγχώριες και στις ξένες
ελίτ. Η προσαρμογή του όμως στο
ευρωπαϊκό πλαίσιο αφαιρεί μεγάλο μέρος της αξιοπιστίας του ως εκπροσώπου του
λαού. Μιλάμε άλλωστε για έναν πολιτικό που εφάρμοσε μια οικονομική πολιτική
ενάντια στο 61% του δημοψηφίσματος του 2015, και ετοιμάζεται να λύσει ένα
εθνικό θέμα ενάντια στο 70-75% της κοινής γνώμης.
Ο αμερικανικός
λαϊκισμός
Ο αμερικανικός
λαϊκισμός υπήρξε ιστορικά ένα αριστερόστροφο φαινόμενο. Στο αμερικανικό
πολιτικό λεξιλόγιο το επίθετο «populist»
χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα με θετικό νόημα από αριστερούς πολιτικούς.
Σε μια χώρα με ασθενή σοσιαλδημοκρατική παράδοση και καχυποψία προς την έννοια
της ταξικής πάλης, ο αγροτικός κυρίως λαϊκισμός υπήρξε η κύρια έκφραση
αμφισβήτησης της οικονομικής ανισότητας στην κοινωνία.
Ο λαϊκισμός ως ίδιον
της (ακρο)δεξιάς στις ΗΠΑ είναι ένα πιο πρόσφατο φαινόμενο που γενικεύεται κυρίως μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Από τότε
ξεκινάμε να βλέπουμε ατζέντες ριζοσπαστικού νεοφιλελευθερισμού, κοινωνικού
συντηρητισμού και φυλετισμού να διατυπώνονται συστηματικά με όρους αμφισβήτησης
των ελίτ και του συστήματος. Αυτό ήταν όμως κάτι που είχε ήδη αρχίσει να εμφανίζεται
στην Ευρώπη από την δεκαετία του ’80, με την λαϊκιστική μεταστροφή της
μεταφασιστικής ακροδεξιάς.
Ως συμπύκνωση όλων
των ρευμάτων
του μεταψυχροπολεμικού δεξιού λαϊκισμού στις ΗΠΑ, ο Τραμπ ουσιαστικά εφαρμόζει την συνταγή που ο Λεπέν και ο Χάιντερ είχαν
διαμορφώσει στην Ευρώπη 20 χρόνια νωρίτερα.
Είναι απειλή για τη
δημοκρατία;
Η άνοδος του
λαϊκισμού σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία είναι συνήθως «καμπανάκι» ότι η ισορροπία
μεταξύ του εκλογικού-λαϊκού πυλώνα και του φιλελεύθερου-θεσμικού πυλώνα του
συστήματος ευνοεί υπερβολικά τον δεύτερο.
Είναι κάτι σαν τον
πυρετό σε έναν ασθενή: είναι σύμπτωμα και προειδοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά,
δεν είναι η αρρώστια από μόνος του.
Είναι κρίσιμο σε αυτό το σημείο το σύστημα να αντιδράσει και να
αφουγκραστεί τα αιτήματα πίσω από τον λαϊκισμό. Αν αυτό συμβεί, τότε ο
λαϊκισμός μπορεί να θεωρηθεί ακόμα και κάτι θετικό, στον βαθμό που επιτρέπει σε
ένα πολιτικό σύστημα να ανανεώσει την νομιμοποιητική του βάση.
Είναι ο αντιλαϊκισμός
εξίσου επικίνδυνος;
Περισσότερο
ακατάλληλο θα τον έλεγα. Επικεντρώνει
στον λαϊκισμό ως το πρόβλημα και όχι τα αιτήματα και τα προβλήματα που τον
θρέφουν.
Δεύτερον
πέφτει στην παγίδα να παρουσιάζει την
πολιτική διαπάλη ως μια διαμάχη «καλών» και «κακών». Έτσι γίνεται ένας
λαϊκισμός από την ανάποδη.
Η σωτηρία της Δημοκρατίας
Ένα
δημοκρατικό σύστημα δημιουργείται, επιζεί και προοδεύει όταν η μεγάλη
πλειοψηφία των πολιτών αποδέχεται τους κανόνες της λειτουργίας του και τους
θεωρεί εξίσου πολύτιμους με την ικανοποίηση επιμέρους κοινωνικών αιτημάτων. Αν
αυτό υπάρχει, κανένας λαϊκιστής από μόνος του δεν αρκεί για να καταλύσει την
δημοκρατία.
Αν ένα λαϊκιστικό
κόμμα ή κίνημα ανατρέπει μια φιλελεύθερη δημοκρατία, τότε σημαίνει ότι αυτή
έπασχε ήδη από προβλήματα που ξεπερνούσαν κατά πολύ την ρητορική ενός λαϊκιστή
πολιτικού και μόνο.
Πηγή:
Άγγελος Χρυσόγελος, Τι είναι και γιατί γοητεύει ο λαϊκισμός
(naftemporiki.gr,
30/01/19)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου