Η σύνδεση του στωικισμού με παλαιότερες φιλοσοφίες και
ιδιαίτερα μ’ εκείνη του Σωκράτη είναι προφανής. […] Όμως και
τα νέα στοιχεία δεν είναι λίγα. Από πού προέρχονται; Όλοι σχεδόν οι
ερμηνευτές συμφωνούν πως το πρωτότυπα στοιχεία του στωικισμού καθορίζονται από
τη συγκεκριμένη πολιτικές και ιστορικές
συνθήκες που επικρατούν στα τέλη του τέταρτου αιώνα π. Χ. Είναι, λένε, περίοδος ηθικής και πολιτικής αποσύνθεσης. Οι αξίες της πόλης –
κράτους και τα παλαιότερα θρησκευτικά ιδανικά έχουν καταρρεύσει, και προκύπτει
η ανάγκη αναζήτησης νέων θεμελίων για τη ζωή. Πρέπει να κατευναστούν οι φόβοι
των ανθρώπων, να χαλιναγωγηθούν οι επιθυμίες τους. Όμως πόσα μπορούν να
εξηγηθούν μ’ αυτόν τον τρόπο; […] Και επιπλέον, αν το ζητούμενο ήταν μια
απάντηση, ο στωικισμός δεν υπήρξε η μοναδική. Η φιλοσοφία του Επίκουρου επίσης
κατευνάζει τους φόβους και χαλιναγωγεί τις επιθυμίες – αλλά με πόσο διαφορετικό
τρόπο! […]
Όχι· αν υπάρχει ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του στωικισμού που οφείλεται
στην τότε κατάσταση, είναι αυτό που μοιράζεται από κοινού με τον επικουρισμό.
Και εννοώ τη νέα συνείδηση της δύναμης του ανθρώπου όπως αναδύεται τον τέταρτο
αιώνα, την πίστη στην αποθέωση της
ανθρώπινης ύπαρξης. Λίγα χρόνια μετά την άφιξη του στην Αθήνα το 307, ο
Ζήνων παρακολούθησε και άκουσε τους Αθηναίους να υποδέχονται τον Δημήτριο τον
Πολιορκητή, έναν από τους Επιγόνους του Μ. Αλεξάνδρου. […] Τον υποδέχθηκαν όχι μόνο με θυμιάματα και
στεφάνους και σπονδές αλλά και με χορωδιακές πομπές και παιάνες. Και όταν οι
χορωδοί συνενώθηκαν με το πλήθος, σύσσωμοι έψαλλαν επανειλημμένα την επωδό: «…
είναι ο μόνος αληθινός θεός, … Οι άλλοι θεοί κοιμούνται ή λείπουν μακριά ή δεν
υπάρχουν καν …». (Αθήναιου Δειπνοσοφισταί,
VI, 62). Ο
ζωντανός θεός με την ανθρώπινη μορφή αντικατέστησε τον θεό τον λαξεμένο σε
πέτρα, χρυσό ή ελεφαντόδοντο.
Όμως τι λογής άνθρωποι ήσαν οι νέοι «θεοί»; Τουλάχιστον ξέρουμε τη γνώμη που είχαν οι Κυνικοί,
στους οποίους μαθήτευσε ο Ζήνων […] «Ο Φίλιππος και οι σύντροφοί του ζούσαν
μες στην σπατάλη … με συνεχείς λεηλασίες … Ποτέ δε γνώρισε η ιστορία τόσο άγρια
κτήνη …» (Θεόπομπος). Τέτοιοι χαρακτήρες, «όπως φαίνεται, εγγυώνται την
επιτυχία, τη φήμη και μια αχανή αυτοκρατορία». Και πιο ρόλο έπαιξε ο
Αλέξανδρος, ο μεγάλος βασιλιάς, από τον οποίο πολλοί υποθέτουν πως οι Στωικοί
εμπνεύστηκαν το όραμά τους για ένα οικουμενικό κράτος και για την ενότητα της
ανθρωπότητας; Στο πρόσωπό του η ανθρώπινη πλεονεξία βρίσκει το αποκορύφωμά της.
«Ο Αλέξανδρος», λέει ο Σενέκας, «παρ’
όλο που έφτασε ως τις ακτές του Ινδικού Ωκεανού, λαχταρούσε ακόμη μεγαλύτερη
επικράτεια απ’ αυτή που είχε ήδη κατακτήσει. … μέχρι το τέλος του η πλεονεξία
του παρέμενε ακόρεστη».
Τα πάντα ανήκουν στο σοφό –κι ο σοφός δεν αρκείται στα λίγα-, όμως τούτες οι «κτήσεις» του έχουν άλλο νόημα από
εκείνες του Αλέξανδρου (De Beneficiis VII, 2, 5). Αντί να υποτάξει τον κόσμο, υποτάσσει τον
εαυτό του· αντί να οικοδομήσει μια αυτοκρατορία ανθρώπων και πραγμάτων,
οικοδομεί τον βίο που κυβερνάται από τον λόγο και ορίζεται από τη διάνοια. […]
Και βέβαια ο σοφός σύμφωνα με τους Στωικούς δεν είναι
απλώς κάποιος που ζει προς χάρη της ηθικής πράξης, όπως τον απεικόνισαν
μέχρι τώρα, αλλά είναι κατ’ εξοχήν
άνθρωπος που γνωρίζει αλλά ποτέ δεν γνωμοδοτεί (SVF 1 απ. 54 = Στοβαίος Ανθολ. 2.7.11 και Δ. Λαέρτ. 7.121). Να μια άποψη πρωτάκουστη στην
εποχή της. Κανένα στωικό παράδοξο δεν διακωμωδήθηκε περισσότερο. Το παράδοξο
αυτό όμως δηλώνει πως ο σοφός, και όταν πρόκειται για την αλήθεια, πάντα
αποβλέπει στο ιδεώδες της τελειότητας.
Σε όλη τη διάρκεια της
ιστορίας του στωικισμού […], ο σοφός
είναι ένας μάρτυρας της φυσικής τάξης, θαυμαστής και λάτρης της Φύσης. Η έρευνα ή ο στοχασμός, λέει ο Σενέκας,
είναι μια από τις μορφές της ανθρώπινης
ύπαρξης, κι όχι απλά ένα καταφύγιο για τον κάθε άεργο. Και προσθέτει:
«Ακριβώς επειδή αφοσιώθηκαν στη μελέτη της αλήθειας, ο Ζήνων, ο Κλεάνθης κι ο
Χρύσιππος έχουν προσφέρει στην ανθρωπότητα πολύ περισσότερα απ’ όλους όσοι
αφοσιώθηκαν στην πολιτική δράση» (Σενέκας, De Otio
5, 6) […]
Ναι, αληθεύει πως υψηλότερος σκοπός του σοφού είναι να μάθει
πώς να συμπεριφέρεται στη ζωή· κι ο Ζήνων έλεγε, παραφράζοντας τον Ησίοδο:
«“Πανάριστος είναι εκείνος που πειθαρχεί στις ορθές παραινέσεις· αλλά κι
εκείνος που ανακαλύπτει τα πάντα μόνος του είναι γενναίος και δυνατός”. Ο
δεύτερος διαθέτει απλά μια ευρεία αντίληψη ενώ ο πρώτος όταν αποδέχεται τη
σωστή καθοδήγηση, προχωρά στην πράξη» (SVF 1 απ. 235 = Διογ. Λαέρτ. 7. 25-26). Όμως μήτε ο Ζήνων
μήτε κανείς άλλος Στωικός δεν αμφισβήτησε ποτέ πως η ορθή συμβουλή δεν πρέπει απλά να βασίζεται σε ηθικά προστάγματα μα
στην κατανόηση του κόσμου και στην αλήθεια. […]
Οι αρχαίοι συχνά λέγανε πως η
πλατωνική, η αριστοτελική και η στωική ηθική δεν διέφεραν ουσιαστικά ως προς το
περιεχόμενο, […] Ωστόσο η καινοτομία της
στωικής φυσικής και λογικής ήταν αδιαμφισβήτητη· και το ότι σηματοδοτούσε
την αποφασιστική προσπάθεια της Στοάς να εδραιώσει την αλήθεια, φανερώνεται από
τις βίαιες επιθέσεις των αρχαίων Σκεπτικών κατά του στωικισμού […]
Αυτές οι επιθέσεις μαρτυρούν
όχι την αδυναμία του στωικισμού αλλά το γεγονός ότι ο σκεπτικισμός δεν θα ήταν
ασφαλής αν δεν μπορούσε να ανασκευάσει τη στωική επιστημολογία και μεταφυσική.
Κι είναι αλήθεια πως στα χρόνια του Κικέρωνα, η επιστημολογία του Ζήνωνα, που
παρέμενε αμετάβλητη, προκάλεσε την παροδική έκλειψη του Σκεπτικισμού: ο
Αντίοχος βρήκε πως ήταν αδύνατο να ανασκευαστεί η ζηνώνεια επιστημολογία. […]
Δεν μπορεί να αληθεύει,
λοιπόν, πως οι άνθρωποι δέχτηκαν το
μήνυμα του Ζήνωνα (στο οποίο πάνω απ’ όλα βαραίνει το «ούτως υπαγορεύει η λογική»), όχι επειδή πείστηκαν με ένα ψυχρό και
διανοητικό τρόπο, αλλά επειδή πίσω απ’ τις ιδέες βρίσκονταν μια τρομερά ισχυρή
προσωπικότητα κι επειδή κάτι βαθιά μες στην καρδιά τους ξύπνησε και
ανταποκρίθηκε στη διδασκαλία του […]
Στα μάτια του ιδεαλιστή ο
στωικισμός πάντα θα μοιάζει οπισθοδρομικός και ακατέργαστος σε σύγκριση με τον
πλατωνισμό και τον αριστοτελισμό· αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι καινούργιες
στωικές θέσεις ήσαν προϊόντα ακρισίας ή πως οι Στωικοί δεν πέρασαν από κόσκινο
τις προηγούμενες θεωρίες. Δεν είναι
τυχαίο που επέστρεψαν στους προσωκρατικούς […] Ο Ζήνων θέλησε να
συμβουλευτεί το μαντείο ζητώντας να μάθει τι έπρεπε να κάνει για να είναι
άριστος ο βίος του, και η απάντηση του θεού ήταν πως έπρεπε να «συγχρωτιστεί»
με τους νεκρούς. Και κατάλαβε πως το νόημα του χρησμού ήταν να μελετά τους
αρχαίους συγγραφείς (Διογ. Λαέρτ., VII, 2).
Με άλλα λόγια, η στωική ηθική
δεν είναι μια ηθική που καθορίζεται μόνο από πρακτικούς στόχους. Δεν
διασφαλίζεται απλά και μόνο με το να υιοθετεί ιδέες που μπορεί να φανούν
χρήσιμες ή να μπαλώνουν μια κατάσταση ανάγκης. Ο σοφός πράττει το πρέπον γιατί πιστεύει πως έτσι ακολουθεί της
επιταγές της φύσης. Η Φύση, όπως την αντιλαμβάνεται ερευνώντας την αλήθεια,
είναι το άστρο που τον οδηγεί.
Ludwig Edelstein, Ο Στωικός Σοφός
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΘΥΡΑΘΕΝ, 2002, σελ. 30-37)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου