Για να γνωρίσει κανείς βαθύτερα ένα
άτομο, ή ένα κοινωνικό σύνολο, τίποτα δεν είναι τόσο αποκαλυπτικό όσο το να
μελετήσει την προέλευσή του. Ιστορικά, αλλά και μέσα στη λαϊκή
φαντασία, τι είναι ένας άρχοντας, ένας
ευγενής; Είναι ένας άνθρωπος που πάει με τό άλογο και που δεν φοβάται.
Πως ονόμαζε ο ίδιος ο λαός εκείνους που
έμελλαν να γίνουν οι «αστοί»; Τους ονόμαζε «σκονισμένα πόδια»: πήγαιναν
πεζοί από χωριό σε χωριό, από πόρτα σε πόρτα, κουβαλώντας το εμπόρευμά τους
στην πλάτη και ζητώντας επίμονα αγοραστή. Οι
«αστοί» δεν συγχώρησαν ποτέ στον εαυτό τους την ταπεινή αυτή καταγωγή τους.
Ευθύς εξαρχής, μίσησαν εκείνον που πήγαινε με τ’ άλογο, είχαν έναν λογαριασμό
να ξεκαθαρίσουν μαζί του. Έπρεπε να εκδικηθούν όχι μόνο τον ευγενή, μα κι όλους
τους άλλους.
Γιατί
επιτέλους ο ευγενής ζούσε στο σπίτι του, ο χωρικός ζούσε κι εκείνος στο δικό
του, ο τεχνίτης το ίδιο, και μόνο ο άνθρωπος με τα σκονισμένα πόδια έπαιρνε
τους δρόμους για να κερδίσει τη ζωή του: οι άλλοι ήταν, με διαφορετικούς τίτλους,
όλοι τους «παραγωγοί». Ο έμπορος δεν
ήταν παραγωγός, δεν είχε αυτή την αξιοσύνη, ήταν ένας μεταφορέας, ένας
ενδιάμεσος, κάποιος που κέρδιζε από την εργασία των άλλων και που παρατήρησε
γρήγορα πως ν’ αυτό τον τρόπο πλούτιζε κανείς πιο γρήγορα παρά αν ήταν ευγενής,
χωρικός ή τεχνίτης. Κι αυτό εξηγεί τον άρρηκτο δεσμό του εμπόρου με το
χρήμα.
Όμως,
στην αρχή, καθένας καταλαβαίνει πως η ιδιότητα του παραγωγού είτε είναι χωρικός
ή τεχνίτης, είτε συντηρητής και προστάτης της κοινής κληρονομιάς όπως ο ευγενής
ή ο υπάλληλος, αυτή η ιδιότητα του
παραγωγού είναι άξια, ενώ εκείνη του
ενδιάμεσου, του ανθρώπου με τα σκονισμένα πόδια, δεν είναι άξια. Λοιπόν, στην αρχή τουλάχιστον, ο καπιταλισμός είναι
η παραγωγή. Ο άνθρωπος με τα σκονισμένα δεν είναι «καπιταλιστής». Θα γίνει
καπιταλιστής αργότερα, με πλάγιο τρόπο, με το χρήμα.
Ο «σκονισμένος» βρίσκεται στην
υπηρεσία όλων των άλλων, δηλαδή εκείνων που μένουν στα
σπίτια τους και παράγουν όλα τα αγαθά της υλικής επιβίωσης και του πολιτισμού.
[…] Η μπουρζουαζία θα διατηρήσει για
πάντα τη σφραγίδα της ταπεινωτική αυτής προέλευσης της και θα αποκτήσει εξαιτίας αυτής της προέλευσης ένα ανεξάντλητο απόθεμα πικρίας, που θα την κάνει φυσικά να
ζηλεύει, να φθονεί κάθε παραγωγό, να
επιζητεί μιαν εκδίκηση εις βάρος των ευγενών και του κλήρου, να είναι πάντα έτοιμη να εκμεταλλευτεί
τον τεχνίτη και τον αγρότη. Αυτή είναι ολόκληρη η ιστορία εκείνου που ονομάζω
«Αστική Εποχή». Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, ευθύς εξαρχής, αυτή η πηγή φθόνου και δυσαρέσκειας έδωσε
στους «σκονισμένους» μια ακόρεστη μανία για δύναμη και μια απέραντη πολιτική
φιλοδοξία.
Αυτά τα αισθήματα βοηθήθηκαν
σημαντικά από τη βασιλική εξουσία. […] Στις αρχές του 14ου
αιώνα, με τον Φίλιππο τον Ωραίο, η βασιλική εξουσία αρχίζει να προδίνει τη
φεουδαρχία, στηρίζεται για να δυναμώσει στην μπουρζουαζία, γίνεται η ίδια όλο
και πιο πολύ μια αστική εξουσία. Τρία
μεγάλα στάδια χαρακτηρίζουν αυτή την
εξέλιξη: ο Φίλιππος, ο Λουδοβίκος ΙΑ΄, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄. Το τέταρτο και
τελευταίο στάδιο, που θα σήμαινε τον
τελικό θρίαμβο της μπουρζουαζίας, θα ήταν η Γαλλική Επανάσταση, κατά την
οποία η βασιλική εξουσία θα καταργηθεί, με μόνη κερδισμένη την αστική τάξη. […]
D. L. Bruckberger,
Ο καπιταλισμός
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ, 1985, σελ. 44-46)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου