Τον Οκτώβριο του 1790
ο Έντμουντ Μπερκ δημοσίευσε τους Στοχασμούς
για την επανάσταση στη Γαλλία –το
περιβόητο μανιφέστο της αντεπανάστασης. Η μεθυστική ρητορεία του συνάρπασε
τους συντηρητικούς. […]
Ο Μπερκ υποστήριζε ότι οι μεγάλες οικογένειες της
γαιοκτημονικής αριστοκρατίας ήταν οι φυσικοί άρχοντες της Γαλλία. […] Ποια άλλη
τάξη διέθετε αιώνες εμπειρίας στις λεπτές υποθέσεις της διακυβέρνησης; Ότι και
αν έλεγε ο Σεγιές, διακόσιες χιλιάδες
άνδρες πράγματι μπορούσαν να μιλούν στο όνομα είκοσι έξι εκατομμυρίων –αν
βέβαια ήταν οι σωστές διακόσιες χιλιάδες. Ο Μπερκ προτίμησε να παραβλέψει,
ή ίσως δεν γνώριζε καν το γεγονός ότι οι ευγενείς της Γαλλίας, απορρίπτοντας
κάθε μεταρρύθμιση, δεν αντιπροσώπευαν κανέναν άλλον παρά μόνο τον εαυτό τους.
[…]
Ο Μπερκ απεχθανόταν τους νέους κυβερνήτες της Γαλλίας, […]
Οι νέοι κυβερνήτες της Γαλλίας, έλεγε ο Μπερκ, διακωμωδούσαν τη σοφία των
προγόνων τους και πρόδωσαν την εμπιστοσύνη των επιγόνων. Η ριζική αλλαγή αναπόφευκτα είναι πάντοτε λάθος, αφού δεν μπορεί παρά
να βασίζεται στα παροδικά συμφέροντα, τις αξίες και την εξαιρετικά περιορισμένη
εμπειρία μιας και μόνο γενιάς.
Ο Μπερκ επέμενε ότι τα δικαιώματα, όπως και η ίδια η
ιδιοκτησία, έπρεπε να μεταβιβάζονται κληρονομικά· κατάγγειλε λοιπόν τους φιλοσόφους, που με την ακατάσχετη
φλυαρία τους για τα δικαιώματα του ανθρώπου, άλλο τίποτε δεν έκαναν από το να
ενθαρρύνουν την ωμή καταστροφικότατα των επαναστατών. Αυτοί οι θεωρητικοί της
πολυθρόνας είχαν καταλήξει στην ψευτοθεωρία της ισότητας των ανθρώπων,
αγνοώντας εσκεμμένα την πραγματικότητα. […]
Ο ίδιος
ο Μπερκ δεν ήταν καθολικός, αλλά υπερασπίστηκε με σθένος τα δικαιώματα
της γαλλικής εκκλησίας. Το πνεύμα της θρησκείας, υποστήριζε, είναι
αυτό ακριβώς που συγκρατεί την υπερηφάνεια του ανθρώπου και δεν αφήνει τις
λάγνες και φαύλες ορέξεις του καταλύσουν τον κοινωνικό ιστό. Η κοινωνία
τάξη πραγμάτων, όπως έχει κληροδοτηθεί, έχει ιερή καταγωγή· ο άνθρωπος
κηλιδωμένος από το προπατορικό αμάρτημα, δεν θα μπορούσε ποτέ να αλλάξει
ριζικά προς το καλύτερο. Ευτυχώς όμως, πρόσθετε ο Μπερκ, ο άνθρωπος
είναι θρήσκος από ένστικτο και ξέρει καλά ότι μια μέρα θα κληθεί να λογοδοτήσει
για τις πράξεις του μπροστά στο μεγάλο δημιουργό. Περιγελούσε τους ψυχολόγους του δεκάτου ογδόου αιώνα, οι οποίοι,
ακολουθώντας τον Ελβέτιο και τον Κοντιγιάκ, τάσσονταν υπέρ της κοινωνικής ισότητας με το επιχείρημα ότι ο άνθρωπος
δεν είχε έμφυτες ιδιότητες αλλά αντίθετα ο χαρακτήρας και οι δυνατότητες του
διαμορφώνονται από τις κοινωνικές κι εκπαιδευτικές συνθήκες. Όπως και οι
παλαιότεροι συντηρητικοί του δεκάτου ογδόου αιώνα, ο Μπερκ έκρινε
ότι η κοινωνική θέση του ανθρώπου, από τον δουλοπάροικο μέχρι τον ευγενή, ήταν συνέπεια των έμφυτων ιδιοτήτων του
καθενός που, δοσμένες από το θεό, ήταν έτσι κατανεμημένες ώστε να
αλληλοσυμπληρώνονται σ’ ένα αρμονικό σύνολο. […]
Τον καιρό του Μπερκ φιλελεύθεροι και συντηρητικοί πίστευαν
πως η ιστορία όσο και η κοινωνία είχαν υπό μια έννοια, ιερή καταγωγή. Οι
κλασικοί φιλελεύθεροι, όπως ο Άνταμ Σμιθ, διέκριναν στην οικονομική και
κοινωνική τάξη πραγμάτων κάποιους αγαθοεργούς θεϊκούς και φυσικούς νόμους που
την κυβερνούσαν·
αρκούσε οι ηγεμόνες και τα κοινοβούλια ν’ ανοίξουν το δρόμο ώστε ν’ ακολουθήσει
ο κάθε άνθρωπος τα δικά του ορθολογικά συμφέροντα, και αυτοί οι νόμοι,
λειτουργώντας αυτόματα, θα εξασφάλιζαν την πρόοδο.
Από τη δική του συντηρητική σκοπιά, πάλι, ο Μπερκ πίστευε ότι ο θεός είχε ενσωματώσει μια «εκπληκτική σοφία»
στα ένστικτα της ανθρώπινης φυλής. Οι άνθρωποι έπρεπε να συνεχίσουν ν’
ακολουθούν τα αρχαία έθιμα που είχαν δημιουργηθεί από αυτά τα ένστικτα, και ν’ αποφεύγουν τις «αρρωστημένες φαντασιώσεις»
της ορθολογικής συνείδησης των κοινωνικών οραματιστών. Δεν θα πρέπει να
καταχρώμεθα τη γενναιοδωρία του Θεού, ο οποίος πρόσφερε τη χαρά και την
προστασία Του στο ανθρώπινο γένος […]
Οι συντηρητικοί υποστηρίζουν ότι ο Μπερκ
ήταν πιο ευαίσθητος στις ιστορικές αξίες απ’ ότι οι φιλελεύθεροι ανταγωνιστές
του, επειδή προσπάθησε να κρίνει το
παρελθόν με τους όρους του ίδιου του παρελθόντος, ενώ οι αντίπαλοί του απλά το καταδίκαζαν. […] Οι φιλόσοφοι
απέρριπταν το μεσαιωνικό παρελθόν ως διεφθαρμένο γέννημα κάποιων ληστρικών
τυράννων και δεισιδαιμόνων παπάδων, κάνοντας έτσι τις δικές τους αξίες να
φαίνονται διαχρονικές, αυταπόδεικτες και νόμιμες. Για τον Μπερκ, από την άλλη,
ήταν δεδομένο ότι η μεγάλη πλειονότητα των Γάλλων ήταν ευχαριστημένη από το
παλαιό καθεστώς. Συνεπώς, υποστήριζε, η Επανάσταση ήταν αποτέλεσμα των
«σκοτεινών τεχνών» κάποιων ανθρώπων όπως ο Βολταίρος, που με τα γραπτά τους
μεγαλοποιούσαν ακατάπαυστα τα ψεγάδια των ευγενών, ιερέων και αξιωματούχων, και
είχαν ποτίσει τον πληθυσμό σε μια «μαύρη και άγρια πνευματική κτηνωδία».
Τέτοιες καταστροφικές συκοφαντίες όμως, πρόσθετε ο Μπερκ, ενθαρρύνονταν και χρηματοδοτούνταν από
κάποιους πλούσιους μη αριστοκράτες, που ζήλευαν το επίπεδο των ευγενών και το
κύρος τους. […] Η θεωρία συνομωσίας του Μπερκ φυσιολογικά τον οδήγησε στη δική
του λύση: μια ένοπλη επέμβαση των εμιγκρέδων και των ξένων στρατών, οι οποίοι,
υπέθετε εύκολα θα τσάκιζαν τη μικροσκοπική δράκα των επαναστατών και θα επανέφεραν
στην ευγνώμονα Γαλλία τους παραδοσιακούς της άρχοντες. […]
Ο Μπερκ πέθανε πριν από την άνοδο του Ναπολέοντα στην
εξουσία· η επιτυχία
του τελευταίου δεν θα τον εξέπληττε καθόλου.
John Weiss, Συντηρητισμός και Ριζοσπαστική Δεξιά
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΥΡΑΘΕΝ, 2009, σελ. 22-30)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου