[…]
Ήδη στα πρώιμα έργα του Πλάτωνα το ερώτημα για τη φύση της ψυχής ισχύει ως ένα
από τα πιο σημαντικά φιλοσοφικά ερωτήματα, όμως μόνο σε συνάρτηση με τη θεωρία
των ιδεών το πρόβλημα αυτό γίνεται ξεχωριστό θέμα. Οι ιδέες μπορούν να
κατακτώνται γνωστικά μόνο μέσω κάποιου που είναι όμοιο και συγγενές προς αυτές.
Αυτό σημαίνει ότι η ψυχή πρέπει να είναι
αιώνια και αυθύπαρκτη όπως οι ιδέες, όχι ότι η ίδια είναι ιδέα. Στην
απόδειξη αυτής της κατάστασης είναι αφιερωμένα εκτενή τμήματα του Φαίδωνα, καθώς και τμήματα της Πολιτείας και του Φαίδρου.
Ο Φαίδων περιέχει τέσσερα επιχειρήματα για
την αθανασία της ψυχής· τα δύο πρώτα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους, ώστε
μπορούν να θεωρηθούν ως μια απόδειξη σε δύο βήματα.
Η γένεση όλων των
πραγμάτων από το αντίθετό τους (Φαίδων
69e-72e)
Ο Πλάτων ξεκινά από
μια παρατήρηση
που είχε γίνει πολύ πριν απ’ αυτόν, ότι
δηλαδή όλα τα πράγματα, απ’ όσο μπορούμε να παρατηρήσουμε, γεννιούνται από το
αντίθετό τους. Ο Ηράκλειτος λέει στο απ. 88: «Το ίδιο είναι το ζωντανό και
το πεθαμένο, το άγρυπνο και το κοιμισμένο, το νέο και το γερασμένο. Γιατί αυτά,
όταν μεταβάλλονται, γίνονται εκείνα, και εκείνα πάλι όταν μεταβάλλονται,
γίνονται αυτά.» Μ’ αυτό εννοείται ότι όλο το γίγνεσθαι είναι κίνηση μεταξύ
αντιθέτων. Ο σπόρος, π.χ., πέφτει στη γη και πεθαίνει ως σπόρος. Από το νεκρό
όμως σπόρο γίνεται ένα φυτό. Το φυτό παράγει σπόρους, το ίδιο πεθαίνει· από το
σπόρο γεννιέται πάλι ένα φυτό κ.ο.κ. Αυτή την
ιδέα της ανακύκλησης στη φύση ο Πλάτων την μεταφέρει σε καθετί στο οποίο
υπάρχει ένα αντίθετο. Το δίκαιο είναι αντίθετο στο άδικο, το ωραίο στο
άσχημο, το μεγάλο στο μικρό, η εγρήγορση στον ύπνο. Όταν κάποιος γίνεται
μεγάλος, δεν ήταν πρωτύτερα μεγάλος· γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε βέβαια να
γίνει μεγάλος. Όποιος γίνεται δίκαιος δεν ήταν πρωτύτερα δίκαιος· όποιος ξυπνά
δεν ήταν πρωτύτερα ξύπνιος. Επομένως όλα
γεννιούνται από το αντίθετό τους, ο δίκαιος άνθρωπος από τον άδικο άνθρωπο,
ο άδικος από τον δίκαιο, ο ξύπνιος από τον κοιμισμένο, ο κοιμισμένος από τον
ξύπνιο κ.λπ. Μεταξύ των αντιθέτων πρέπει
να τεθούν αναπόφευκτα δύο είδη γένεσης: Μεταξύ ύπνου και εγρήγορσης υπάρχει
το ξύπνημα, μεταξύ εγρήγορσης και ύπνου το αποκοίμισμα. Παρόμοια ισχύουν σε
κάθε γίγνεσθαι αντιθέτων. Το ίδιο
αντίθετα όπως τα ζεύγη αντιθέτων που αναφέρθηκαν, προπάντων όπως η
εγρήγορση και ο ύπνος, είναι η ζωή και ο
θάνατος. Αν αυτό αληθεύει, τότε πρέπει το να είναι κανείς ζωντανός
προκύπτει από το να είναι κανείς νεκρός και το να είναι κανείς νεκρός από το να
είναι κανείς ζωντανός. Το τελευταίο είναι προφανές: Το να είναι κανείς νεκρός
προκύπτει από το να είναι κανείς ζωντανός. Το γίγνεσθαι που υπάρχει ενδιάμεσα
το γνωρίζουμε επίσης· το ονομάζουμε «το να πεθαίνει κανείς». Και από πού
προκύπτει το να είναι κανείς ζωντανός; Από το αντίθετό του, δηλαδή από το να
είναι κανείς νεκρός. Η γένεσή ή το γίγνεσθαι που τίθεται ενδιάμεσα είναι ο
ερχομός στη ζωή.
Τι
συνάγεται από όλα αυτά για την ψυχή; Τίποτα, αν δεχτούμε ότι τα ίδια τα
αντίθετα προκύπτουν το ένα από το άλλο. Το ότι η ζωή γεννιέται από το θάνατο,
δηλαδή από τη μη ζωή, και ο θάνατος από τη ζωή δεν είναι κάτι το συγκλονιστικό.
Ο Πλάτων όμως θέλει να αποδείξει κάτι άλλο. Κάθε μεταβολή στο αντίθετο γίνεται πάνω σε ένα υποκείμενο: Δεν
γεννιέται το δίκαιο, καθεαυτό νοούμενο, από το άδικο και αντίστροφα, αλλά είναι
ο άνθρωπος που από άδικος γίνεται δίκαιος και αντίστροφα· δεν γεννιέται η
εγρήγορση από τον ύπνο, αλλά ο άνθρωπος
είναι το υποκείμενον, στο οποίο
γίνεται η αλλαγή από τον ύπνο στην εγρήγορση· πρβ. Φαίδ. 103a-b: Από το αντίθετο πράγμα
γίνεται το αντίθετο πράγμα· τα ίδια τα αντίθετα όμως δεν μεταβάλλονται στα
αντίθετά τους. Όταν εμφανίζεται στο υποκείμενο η μια από τις αντίθετες
καταστάσεις, τότε εξαφανίζεται η άλλη. Πως έχουν λοιπόν τα πράγματα σχετικά με
το είναι κανείς ζωντανός και το να είναι κανείς νεκρός; Το είναι κανείς ζωντανός και το να είναι κανείς νεκρός είναι
καταστάσεις που όπως ακριβώς η
εγρήγορση και ο ύπνος προϋποθέτουν ένα
υποκείμενο· δεν αποτελούν κάτι
αυθύπαρκτο αλλά κάτι που συμβαίνει σε ένα υπόστρωμα. Ποιο είναι το υπόστρωμα, το υποκείμενο, γι’ αυτές τις καταστάσεις; Δεν
μπορεί να είναι το ανθρώπινο σώμα, γιατί αυτό αποσυντίθεται μετά το θάνατο. Άρα
η ψυχή πρέπει να είναι το υποκείμενο
στο οποίο γίνεται η αλλαγή ζωής και θανάτου. Αυτό σημαίνει ότι, όπως η
εγρήγορση και ο ύπνος είναι εναλλασσόμενες καταστάσεις του ανθρώπου, έτσι και η ζωή και ο θάνατος είναι εναλλασσόμενες
καταστάσεις της ψυχής. Ο άνθρωπος επιζεί της εναλλαγής εγρήγορσης και
ύπνου· το ίδιο επιζεί και η ψυχή της εναλλαγής ζωής και θανάτου. Ζωή λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά η
ένωση της ψυχής με το σώμα, θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής με το σώμα,
όπου όμως η ψυχή η ίδια δεν πεθαίνει αλλά υφίσταται μόνη καθεαυτήν. Όπως ο κοιμισμένος ξυπνάει, έτσι και η ψυχή
που έχει χωριστεί από το σώμα εισέρχεται ξανά σ’ ένα σώμα· μετά από
ορισμένο διάστημα εγκαταλείπει το σώμα αυτό, υφίσταται για λίγο καιρό
καθεαυτήν, χωρισμένη από το σώμα, εισέρχεται ξανά πάλι σε ένα σώμα κ.ο.κ. Αν δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο, αν οι ψυχές
που χωρίζονταν από το σώμα δεν περνούσαν ξανά σε άλλα σώματα, στο τέλος θα
εξαφανιζόταν κάθε ζωή από τον κόσμο της εμπειρίας μας. Η διαρκής όμως
αναγέννηση στη φύση αποδεικνύει το αντίθετο, ότι δηλαδή δεν μπορεί να γίνει
λόγος για βαθμιαία εξαφάνιση των ζώντων όντων, που θα οδηγούσε τελικά στο
θάνατο των πάντων.
Υπάρχει επομένως
ένας κύκλος ζωής και θανάτου· εκείνο
που επιζεί αυτού του κύκλου, όπως το ανθρώπινο σώμα επιζεί του κύκλου της
εγρήγορσης και του ύπνου, είναι η ψυχή.
Αν όμως οι ψυχές δεν πεθαίνουν αλλά
συνεχίζουν να υπάρχουν κατά το χωρισμό τους από το σώμα και κατόπιν, τότε ο αριθμός των ψυχών δεν είναι δυνατόν
να ελαττωθεί αλλά ούτε και να αυξηθεί, γιατί δεν προστίθενται νέες ψυχές
στις ήδη υπάρχουσες (Πολ. 611a).
Στην
ιδέα αυτή ασκείται πολλές φορές κριτική με το επιχείρημα της αύξησης του
πληθυσμού και θεωρείται ότι αυτό αναιρεί το επιχείρημα του Πλάτωνα. Ο Πλάτων
όμως ήταν έξυπνος όσο και οι επικριτές του, πολύ πριν απ’ αυτούς. Οι ψυχές δεν
χρειάζεται να εισέλθουν σε ανθρώπινα σώματα (ένας ηλίθιος κατά τη μετεμψύχωση
θα γίνει σίγουρα γάιδαρος), αλλά μπορούν να συνδεθούν και με οργανισμούς ζώων·
σ’ ένα έντομο μπορεί να υπάρχει η ψυχή κάποιου που σε μια προηγούμενη ζωή ήταν
άνθρωπος, και αντίστροφα. Έτσι έχει λυθεί το πρόβλημα. Ο Πλάτων διδάσκει συνεπώς τη μετεμψύχωση και δεν τη δίδαξε πρώτος αυτός.
Ο
Ξενοφάνης (περ. 570-475 π. Χ.), απ. 7, μαρτυρεί ότι ο Πυθαγόρας δίδαξε τη μετεμψύχωση· το ίδιο μαρτυρεί και ο Εμπεδοκλής (περ. 495-435 π. Χ.), απ.
129, που και ο ίδιος πίστευε (απ. 115-117) ότι η ίδια ψυχή μπορεί να εισέλθει
σε φυτά ζώα και ανθρώπους. Ο Ηρόδοτος (2, 123) αναφέρει ότι οι Αιγύπτιοι ήταν οι πρώτοι που δέχτηκαν
την μετεμψύχωση. Για τη μετεμψύχωση μιλάει και ο ποιητής Πίνδαρος (σύγχρονος του Παρμενίδη), Ολυμπιόνικοι 2, 62 κ.ε. Ο Συμπλίκιος, Εις φυσ. 39, 17 κ.ε., μαρτυρεί τη θεωρία αυτή για τον Παρμενίδη· η θεωρία αυτή συμβιβάζεται
με όσα άλλα γνωρίζουμε για τον Παρμενίδη. Ο ίδιος ο Πλάτων λέει στον Μέν. 81b
κ.ε. τα εξής: «Ο Πίνδαρος και άλλοι ποιητές […] λένε ότι η ψυχή του ανθρώπου
είναι αθάνατη και άλλοτε φθάνει στο τέλος, που ονομάζουν θάνατο, άλλοτε όμως
ξαναγεννιέται, αλλά ποτέ δεν καταστρέφεται». Ως τεκμήριο τούτου παρατίθεται ένα
χωρίο από τον Πίνδαρο (απ. 127).
(Εκδόσεις
Καρδαμίτσα, σελ. 131-136)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου