Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Μακιαβέλλι: Ο πολίτης της Φλωρεντίας

Ο Niccolo Machiavelli (Νικολό Μακιαβέλλι), πολίτης της Φλωρεντίας και κορυφαίος εκπρόσωπος του πολιτικού ουμανισμού της Αναγέννησης, εγκαινιάζει ουσιαστικά την πολιτική σκέψη των νεότερων χρόνων. Γόνος παλιάς έγκριτης οικογένειας της Φλωρεντίας, γεννήθηκε το 1469 και ζυμώθηκε από μικρός, λόγω των κοινωνικών σχέσεων του πατέρα του Bernardo, στο πνεύμα του έντονα πολιτικοποιημένου ουμανισμού της Αναγέννησης, του οποίου επίκεντρο ήταν ή γενέτειρά του. Αν και για τα πρώτα είκοσι πέντε χρόνια της ζωής του δεν υπάρχουν ακριβείς βιογραφικές πληροφορίες, από το συγγραφικό του έργο γίνεται σαφές ότι η εκπαίδευσή του στα κλασικά γράμματα, ιδίως στην αρχαία ρωμαϊκή γραμματεία, ήταν ευρύτατη. Ελληνικά δεν γνώριζε, άλλα ήταν εξοικειωμένος με τα πολιτικά συγγράμματα του Αριστοτέλη και ιδίως με τα ιστορικά έργα του Πολυβίου και του Πλουτάρχου, από τους οποίους δέχθηκε αποφασιστική επίδραση στη διαμόρφωση της πολιτικής του σκέψης.

Ο Μακιαβέλλι εμφανίστηκε στο προσκήνιο της πολιτικής ζωής της Φλωρεντίας μετά την έξωση των Μεδίκων, το 1494, όταν εισήλθε στη φλωρεντινή Καγκελλαρία υπό τον Marcello Virgilio Adriani. Η Καγκελλαρία ήταν στελεχωμένη με γνωστούς ουμανιστές (Gaddi, Verino) και το πνευματικό αυτό περιβάλλον επηρέασε τα ενδιαφέροντα του. Λίγο μετά την πτώση του Σαβοναρόλα, το 1498, ο Μακιαβέλλι διορίστηκε γραμματέας των Δέκα, των όποιων οι αρμοδιότητες κάλυπταν τη διαχείριση των διπλωματικών και στρατιωτικών υποθέσεων της Φλωρεντίας. Υπό την ιδιότητα αυτή ανέλαβε τουλάχιστον, είκοσι τρεις διπλωματικές αποστολές· μεταξύ άλλων, στον βασιλέα Λουδοβίκο IB' της Γαλλίας (1504 και 1510), στον αυτοκράτορα Μαξιμιλιανό της Γερμανίας (1507 και 1509) και στον Πάπα Ιούλιο Β' (1503 και 1506). Ως διαπραγματευτής της Φλωρεντίας γνωρίστηκε με τον Καίσαρα Βοργία (1503), του οποίου ή δράση, ιδίως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Romagna, προκάλεσαν εντύπωση στον Μακιαβέλλι, που απηχείται στο έργο του Ο Ηγεμόνας.

Το σημαντικότερο επίτευγμα της δημοσίας σταδιοδρομίας του Μακιαβέλλι, το οποίο επιδίωξε με ιδιαίτερη επιμονή, υπήρξε η συγκρότηση το 1507 αμυντικής δύναμης από πολίτες της Φλωρεντίας για ν’ αντικατασταθούν τα σώματα των μισθοφόρων από τούς οποίους εξαρτιόταν ή άμυνα της πατρίδας του. Ή νέα πολιτοφυλακή κατόρθωσε να κατακτήσει το 1509 την Πίζα, τερματίζοντας έτσι νικηφόρα μακροχρόνιες πολεμικές επιχειρήσεις της Φλωρεντίας για επιβολή στο χώρο της Τοσκάνης. Οι διπλωματικές και ιδίως οι στρατιωτικές επιτυχίες του Μακιαβέλλι του εξασφάλισαν την εύνοια του Piero Soderini, ισόβιου αρχηγού της φλωρεντινής κυβέρνησης. Ή πολιτοφυλακή του Μακιαβέλλι όμως ηττήθηκε το 1512 στη μάχη του Prate από τους συνασπισμένους εχθρούς της φλωρεντινής πολιτείας. Ή ήττα αυτή οδήγησε στην ανατροπή του δημοκρατικού καθεστώτος, στην πτώση του Soderini και στην παλινόρθωση των Μεδίκων, πού συνέλαβαν και φυλάκισαν τον Μακιαβέλλι. Αυτό ήταν το τέρμα της δημόσιας ζωής του, αν και σε ιδιωτική επιστολή του επόμενου έτους (1513) σημειώνει ότι ή πολιτική ήταν το πάθος της ζωής του και δεν μπορούσε ούτε να σκεφτεί ούτε να μιλήσει για οτιδήποτε άλλο. Η αναγκαστική απομάκρυνση από την ενεργό πολιτική διοχέτευσε τα πολιτικά ενδιαφέροντα του Μακιαβέλλι στη συγγραφή, πού του εξασφάλισε τελικά την αθανασία. Από το 1513 και εξής, απομονωμένος μαζί με τη γυναίκα και τα πέντε παιδιά του στο κτήμα του στο Σάν Κασιάνο, συνέγραψε τα σπουδαιότερα βιβλία του, με αφετηρία τον Ηγεμόνα (1513), πού τον αφιέρωσε στον Λαυρέντιο Μέδικο, εγγονό του Λαυρεντίου του Μεγαλοπρεπούς.

Το έργο αυτό, από τα σπουδαιότερα κείμενα στην ιστορία της πολιτικής σκέψης, ως φιλολογικό είδος ανήκει στην παραινετική φιλολογία των «κατόπτρων των ηγεμόνων», πού είχε την αφετηρία της στον Πολιτικό του Πλάτωνα και στους λόγους του Ισοκράτη. Οι πολιτικές συνθήκες της ελληνιστικής μοναρχίας ευνόησαν ιδιαίτερα την καλλιέργεια της παραινετικής αυτής φιλολογίας, πού λειτουργούσε νομιμοποιητικά για τα μοναρχικά σχήματα πού καταπόντισαν την κλασική δημοκρατική πόλη. Το ίδιο είχε συμβεί και στην αυτοκρατορική Ρώμη, με διακεκριμένο εκπρόσωπο του είδους τον Σενέκα.

Η ελληνιστική και ρωμαϊκή παρακαταθήκη αποτέλεσε το υπόβαθρο της άνθησης της φιλολογίας των «κατόπτρων των ηγεμόνων» τόσο στο Βυζάντιο όσο και στον Δυτικό μεσαίωνα. Ο Συνέσιος Κυρήνης, ο Αγαπητός Διάκονος και ο αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος αποτελούν εκπροσώπους του είδους στη μεσαιωνική ελληνική φιλολογία, ενώ ο Άγιος Αυγουστίνος και ο Θωμάς Ακινάτης σκιαγραφούν το πρότυπο του Χριστιανικού ηγεμόνα στη Λατινική Δύση. Αυτής της πνευματικής κληρονομιάς ανάδοχοι υπήρξαν οι πολιτικοί συγγράφεις της Αναγέννησης. Ένας σύγχρονος του Μακιαβέλλι, ο Ολλανδός Έρασμος, ο πρύτανης του ουμανισμού στη βόρεια Ευρώπη, είναι πιστός συνεχιστής του είδους με το έργο του Αγωγή Χριστιανού Ηγεμόνα (Institutio principis Christiani) πού εκδόθηκε το 1516 και προοριζόταν ως εντρύφημα του μελλοντικού αυτοκράτορα Καρόλου Ε'.

Το έργο του Εράσμου είναι ακριβώς σύγχρονο με το έργο του Μακιαβέλλι. Μια σύγκριση μεταξύ τους αποδεικνύει την καταπληκτική πρωτοτυπία της πολιτικής αντίληψης του πολίτη της Φλωρεντίας. Ενώ ο Χριστιανός ουμανιστής του Ρόττερνταμ αναπαράγει τα ηθικά διδάγματα μιας αρχαίας παράδοσης, ο Μακιαβέλλι χρησιμοποιεί το συμβατικό φιλολογικό είδος ως περίβλημα ιδιαίτερα ρηξικέλευθων και τολμηρών ιδεών, που επέπρωτο να επισύρουν εναντίον του ισχυρές αντιδράσεις άλλα και να λειτουργήσουν ως καταλύτης για την άρθρωση του σύγχρονου πολιτικού στοχασμού.

Παράλληλα, την περίοδο αυτή, ο Μακιαβέλλι καλλιέργησε στενές σχέσεις με τον κύκλο των ουμανιστών του Orti Oricellari. Το πνευματικό κλίμα αυτού του κύκλου εκδηλώνεται στο σημαντικότερο, από θεωρητική άποψη, έργο του, Λόγοι επί της πρώτης δεκάδος του Τίτου Λιβίου πού αφιερώνεται στους διακεκριμένους πολίτες της Φλωρεντίας Zanobi Buondelmonti και Cosimo Rucellai. Η συγγραφή του έργου ολοκληρώθηκε πριν από το 1517. Το 1520 ο καρδινάλιος Ιούλιος Μέδικος, πού το 1523 εξελέγη πάπας ως Κλήμης Ζ', ανέθεσε στον Μακιαβέλλι τη συγγραφή της ιστορίας της Φλωρεντίας, έργο πού ολοκληρώθηκε το 1525 με τον τίτλο Φλωρεντινές Ιστορίες (Istorie fiorentine).

Μεταξύ των σημαντικότερων έργων του Μακιαβέλλι περιλαμβάνεται επίσης το εγχειρίδιο πολεμικής τέχνης Περί της τέχνης του πολέμου  πού δημοσιεύθηκε το 1521 στη Φλωρεντία. Το έργο αυτό, πού προβάλλει αρχαία πρότυπα στρατιωτικής τέχνης, δημιουργεί την εντύπωση ότι ο Μακιαβέλλι είναι αποκλειστικά προσηλωμένος στις τεχνικές του πολέμου των αρχαίων Μακεδόνων και των Ρωμαίων. Η βαθύτερη πρόθεση του έργου όμως αποκαλύπτεται στο τελευταίο κεφάλαιο, όπου ο συγγραφέας απευθύνει έκκληση για την ενοποίηση της Ιταλίας, αντίστοιχη με τη ζωηρή του αποστροφή για εθνική ενότητα στον επίλογο του Ηγεμόνα.

Σημαντικά φιλολογικά επιτεύγματα του Μακιαβέλλι αποτελούν και οι θεατρικές κωμωδίες Clizia και Mandragola (Μανδραγόρας). Η δεύτερη ανεβάστηκε για πρώτη φορά το 1525. Για την κωμωδία αυτή ό ιστορικός της ιταλικής λογοτεχνίας Francesco de Sanctis σημειώνει ότι αποτελεί προϊόν της βαθιάς και πρωτότυπης παρατηρητικότητας και της ειρωνικής προδιάθεσης του φλωρεντινού συγγραφέα.

Επιπρόσθετα προς τα γνωστότερα έργα του, πού μνημονεύθηκαν, η εργογραφία του Μακιαβέλλι περιλαμβάνει και πολλά άλλα, πολιτικά, στρατιωτικά, παραινετικά και λογοτεχνικά κείμενα. Επίσης έχουν σωθεί και αρκετές επιστολές του, πού αποκαλύπτουν τις απόψεις του καθώς και τις εντυπώσεις πού απεκόμισε από τις πολιτικές του εμπειρίες. Στην αλληλογραφία του κατέχουν ξεχωριστή θέση οι επιστολές του στον πρέσβη της Φλωρεντίας στη Ρώμη Francesco Vettori, γιατί δίνουν πολλές πληροφορίες για τα πολιτικά και πνευματικά ενδιαφέροντα του συντάκτη τους. Παροπλισμένος πια και πολιτικά αμέτοχος ο πολίτης της Φλωρεντίας πέθανε το 1527.

Ο Μακιαβέλλι, παρόλο πού αναγνωρίζεται γενικά ως ο θεμελιωτής της νεότερης πολιτικής σκέψης, δεν είναι συστηματικός πολιτικός φιλόσοφος. Ή συμβολή του στη διαμόρφωση της πολιτικής σκέψης έγκειται στην οξύτητα και στην πρωτοτυπία των παρατηρήσεών του και στις ρηξικέλευθες θέσεις πού ενστερνίζεται στην αντιμετώπιση της πρακτικής πολιτικής. Το σκάνδαλο πού προκάλεσε το έργο του Ο Ηγεμόνας το όποιο παρέμεινε για αιώνες στον Index των απαγορευμένων βιβλίων της Καθολικής Εκκλησίας, έγκειται στην ωμή αναγνώριση της αντινομίας μεταξύ των αναγκαιοτήτων της πολιτικής πράξης και των επιταγών της ηθικής, και στη ρητή απόρριψη της σύζευξης της πολιτικής με τη θρησκεία, στην οποία είχε βασιστεί ολόκληρη ή μεσαιωνική πολιτική φιλοσοφία από την εποχή του Αυγουστίνου. […] Στο έργο του είναι διάχυτη η αίσθηση της παντοδυναμίας της αλλαγής πού συμβολίζεται από την έννοια της τύχης (fortuna). Νεοτερική είναι και η αντίληψη της πολιτικής πράξης όχι ως στοιχείου της φυσικής τάξης των πραγμάτων, όπως την προσδιόριζε ο αριστοτελισμός, αλλά ως έργου τέχνης, όπου δοκιμάζεται η ανθρώπινη ικανότητα και δεξιοτεχνία (virtu).

Η πολιτική ανάλυση του Μακιαβέλλι αρθρώνεται γύρω από δύο θεμελιακά προβλήματα. Το πρώτο είναι το πρόβλημα της σχέσης σκοπών και μέσων στην πολιτική πράξη. Ό Μακιαβέλλι αναγνωρίζει, χωρίς να εθελοτυφλεί, ότι ή βία αποτελεί καθοριστικό συστατικό της πολιτικής. Συνεπώς αποδέχεται ότι η χρήση της βίας, φυσικής και ψυχολογικής, συνιστά αναπόσπαστο στοιχείο της πολιτικής πράξης. Η πραγματικότητα αυτή αντιμετωπίζεται με την «οικονομία της βίας», την επιταγή για χρησιμοποίηση τόσης βίας όση απαιτεί η επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Η συμμετρία αυτή δεν πρέπει να ανατρέπεται, αν ή πολιτική πρόκειται να παραμείνει έργο τέχνης και ο πολιτικός, ο νέος ηγεμόνας, πραγματικά επιθυμεί να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη ανταμοιβή, την επίγεια δόξα στη μνήμη των ανθρώπων.

Το δεύτερο πρόβλημα πού απασχολεί τον Μακιαβέλλι είναι εκείνο της δημιουργίας της πολιτικής κοινότητας. […] Στις σχετικές αναλύσεις της ιστορίας της Φλωρεντίας ο Μακιαβέλλι προσφέρει μια σημαντικότατη μαρτυρία για ταξικές αντιπαραθέσεις σε μια αστική προβιομηχανική κοινωνία. Σε αντίθεση προς τη διαφθορά της Φλωρεντίας, ο Μακιαβέλλι προβάλλει, με τα σχόλιά του στα δέκα πρώτα βιβλία της ιστορίας του Τίτου Λιβίου, το μεγαλείο της αρχαίας Ρώμης. Στην αναζήτηση του προτύπου για τη θεραπεία των δεινών της κοινωνικής διαφθοράς, ο Μακιαβέλλι στρέφεται νοσταλγικά στο παρελθόν και εντοπίζει το πρότυπο της πολιτικής κοινότητας στο πολίτευμα της ρωμαϊκής δημοκρατίας. Η δόξα του πολιτικού δεξιοτέχνη θα εξασφαλιστεί αν κατορθώσει να δημιουργήσει στον νεότερο κόσμο μια πολιτική κοινότητα όπου θα αναβιώσει η αρχαία αρετή. Αυτό θα είναι το τιτάνιο έργο του νομοθέτη κατά το πρότυπο του Λυκούργου και του Νουμά.

Το έργο όμως της πολιτικής αναμόρφωσης συναντά πολλά προσκόμματα, από τα όποια κανένα δεν είναι μεγαλύτερο από τις πολιτικές αξιώσεις της Εκκλησίας. Γι' αυτό ό Μακιαβέλλι είναι έντονα αντικληρικός. Από τις σημαντικότερες θεωρητικές πτυχές του έργου του είναι η κριτική του Χριστιανισμού, πού συνάπτεται με την αντικληρική του στάση. Οι απόψεις του αυτές βρίσκονται στην πηγή του νεότερου ριζοσπαστισμού. Η βδελυγμία όμως πού προκάλεσε το έργο του στους ηθικολόγους και τους θεολόγους των μεταγενεστέρων εποχών είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας γενικότερης αρνητικής νοοτροπίας, πού φανερώνεται χαρακτηριστικά στην τάση του Σαίξπηρ να χρησιμοποιεί στα έργα του στο όνομα του Μακιαβέλλι ως συνώνυμο του σατανά.

Ο Μακιαβέλλι είναι ο συγγραφέας πού προκάλεσε τις ισχυρότερες αντιδράσεις στην ιστορία του πολιτισμού της νεότερης Ευρώπης. Ή έρευνα όμως στο χώρο της ιστορίας της πολιτικής σκέψης τα τελευταία χρόνια έχει τεκμηριώσει συστηματικά τη συμβολή των ιδεών του στη διαμόρφωση του ριζοσπαστικού πολιτικού ουμανισμού του δέκατου έβδομου και του δέκατου ογδόου αιώνα. Ή επίδραση αυτή εξηγεί το θαυμασμό πού τρέφει ό Jean-Jacques Rousseau για τη σκέψη του.

Ο Μακιαβέλλι εκίνησε επίσης το θαυμασμό του G. W. F. Hegel, ιδίως με την έκκληση πού απευθύνει στο τελευταίο κεφάλαιο του Ηγεμόνα για την ενότητα της Ιταλίας. Σε αντίθεση με τη ρομαντική εξιδανίκευση του Μακιαβέλλι από τον Fichte, ο Hegel εξετάζει τη σκέψη του πολίτη της Φλωρεντίας στο ιστορικό πλαίσιο πού την παρήγαγε και την ερμηνεύει ως απόπειρα αναδημιουργίας της πολιτικής εξουσίας και της ενότητας του κράτους στη θέση της πολιτικής διάσπασης και της εθνικής διάβρωσης. Η εγελιανή αυτή ανάγνωση απαλλάσσει τον Φλωρεντινό πολιτικό από το άγος του ραδιούργου μυστικοσυμβούλου των τυράννων και εξαίρει τη σκέψη του ως οξυδερκή ενατένιση ενός νέου κόσμου.

Μεγάλη στάθηκε η απήχηση των ιδεών του Μακιαβέλλι και στην πολιτική σκέψη του ιταλικού νεοκλασικισμού του Διαφωτισμού, απ’ όπου πήγασε το κίνημα για την εθνική ενοποίηση της Ιταλίας (Risorgimento).


(Εκδόσεις Πορεία, 1999, σελ. 45-53)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου