Πρέπει κυρίως να πούμε ότι τα πρώτα πού ξεχνιούνται είναι ακριβώς τα
πρώτα στοιχεία, τα πιο στοιχειώδη πράγματα· εξάλλου, αυτά επαναλαμβάνοντάς
τα άπειρες φορές γίνονται οι στύλοι της πολιτικής και οποιασδήποτε συλλογικής
δράσης.
Πρώτο στοιχείο είναι πώς υπάρχουν βέβαια κυβερνήτες και
κυβερνώμενοι, διευθύνοντες και διευθυνόμενοι.
Ολόκληρη η πολιτική επιστήμη και τέχνη βασίζονται πάνω σ’ αυτό το πρωταρχικό
γεγονός, το αναλλοίωτο (μέσα σε ορισμένες γενικές συνθήκες). [...] Όταν αυτό το
γεγονός είναι δεδομένο, θα πρέπει να δούμε
πώς μπορεί να διευθύνει κανείς κατά τον πιο αποτελεσματικό τρόπο (όταν
είναι δεδομένοι ορισμένοι σκοποί) και
πώς έτσι να προετοιμάζονται κατά τον καλύτερο τρόπο οι διευθύνοντες (και εδώ
ακριβώς βρίσκεται το πρώτο μέρος της πολιτικής επιστήμης και τέχνης), και πώς από την άλλη μεριά να γνωρίσει
κανείς τις γραμμές της μικρότερης αντίστασης ή τις πιο ορθολογιστικές, για να εξασφαλίσει
την υπακοή των διευθυνομένων και κυβερνωμένων. […]
Χρειάζεται ωστόσο να έχουμε ξεκάθαρο στο νου μας ότι η
διαίρεση κυβερνητών και κυβερνωμένων, παρόλο
που
σε τελευταία ανάλυση ανάγεται σε μια διαίρεση κοινωνικών ομάδων, υπάρχει
ωστόσο, έτσι όπως έχουν τα πράγματα, επίσης και στο εσωτερικό της ίδιας ομάδας,
παρόλο που είναι κοινωνικά ομοιογενής·
με μιαν ορισμένη έννοια μπορούμε να πούμε πώς αυτή η διαίρεση είναι μια
δημιουργία του καταμερισμού της εργασίας, είναι ένα γεγονός τεχνικό. Πάνω σ’ αυτή
τη συνύπαρξη των αιτίων σπεκουλάρουν εκείνοι πού βλέπουν σ’ όλα τα πράγματα
μόνον «τεχνική», ανάγκη «τεχνική», κτλ. για ν’ αποφύγουν το βασικό πρόβλημα.
Έχοντας σα δεδομένο ότι επίσης μέσα στην ίδια ομάδα υπάρχει
η διαίρεση ανάμεσα σε κυβερνήτες και κυβερνωμένους, χρειάζεται να
προσδιορίσουμε μερικές απαράβατες αρχές, και μάλιστα σ’ αυτό το επίπεδο είναι
πού γίνονται τα σοβαρότερα «λάθη»,
πού εκδηλώνονται δηλαδή οι πιο εγκληματικές αδεξιότητες, αλλά και οι πιο
δύσκολες να επανορθωθούν. Υπάρχει η
γνώμη πώς όταν έχει τεθεί η αρχή της ίδιας ομάδας, η υπακοή πρέπει να είναι
αυτόματη, πρέπει να έρχεται όχι μόνο δίχως την ανάγκη μιας απόδειξης της «αναγκαιότητας»
και της λογικότητας αλλά και να μη συζητιέται (μερικοί σκέφτονται, κι αυτό πού είναι
χειρότερο, ενεργούν σύμφωνα μ’ αυτή τη σκέψη, ότι η υπακοή «θα έρθει» χωρίς να την
επιζητήσουν, χωρίς να υποδειχτεί ο δρόμος πού πρέπει να ακολουθήσει). Έτσι είναι δύσκολο να ξεριζωθεί από τούς
διευθύνοντες […] η πεποίθηση ότι ένα
πράγμα θα γίνει επειδή ο διευθύνων το θεωρεί σωστό
και
λογικό να γίνει: αν δεν γίνει, το «λάθος» ρίχνεται σ’ αυτούς πού «θα όφειλαν» κτλ. Έτσι είναι δύσκολο να ξεριζωθεί η
εγκληματική συνήθεια να παραλείπουν να αποφεύγουν ανώφελες θυσίες. Κι όμως,
ο κοινός νους δείχνει πώς το μεγαλύτερο μέρος
των συλλογικών (πολιτικών) συμφορών γίνονται γιατί δεν επιζητήθηκε η αποφυγή της
ανώφελης θυσίας ή δείχτηκε ότι δε λογαριάζουν τη θυσία του άλλου και παίζουν με
το πετσί του. Καθένας έχει ακούσει διηγήσεις από αξιωματικούς του μετώπου
πώς πραγματικά οι φαντάροι διακινδύνευαν τη ζωή τους στο βαθμό πού ήταν αναγκαίο,
αλλά πώς αντίθετα επαναστατούσαν όταν έβλεπαν πώς τούς είχαν παραμελήσει.
Παράδειγμα: ένας λόχος ήταν ικανός να μείνει νηστικός πολλές μέρες γιατί έβλεπε
πώς τα τρόφιμα δεν έφταναν από ανώτερη βία αλλά εξεγείρονταν όταν έλειπε κι ένα
μόνο γεύμα από αμέλεια και γραφειοκρατία κτλ.
Η αρχή αυτή επεκτείνεται σ’ όλες τις πράξεις πού απαιτούν
θυσίες. Γι’ αυτό πάντα, ύστερα από κάθε συμφορά, πρέπει πριν απ’ όλα να
αναζητηθεί η ευθύνη των καθοδηγητών, κι αυτό με τη στενή έννοια
(παράδειγμα: ένα μέτωπο αποτελείται από περισσότερους τομείς και κάθε τομέας
έχει τούς καθοδηγητές του: είναι δυνατό για μια ήττα να είναι πιο υπεύθυνοι οι
καθοδηγητές ενός τομέα από ενός άλλου, αλλά πρόκειται για περισσότερο και
λιγότερο, και όχι ποτέ για εξαίρεση κάποιου από την ευθύνη). […]
Αντόνιο
Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλη,
για την πολιτική και για το σύγχρονο κράτος
(Ηριδανός, 2005, σελ. 33-36)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου