Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το οποίο εντοπίζεται στη σεξουαλική
διαφοροποίηση της μητέρας και του πατέρα, ξεκινάει
να οργανώνεται στο παιδί κατά τη διάρκεια του τρίτου χρόνου της ηλικίας
του, για να κορυφωθεί στα 5-6 χρόνια του περίπου.
Περιγράφεται κλασικά ως μία σεξουαλική προσκόλληση στο γονιό του αντίθετου
φίλου, η οποία επισύρει την επιθυμία εξάλειψης του αντίπαλου γονιού του ιδίου φύλου.
Για το αγόρι λοιπόν, αφορά τη σεξουαλική προσκόλληση στη μητέρα που επισύρει
την επιθυμία εξάλειψης του πατέρα. Υπό αυτή τη μορφή το έφερε ο Φρόυντ στο προσκήνιο,
αφού στηρίχτηκε στην αυτοανάλυσή του, καθώς και στην ερμηνεία των ονείρων του,
ανατρέχοντας για το εύρημα αυτό στον αρχαίο μύθο του Οιδίποδα. […]
Αργότερα, όταν ήρθαν στο φως οι νέες του κλινικές εμπειρίες, ο Φρόυντ ανακάλυψε ότι υπάρχει για το
αγόρι μια θέση που ονομάζεται του «αντεστραμμένου
Οιδίποδα», και η οποία χαρακτηρίζεται από την προσκόλληση του αγοριού στον
πατέρα. Τούτο θα οδηγήσει στον ορισμό
του «ολοκληρωμένου Οιδίποδα, πολύ λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό, η οποία
ενσωματώνει δύο συμπληρωματικές εκδοχές του Οιδίποδα· τον «ορθό» Οιδίποδα που βασίζεται στην επιθυμία για τον γονιό του αντίθετου φύλου (ετεροφυλόφιλος), και τον «αντεστραμμένο» Οιδίποδα που βασίζεται στην
επιθυμία για τον γονιό του ιδίου φίλου (ομοφυλόφιλος). Τους ονομάζουμε, επίσης,
ορισμένες φορές «Οιδίποδα θετικό» και «Οιδίποδα αρνητικό», πράγμα που έχει το
μειονέκτημα ότι δημιουργεί σύγχυση με τη διπολικότητα των θετικών και αρνητικών
αισθημάτων, η οποία συναρτάται με τον καθένα από τους δύο γονείς.
Οι δύο αυτές εκδοχές συνυπάρχουν σε κάθε άτομο, αν και, κατά τον
συνήθη τρόπο, ο ορθός Οιδίποδας είναι εκείνος που εμφανίζεται να υπερισχύει και
να προοιωνίζει την ετεροφυλόφιλη «επιλογή αντικειμένου» του ενήλικα.
Το γυναικείο οιδιπόδειο σύμπλεγμα θέτει ένα πρόβλημα πιο σύνθετο. Μπορούμε
βέβαια να προτείνουμε μια απλή μεταστροφή των όρων, με τον ορθό Οιδίποδα του
κοριτσιού να αφορά τη σεξουαλική προσκόλληση στον πατέρα και αντίστροφα. Θα πρέπει
όμως τότε να λάβουμε υπόψη μας ότι αυτή η οιδιπόδεια επιλογή (πατρική) του
μικρού κοριτσιού έρχεται σε αντίθεση με την πρώτη προσκόλληση στη μητέρα (κοινή
και για τα δύο φύλα), και συνεπάγεται λοιπόν για εκείνη μια «αλλαγή αντικειμένου»
εξαιτίας αυτής της δεσπόζουσας προσκόλλησης, κάτι που δεν συμβαίνει με το αγόρι.
[…]
Στην καρδιά ακριβώς της οιδιπόδειας σύγκρουσης ξεδιπλώνονται όλες οι
μορφές της ζήλιας και όλες οι παράμετροι της αντιπαλότητας. Οι μεταθέσεις στις
επενδύσεις που παρατηρούνται ανάμεσα στους δύο γονείς θέτουν σε κίνδυνο τις αναπαραστάσεις
της διαφοράς των φύλων και την κατασκευή των σεξουαλικών ταυτίσεων του παιδιού.
Έτσι, μεταθέτοντας στον πατέρα αντίπαλο τα επιθετικά συναισθήματα, το παιδί
μπορεί να ταυτιστεί με εκείνον ως ένα ζηλευτό μοντέλο στο οποίο επιθυμεί να μοιάσει.
Επιπλέον, η οιδιπόδεια σύγκρουση εισάγει στην ψυχική οργάνωση μια νέα διάσταση:
εκείνη του απαγορευμένου. Ο πατέρας προσωποποιεί την απαγόρευση να αποκτήσει
το παιδί τη μητέρα, με τρόπο πολύ προφανή για εκείνο, γεγονός που ενθαρρύνει
την απομάκρυνση από μια πρωτογενή πολύ συνενωτική σχέση με τη μητέρα. Το παιδί
αισθάνεται να απειλείται με τιμωρίες, εάν επιμείνει να παραβαίνει αυτή την απαγόρευση:
το αγόρι, λοιπόν, ειδικότερα φοβάται μήπως ευνουχιστεί από τον πατέρα. Η κατάσταση
του κοριτσιού είναι ακόμη πιο περίπλοκη. Η πρωτογενής προσκόλληση στη μητέρα, η
οποία ενισχύεται από τις αιμομικτικές επιθυμίες για τον πατέρα, την φέρνει
αντιμέτωπη με μια διπλή απαγόρευση, μητρική και πατρική. Το σύνολο αυτών των απαγορεύσεων σε μια μεταγενέστερη φάση θα
εσωτερικοποιηθεί προκειμένου να συγκροτήσει το Υπερεγώ.
(ΤΟ
ΒΗΜΑ γνώση, 2007, σελ. 111-114)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου