Σε τι συνίσταται η καλή ή ευτυχισμένη ζωή για τον άνθρωπο;
[…] Πως μπορούμε, όμως, να ορίσουμε γενικά την καλή ζωή για τον
άνθρωπο, όταν οι άνθρωποι φαντάζονται την ευτυχία με εντελώς διαφορετικούς τρόπους;
Ο Αριστοτέλης επιχειρεί να παρακάμψει
αυτή τη δυσκολία, πρώτον διατυπώνοντας έναν αδρομερή ορισμό της ανθρώπινης
ευτυχίας, δεύτερον θεμελιώνοντας αυτόν τον ορισμό σε γνωρίσματα κοινά σε όλους
τους ανθρώπους, και τρίτον αφήνοντας εντός του ορισμού κάποιο περιθώριο για
διαφορετικές ατομικές ικανότητες.
Αποφασιστικής
σημασίας για τον ορισμό της ανθρώπινης ευτυχίας είναι το λεγόμενο επιχείρημα
του έργου, που απαντά σε διάφορες εκδοχές στο έργο του Αριστοτέλη (Ηθικά Ευδήμεια 1218b κ.ε., Ηθικά Νικομάχεια 1097b 22κ.ε., 1106a 15 κ.ε.). Η λέξη έργον δηλώνει τη
συγκεκριμένη λειτουργία, αποστολή ή επίδοση κάποιου πράγματος. Η ποιότητα
οποιουδήποτε πράγματος εξαρτάται από την ιδιαίτερη λειτουργία ή επίδοση του,
όπως η ποιότητα του μαχαιριού καθορίζεται από την ικανότητα του να κόβει και η
ποιότητα του ματιού από την ικανότητα του να βλέπει. Κάθε πράγμα βρίσκεται σε καλή κατάσταση, αν επιτελεί κατά τον καλύτερο
τρόπο το ιδιαίτερο έργον του. Αν
λοιπόν κάθε πράγμα έχει μια ιδιαίτερη επίδοση ή ικανότητα, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να προσδιορίσουμε ένα παρόμοιο έργον και για τον άνθρωπο γενικά. Και εφόσον η καλή κατάσταση
οποιουδήποτε πράγματος καθορίζεται από το έργον
του, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να
προσδιορίσουμε με αυτόν τον τρόπο και
για τον άνθρωπο την καλή ζωή, δηλαδή την ευδαιμονίαν
του.
Σε τι συνίσταται η
ιδιαίτερη ικανότητα του ανθρώπου; Ο Αριστοτέλης, για να απαντήσει σε αυτό
το ερώτημα, ανατρέχει στις διάφορες ικανότητες της ανθρώπινης ψυχής. Πρώτα απ’
όλα ο άνθρωπος ή η ανθρώπινη ψυχή διαθέτει της ζωτικής σημασίας ικανότητες της
διατροφής και της ανάπτυξης. Συνιστούν, άραγε, αυτές την ιδιαίτερη επίδοση του
ανθρώπου, το έργον του; Όχι, γιατί
τις προαναφερθείσες ικανότητες διαθέτουν και όλα τα υπόλοιπα έμβια όντα και
φυτά. Τι συμβαίνει όμως με τις αισθήσεις; Ούτε οι αισθήσεις συνιστούν την
ιδιαίτερη επίδοση του ανθρώπου, διότι απαντούν και στα υπόλοιπα έμβια όντα. Άρα
απομένει μόνο μια ικανότητα: η ικανότητα
του ανθρώπου να σκέφτεται και να στοχάζεται, η λογική του (λόγος).
Στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχουν δύο τμήματα ή λειτουργίες που
σχετίζονται με τη λογική. Αφενός υπάρχει ένα τμήμα που είναι το ίδιο έλλογο,
δηλαδή διαθέτει λογική. Πρόκειται για την ανώτερη ψυχική δύναμη, καθώς
προσπαθεί να ελέγχει κατά το δυνατόν τις παρορμήσεις των υπόλοιπων τμημάτων της
ψυχής. Αφετέρου υπάρχει ακόμη ένα τμήμα το οποίο, χωρίς να είναι το ίδιο
έλλογο, είναι σε θέση να ακούει τη λογική και να υπακούει σε αυτήν. Πρόκειται
προφανώς για το τμήμα της ψυχής που είναι αρμόδιο για τα συναισθήματα και για
ορισμένες άλογες επιθυμίες. Αυτό το τμήμα «υπακούει» στο έλλογο τμήμα της
ψυχής, στον βαθμό που ανακαλεί τις παρορμήσεις του σύμφωνα με τις «επιταγές»
της λογικής. Ιδιαιτερότητα, λοιπόν, του
ανθρώπου αποτελεί η λογική του ικανότητα, που εκδηλώνεται με δύο διαφορετικούς
τρόπους: ο άνθρωπος διαθέτει, πρώτον, λογική και δεύτερον, συναισθήματα και
επιθυμίες που καθοδηγούνται από τη λογική.
Η διαπίστωση ότι ο
άνθρωπος είναι το μοναδικό πλάσμα που διαθέτει λογική είναι ορθή αλλά όχι
αρκετά ακριβής, γιατί το να τη διαθέτει μόνο διαφέρει πολύ από το να τη
χρησιμοποιεί. Ο Αριστοτέλης εξελίσσει αυτή τη διαφοροποίηση στη γνωστή
διάκριση μεταξύ δυνατότητας (δύναμις) και πραγματικότητας, ενεργητικότητας
(ενέργεια). Επειδή ο άνθρωπος διαθέτει λογική και κατά τη διάρκεια του ύπνου
του, αλλά δεν τη χρησιμοποιεί, στο επιχείρημα του έργου τονίζεται η πραγματική άσκηση της λογικής δύναμης σε
αντιδιαστολή προς την απλή κατοχή της: Άρα, το ζητούμενο έργον του
ανθρώπου είναι η ενέργεια του έλλογου τμήματος της ψυχής, καθώς και εκείνου που
ακούει τη λογική.
Κάθε ενέργεια μπορεί
να επιτελείται με καλό ή κακό τρόπο. Η
καλή κατάσταση ενός πράγματος είναι δεδομένη αν η ιδιαίτερη ενέργεια του
επιτελείται με καλό τρόπο. Οι
αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούν τη λέξη αρετή
για να δηλώσουν αυτή την εξαιρετικότητα ενός οποιουδήποτε πράγματος, αλλά ταυτόχρονα και
την αρετή ή τις αρετές με την έννοια της ανδρείας, της σύνεσης κοκ. Ένας
κιθαρωδός, για παράδειγμα επιτυγχάνει την αρετήν
του κιθαρωδού, όταν επιτελεί σωστά το ιδιαίτερο έργο του, το παίξιμο της
κιθάρας. Αντίστοιχα η αρετή του ανθρώπου ως ανθρώπου μπορεί να
περιγραφεί ως επιτέλεση του οικείου έργου του, δηλαδή της έλλογης
δραστηριότητας της ψυχής, όχι με έναν οποιονδήποτε αλλά με τον καλύτερο τρόπο.
Τελικά χαρακτηρίζουμε
τη ζωή «ευτυχισμένη» ή «καλή», όχι βάσει των χρονικά περιορισμένων
επεισοδίων της ή ενός πρόσκαιρου αισθήματος ευτυχίας αλλά βάσει του συνόλου της. Κατά συνέπεια, στα προαναφερθέντα γνωρίσματα
πρέπει να προστεθεί το κριτήριο της σταθερότητας: Η δραστηριότητα του έλλογου τμήματος της ψυχής που επιτελείται σύμφωνα
με την αρετήν οφείλει να είναι
σταθερή και να χαρακτηρίζει ολόκληρο τον βίο (Ηθικά Νικομάχεια 1098a 18κ.ε.).
Έτσι εισάγονται όλοι οι παράγοντες τους οποίους χρειάζεται ο
Αριστοτέλης για τον καθορισμό της ανθρώπινης ευτυχίας: «Το αγαθό για τον άνθρωπο είναι η δραστηριότητα (ενέργεια) της ψυχής
σύμφωνα με την εξαιρετικότητα της (αρετή) ή, αν υπάρχουν πολλά είδη
εξαιρετικότητας (αρετής), σύμφωνα με την καλύτερη και τελειότερη – και αυτό
καθ’ όλη την διάρκεια του βίου του» (Ηθικά
Νικομάχεια 1098a 16κ.ε.).
Η αναφορά σε ένα τελειότερο είδος αρετής σχετίζεται προφανώς με το τμήμα της
ψυχής που διαθέτει το ίδιο λογική. Η αμφισημία της λέξης αρετή, που δηλώνει αφενός την «εξαιρετικότητα», την «αρίστη κατάσταση»
και αφετέρου την «αρετή», είναι ηθελημένη. Αν τα έλλογα τμήματα της ψυχής
ενεργούν εξαιρετικά, τότε ο άνθρωπος διαθέτει αρετήν, πράγμα που σημαίνει ταυτόχρονα ότι διαθέτει αρετή ή αρετές.
(Εκδόσεις οκτώ, 2012, σελ. 23-26)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου