Η αυταρχική
συμπεριφορά των ηγετών του 16ου, 17ου και 18ου
αιώνα είχε καθαγιαστεί από μια ανάλογη πολιτική θεωρία. […]
Ένας από τους πρώτους φιλοσόφους που
ενθάρρυνε τις απολυταρχικές φιλοδοξίες μοναρχών ήταν ο Γάλλος Μποντέν (Jean Bodin, 1530-1596).
Συμφωνούσε με τους μεσαιωνικούς φιλοσόφους ότι οι ηγεμόνες δεσμεύονταν από τον
θείο νόμο και αναγνώριζε ότι ο αρχηγός ενός κράτους έχει ηθική υποχρέωση να
σέβεται τις συνθήκες που έχει υπογράψει. Ο Μποντέν, ωστόσο, δεν θεωρούσε
χρήσιμο το κοινοβούλιο από καμία άποψη. Αρνούνταν με έμφαση το δικαίωμα κάθε
νομοθετικού σώματος να επιβάλει οποιουσδήποτε περιορισμούς στη βασιλική
εξουσία. Αν και παραδεχόταν ότι οι ηγεμόνες που παραβίαζαν τον θείο ή τον
φυσικό νόμο ήταν τύραννοι, αρνούνταν να δεχτεί ότι οι υπήκοοι του είχαν
δικαίωμα εξεγέρσεως εναντίον τους. Η
εξουσία του ηγεμόνα προερχόταν από το θεό και η υπέρτατη υποχρέωση του λαού
ήταν η παθητική υποταγή. Η επανάσταση έπρεπε να αποφεύγεται με κάθε θυσία,
επειδή καταστρέφει την ισορροπία εκείνη που αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση κάθε
προόδου. Η κύρια συμβολή του Μποντέν, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, ήταν η
διατύπωση του δόγματος της κυριαρχίας,
που καθόρισε ως «ανώτατη εξουσία επάνω σε πολίτες και υπηκόους, που δεν
δεσμεύεται από νόμους». Με αυτό εννοούσε ότι ο ηγεμόνας, που είναι ο μόνος κυρίαρχος του κράτους, δεν δεσμεύεται από
ανθρώπινους νόμους. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως νομικός περιορισμός στην
εξουσία του εκτός από την υποταγή στον φυσικό ή ηθικό νόμο που έχει προέλθει
από το Θεό.
Το εξώφυλλο της πρώτης εκδοσης του Λεβιάθαν |
Ο μεγάλος Ολλανδός Γκρότιους (Hugo Grotius, 1583-1645) μπορεί να θεωρηθεί ένας ακόμα εκφραστής του
απολυταρχισμού, αν και γι’ αυτόν, το ζήτημα της εξουσίας σ’ ένα κράτος ήταν
μάλλον περιθωριακό σε σχέση με το ευρύτερο πρόβλημα των σχέσεων μεταξύ κρατών.
Ζώντας την περίοδο της εξέγερσης των Κάτω Χωρών και του Τριακονταετούς Πολέμου,
ο Γκρότιους είχε πειστεί για την
αναγκαιότητα κανόνων που θα περιόριζαν τις διακρατικές σχέσεις σε ένα σχήμα
λογικής και τάξης. Έγραψε το περίφημο έργο Νόμος του Πολέμου και της Ειρήνης για να αποδείξει ότι οι αρχές της
πρωτογενούς δικαιοσύνης και ηθικής πρέπει να κυριαρχούν στις σχέσεις μεταξύ των
εθνών. Είχε αντλήσει μερικές από αυτές τις αρχές από το ρωμαϊκό Δίκαιο των λαών
και άλλες από το μεσαιωνικό φυσικό δίκαιο. Για
τις εμπεριστατωμένες απόψεις του θεωρείται ένας από τους κυριότερους ιδρυτές
του διεθνούς δικαίου. Η απέχθειά του
προς τις ταραχές τον οδήγησε επίσης να συνηγορήσει υπέρ της απολυταρχικής
διακυβέρνησης. Δεν καταλάβαινε πως μπορούσε να επιτευχθεί η τήρηση της τάξης
στο εσωτερικό μιας επικράτειας, αν ο ηγέτης της δεν διέθετε απεριόριστη
εξουσία. Υποστήριξε ότι, αρχικά οι άνθρωποι, είτε είχαν παραδοθεί με τη
θέλησή τους σε κάποιον ηγέτη είτε είχαν υποχρεωθεί να υποκύψουν σ’ αυτόν,
εξαιτίας της ανώτερης δύναμής του, μια
και είχαν εγκαθιδρύσει ένα κράτος, όφειλαν να υποτάσσονται σ’ αυτόν αδιαμαρτύρητα για πάντα […]
Ο μερκαντιλισμός και
η πολιτική των μοναρχών ταίριαζαν απόλυτα με τις νέες θεωρίες του
απολυταρχισμού. Η ρήση «Το κράτος είμαι
εγώ» που αποδίδεται στον Λουδοβίκο τον ΙΔ΄, δεν ήταν απλώς ο αυθάδης
κομπασμός ενός τυράννου, αλλά εξέφραζε
σε μεγάλο βαθμό την επικρατούσα αντίληψη για τη διακυβέρνηση των χωρών της
ηπειρωτικής Ευρώπης.
(ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ, 2006, σελ.
332-336)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου