Θεωρούμε στο εξής βέβαιο πως ο καπιταλισμός αποτελεί ένα βασικό και
καθοριστικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, που είναι έμφυτη,
ουσιαστική για κάθε άνθρωπο η ιδιότητα του «κεφαλαιούχου», και πως αν πάψει να
είναι τέτοιος σημαίνει πως βγαίνει απλούστατα απ’ την ανθρώπινη φύση και
αξιοπρέπεια. Αυτό έχει οριστικά κατακτηθεί χάρη στη σύγχρονη βιολογία. Κάθε
θεωρία, σε οποιονδήποτε τομέα κι αν αναφέρεται, θα αυτοκαταγγελόταν σαν
αντίθετη προς την ανθρώπινη φύση αν ήταν «apriori» αντικαπιταλιστική. […]
Ο καπιταλισμός και η ανθρώπινη
ελευθερία βρίσκονται μέσα στο ίδιο το ερευνητικό βιολογικό ένστικτο που
διακρίνει κατά τρόπο αναμφισβήτητο τον άνθρωπο από το ζώο. Το ζώο ερευνά κι
εκείνο, αλλά το πεδίο της εξερεύνησής του περιορίζεται στην επιβίωσή του και
την αναπαραγωγή του. Όπως το ζώο, ο άνθρωπος διαλέγει ανάμεσα σ’ εκείνο που του
είναι χρήσιμο κι εκείνο που του είναι βλαβερό. Όμως επεκτείνει απεριόριστα το
πεδίο του χρήσιμου και του βλαβερού, γιατί προωθεί τις σκοπιμότητές του ως το
άπειρο: οι επιλογές του αφορούν συχνά αφιλοκερδείς σκοπούς, διαλέγει ανάμεσα σε
ότι του φαίνεται αληθινό και ψεύτικο, ωραίο κι άσχημο, καλό και κακό, χωρίς καν
αυτές οι διακρίσεις να τον αφορούν προσωπικά. Αυτό αποτελεί μια θαυμαστή
ιδιαιτερότητα σε σύγκριση με το ζώο. Το κριτήριό του για το χρήσιμο και το
βλαβερό μπορεί να βρίσκεται χρονικά πολύ πιο πέρα απ’ αυτόν. Ο άνθρωπος μπορεί να πει ψέματα. […]
Χάρη στο γενετικό του «κεφάλαιο»,
το ζώο και γενικά κάθε τι ζωντανό, είναι ικανό να αναπτύσσεται και να
αναπαράγεται πριν τη μοιραία φθορά. Πέρα όμως απ’ αυτό, το γενετικό κεφάλαιο
που κατέχει, όπως κάθε ζωντανό πράγμα, ο άνθρωπος είναι «προγραμματισμένος για
να καταλαβαίνει»: έχει λοιπόν κι αυτός ένα γενετικό κεφάλαιο, αλλά
προσανατολισμένο προς τη γνώση του σύμπαντος και του κάθε είναι γενικά, χωρίς περιορισμό αντικειμένου.
Ο σκίουρος που μαζεύει φουντούκια
στην κουφάλα ενός δένδρου για να εξασφαλίσει τη χειμερινή του επιβίωση, είναι
ένας συλλέκτης, ένας αποθησαυριστής, όχι όμως ένας «κεφαλαιούχος», γιατί το
σχέδιό του δεν πάει πέρα από τη συντήρησή του. Η προμήθειά του είναι μια μικρή
αποθήκη, ένα απόθεμα τροφίμων, δεν είναι «κεφάλαιο». Έτσι κι ο νομάδας που
πηγαίνει το κοπάδι του από βοσκή σε βοσκή, ανάλογα με τους καιρούς και τις
βροχές, δεν είναι κεφαλαιούχος, τουλάχιστον από αυτήν την άποψη. Παίρνει αλλά
δεν δημιουργεί, δεν παράγει.
Όμως εκείνος που πρώτος θέρισε
σιτηρά, τα χτύπησε, ξεχώρισε τους σπόρους και τους έβαλε κατά μέρος για να τους
σπείρει την επόμενη άνοιξη, σε ένα έδαφος που θα έχει προηγουμένως σκάψει και
ετοιμάσει για να τους δεχτεί, αυτός, μάλιστα, έκανε μια πράξη φανερά
καπιταλιστική. Η αποθησαύριση των σπόρων έχει τελείως διαφορετική έννοια από τη
συλλογή φουντουκιών από τον σκίουρο. Είναι ένα σχέδιο που επεκτάθηκε και πέρασε
από το βραχυπρόθεσμο σο μακροπρόθεσμο. Ο πρώτος γεωργός είχε κιόλας προβλέψει
τις μελλοντικές σοδειές, ήξερε πως θα ξεπεράσει τις δικές του ανάγκες και τις
άμεσες προϋποθέσεις της συντήρησής του. […] Ο άνθρωπος υπήρξε «κεφαλαιούχος» εκατομμύρια χρόνια πριν από την
εμφάνιση του χρήματος και του νομίσματος, που είναι εφευρέσεις σχετικά
πρόσφατες. Και ο καπιταλισμός υπήρξε και μάλιστα με επιτυχία, το μόνιμο κίνητρο των
προόδων της ανθρωπότητας σε όλους τους τομείς, εκατομμύρια χρόνια πριν εμφανισθεί αυτή η κοινωνική τάξη, η σχετικά
πρόσφατη (Δυτική Ευρώπη) που ονομάστηκε
«αστική». Το καθαρό και αναμφισβήτητο συμπέρασμα είναι ότι η ταύτιση του καπιταλισμού πρώτα με το
χρήμα και κατόπιν με την αστική τάξη είναι απόλυτα εσφαλμένη, καταχρηστική και
με δύο λέξεις ανόητη. Είναι κάτι που υποβιβάζει πνευματικά όλους εκείνους
που το υποστηρίζουν. […] Πρόκειται για μια απάτη, που βρίσκεται σε πλήρη
αντίφαση με όλα όσα ξέρουμε για την φύση του ανθρώπου, τη βιολογία του και τη
σχετικά μακρόχρονη ιστορία της ανθρωπότητας. […] Η σύγχυση που έχει γίνει
ανάμεσα στον καπιταλισμό από τη μια μεριά και το χρήμα και τον αστικό κόσμο από
την άλλη, είναι ένα από τα χειρότερα αίσχη της εποχής μας. [...]
Πρέπει να παρατηρήσουμε ως πιο
σημείο η ιδιοκτησία συνδέεται με τον καπιταλισμό, δηλαδή σε τελευταία ανάλυση με
την παραγωγή. Το ίδιο το κεφάλαιο, η ίδια η παραγωγή δικαιολογούν την ιδιοκτησία,
και όχι το αντίστροφο. Ο πρώτος άνθρωπος που μάγεψε και ξεχώρισε σπόρους άγριου
σιταριού, που τους φύλαξε για να τους σπείρει, ήταν κιόλας ο αποκλειστικός
ιδιοκτήτης αυτού του σωρού των σπόρων, ακριβώς επειδή ήταν σπόροι κι ήταν ο
μόνος που αποτελούσε τον σύνδεσμο ανάμεσα σε αυτούς τους σπόρους και την
παραγωγή της σοδειάς. Πάντα με το ίδιο σχέδιο στο κεφάλι, ο άνθρωπος διάλεξε
ένα κομμάτι γης, το έσκαψε με τα εργαλεία του και ξερίζωσε τα αγριόχορτα.
Έπειτα έσπειρε. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα έβαλε κάποια όρια σ εκείνο το
χωράφι, ίσως ένα φράχτη, λιγότερο εναντίον των άλλων ανθρώπων και περισσότερο
εναντίον των ζώων. Δεν υπερασπίζονταν τόσο τη γη όσο τη μελλοντική του σοδειά,
την παραγωγή του, πάντως όμως έβαλε όρια στη γη. Η οικειοποίηση αυτής της γης
φάνηκε στον ίδιο και σ’ όλους τους γύρω του απόλυτα νόμιμη, γιατί, μ’ αυτή την
οικειοποίηση, προστάτευε, εκτός από την μελλοντική του σοδειά, την εργασία που
είχε ήδη κάνει και την παραγωγική του ιδιοφυία. […]
Ο άνθρωπος «οριοθετεί το έδαφός του»
για λόγους που ξεπερνούν πολύ τη βιολογική ικανοποίηση, προπαντός για τη χαρά
της εξερεύνησης, της δημιουργίας, της παραγωγικής διαδικασίας. Αν δεν το προσέξει
κανείς αυτό, του ξεφεύγει το ουσιώδες στοιχείο της αυστηρά ανθρώπινης
«ιδιοκτησίας». Αυτό το σφάλμα διαπράχθηκε σ’ όλη τη διάρκεια της Αστικής
Εποχής. Και το ’καναν, φυσικά, κι οι σοσιαλιστές και κομμουνιστές που μένουν μ’
επιμονή μέσα στα όρια της αστικής λογικής. Η μυθολογία της εθνικοποίησης εκφράζει
πιστά αυτό το σφάλμα. Νομίζουν ότι αρπάζουν μια ιδιοκτησία όταν αρπάζουν τα
μέσα παραγωγής. Σήμερα αυτή η σκέψη είναι παιδαριώδης. […]
Όμως, πρέπει ασφαλώς να μεταφέρει
κανείς τον καπιταλισμό πολύ πιο πίσω από αυτή την πρώτη σιταποθήκη κι αυτές τις
πρώτες σπορές: ο καπιταλισμός είναι στην
πραγματικότητα σύγχρονος με τον άνθρωπο. Δεν είναι κανείς άνθρωπος αν δεν είναι κατά κάποιο τρόπο κεφαλαιούχος,
αν δεν είναι προσανατολισμένος προς κάποια παραγωγή. Ο άνθρωπος που έφτιαξε το
πρώτο εργαλείο από ξύλο ή από πέτρα κατασκεύασε ένα όργανο με καθορισμένο
σκοπό: να σκάψει, να σκαλίσει, ν’ ανάψει φωτιά κλπ. Ο άνθρωπος που δημιούργησε
το πρώτο τόξο και το πρώτο βέλος κι εκείνος που έφτιαξε το πρώτο αγκίστρι για
ψάρεμα, κεφαλαιοποίησαν κι οι δύο ένα μέσο παραγωγής με σκοπό το κυνήγι και το
ψάρεμα. […] Παράλληλα προς το εργαλείο, ο ίδιος άνθρωπος είχε δημιουργήσει την
τεχνική που χρειαζόταν για να κατασκευάζει το εργαλείο και να το χρησιμοποιεί:
ήταν ένας «κεφαλαιούχος». Ήδη το χέρι αποτελεί το πρώτο εργαλείο του ανθρώπου,
που βρίσκεται στη διάθεση του εγκεφάλου του. […] Όπως μου το ’γραψε ο Λού Σαλλερόν:
«Ο άνθρωπος είναι ζώο που κεφαλαιοποιεί, προνόμιο μοναδικό στο ζωικό βασίλειο.
Κεφαλαιοποιεί τα αγαθά του, κι αυτό ονομάζεται καπιταλισμός. Κεφαλαιοποιεί τις κατακτήσεις του πνεύματός του, κι
αυτό ονομάζεται πολιτισμός». […] Δεν
βγαίνει κανείς από τον καπιταλισμό χωρίς να ξαναπέσει στη βαρβαρότητα. […] Όλα
αυτά έχουν πολύ σημαντικές συνέπειες. Η πρώτη είναι ότι η άρνηση του
καπιταλισμού, του κεφαλαίου, της κεφαλαιοποίησης, ισοδυναμεί με άρνηση της
ανταλλαγής των αγαθών (ακόμα και των πνευματικών) οδηγεί σε ένα αφάνταστο
ανθρώπινο κατάντημα. […]
D. L. Bruckberger, Ο
καπιταλισμός
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ, 1985, σελ. 30-38)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου