Μια συσσώρευση πλούτου που δεν θα
προσανατολιζόταν προς την παραγωγή δεν είναι πια κεφάλαιο, δεν είναι μια
ζωντανή πραγματικότητα. Ένα έδαφος, όσο γόνιμο κι αν είναι, όταν δεν
καλλιεργείται για μια παραγωγή, δεν είναι κεφάλαιο, δεν αποτελεί ουσιαστικά
«ιδιοκτησία». Η ιδιοκτησία συνεπάγεται τη χρήση, μια χρήση ζωντανή και γόνιμη.
[…]
Έτσι και οι νομαδικοί πληθυσμοί
της Αραβίας κατέχουν ανέκαθεν ένα έδαφος όπου βρίσκονται τεράστια αποθέματα
πετρελαίου. Δεν ανακάλυψαν όμως αυτοί τις ενεργειακές ιδιότητες του πετρελαίου,
δεν εκμεταλλεύτηκαν πρώτοι τα κοιτάσματα που βρίσκονται λίγο πιο κάτω από κει
που περνούσαν οι καμήλες τους. Το γεγονός ότι σήμερα θεωρούνται «ιδιοκτήτες»
αυτών των κοιτασμάτων αποτελεί ένα ιστορικό και πολιτικό καλαμπούρι, που δεν
αλλάζει τα πράγματα πάρα πολύ επιφανειακά, και ασφαλώς πολύ προσωρινά. […]
Όταν οι σύγχρονοι βιολόγοι μιλούν […] για
«γενετικό κεφάλαιο», […] ορίζουν μ’ αυτή την έκφραση το άθροισμα των στοιχείων
που είναι ουσιώδη για την ύπαρξη κάποιου ζωντανού είδους, αλλά στοιχείων συνασπισμένων,
οργανωμένων, αλληλέγγυων αναμεταξύ τους (όπως τα γράμματα που βρίσκονται σε μια
λέξη είναι αλληλέγγυα για να δώσουν ένα καθορισμένο νόημα), ιεραρχημένων
μάλιστα και διαταγμένων έτσι ώστε να εξασφαλίζουν την επιβίωση όχι μόνο του
ατόμου αλλά και του είδους, δηλαδή την αναπαραγωγή. Η λέξη «παραγωγή»
εγκαταλείπεται. Ο σκοπός του γενετικού κεφαλαίου είναι η αναπαραγωγή. Δεν θα
μπορούσε να μιλήσει κανείς για γενετικό «κεφάλαιο» αν δεν συνεπαγόταν αυτή την
ουσιώδη τελική σκοπιμότητα της παραγωγής. […]
Ο άνθρωπος είναι κι αυτός ένα
ζώο, κι εκείνο που, ισχύει για το ζώο ισχύει και γι’ αυτόν. Σαν ζωντανό πλάσμα,
απ’ τη στιγμή που συλλαμβάνεται ο άνθρωπος είναι ιδιοκτήτης ενός γενετικού
κεφαλαίου που προσανατολίζεται προς τη διατήρηση του είδους και την ίδια του
την αναπαραγωγή. Ο άνθρωπος όμως είναι κάτι περισσότερο από ζώο, ή μάλλον είναι
κάποιος, και στο σημείο αυτό, οι βιολόγοι σηκώνουν τα χέρια. Για να οριστεί
αυτό το «κάτι περισσότερο», αυτή η παράξενη ιδιαιτερότητα του να είναι κανείς
κάποιος, πρέπει να αναγνωρίσουμε πως δεν φτάνει η βιολογία. Ο καθηγητής
Φρανσουά Ζακόμπ, που έχει πάρει το βραβείο Νόμπελ, […] χρησιμοποιεί ένα εύρημα
που με ενθουσιάζει: «Ο άνθρωπος», λέει, «είναι
προγραμματισμένος για να καταλαβαίνει». […] Να καταλαβαίνει τι; […]
γιατί δεν υπάρχουν όρια στη δυνατότητα του καταλαβαίνει κανείς. […]
Δεν υπάρχουν όρια σ’ αυτό το «να
καταλαβαίνει». Κάτι που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο τον σπρώχνει να εξερευνά το
άγνωστο, κι αυτό το κάτι, στην περίπτωση του, έχει τη δύναμη ενός επιτακτικού
βιολογικού ενστίκτου, ίσως επιτακτικότερου από το σεξουαλικό ένστικτο που τον
σπρώχνει στο να αναπαράγεται. Πέρα από το ένστικτο αυτοσυντήρησης του ζώου, ο
άνθρωπος έχει ένα δεύτερο ένστικτο, το ίδιο ζωτικό, προσανατολισμένο προς την
εξερεύνηση και τη γνώση. Βέβαια, στον άνθρωπο, τα δύο αυτά εξίσου βασικά
ένστικτα μπορούν να συνεργάζονται, να αλληλοενισχύονται, αλλά μπορούν και να
αντιπαρατάσσονται, να μάχονται το ’να τα’ άλλο, και τότε η κατάσταση γίνεται
δραματική. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που μπορεί να ζήσει ένα δράμα. Είναι κι
αυτό ανθρώπινο, ο άνθρωπος είναι το μόνο τραγικό ζώο. Στην πραγματικότητα, δεν
είναι ούτε άγγελος ούτε ζώο, αλλά συμπεριφέρεται διαδοχικά σαν άγγελος η σα
ζώο. Η πιο συνηθισμένη δυστυχία του είναι πως όταν θέλει να κάνει τον άγγελο
συμπεριφέρεται σα ζώο, και όταν θέλει να κάνει το ζώο το καταφέρνει με την
πρώτη. […]
Ο άνθρωπος είναι προγραμματισμένος για να καταλάβει, για να συγκρατεί
εκείνο που κατάλαβε, δηλαδή για να το κεφαλαιοποιεί. Όταν το μωρό
καταλαβαίνει σιγά σιγά να χρησιμοποιεί το σώμα και τις αισθήσεις του,
κεφαλαιοποιεί τις εμπειρίες του, κεφαλαιοποιεί όλο και περισσότερο υλικό. Κάθε
μέρα και πιο πολύ. Όταν, από μιμητισμό, μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα,
κεφαλαιοποιεί αυτή τη γλώσσα, που θα το βοηθήσει να καταλαβαίνει και να γίνεται
κατανοητό. Αν ξέραμε να βλέπουμε ως πιο σημείο η μικρή παιδική ηλικία ενός
αδηφάγου και βιαστικού καπιταλισμού, θαυμαστά ενεργού και δραστήριου, ενόψει
της παραγωγής που το ίδιο ανθρώπινο θα πραγματοποιήσει στην ενηλικίωση του,
ώστε να είναι ικανό να «καταλάβει» όσο το δυνατόν καλύτερα, αφθονότερα και προς
όλες τις κατευθύνσεις να εξασφαλίσει με τον καλύτερο τρόπο και σ’ όλα τα
επίπεδα την επιβίωση του είδους.
Αλλοίμονο! Η έξοδος από την
παιδική ηλικία καταστρέφει συχνά τον θαυμαστό αυτό «κατακτητικό» καπιταλισμό
που χαρακτηρίζει την πρώτη περίοδο της ανθρώπινης ζωής, και που στο βάθος ασκεί
τόση γοητεία ακόμα και στους πιο σκληρούς, τους πιο αργόστροφους από μας. Τον
καιρό που είμαστε στ’ αλήθεια παιδιά, αυθεντικοί καπιταλιστές, είμαστε αληθινά
οι εαυτοί μας, η προσωπικότητά μας βρισκόταν σε πλήρη έκφανση. Η παιδική ηλικία
είναι κατ’ εξοχήν η ηλικία της κεφαλαιοποίησης του πλούτου που παράγεται και
που υπόσχεται ένα μέλλον. Επειδή είναι ουσιαστικά η «κεφαλαιοποιητική» περίοδος
της ύπαρξης του, αποτελεί για τον άνθρωπο την πιο ευτυχισμένη ηλικία, εκείνη
που μας εμπνέει ένα σχεδόν ιερό σεβασμό.
D. L. Bruckberger, Ο
καπιταλισμός
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ, 1985, σελ. 23-27)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου