Όλη τη χρονιά, τα ζώα δούλεψαν
σαν σκλάβοι. Αλλά ήταν ευτυχισμένα με τη δουλειά τους· δεν βαρυγκωμούσαν
καθόλου γιατί ήξεραν πως ότι έκαναν ήταν για το καλό τους και για κείνους που
θα ερχόταν μετά απ’ αυτούς, και όχι για ένα μάτσο άχρηστους, τεμπέληδες
ανθρώπους.
Σ’ όλο το διάστημα της άνοιξης
και του καλοκαιριού, εργάζονταν εξήντα ώρες την εβδομάδα, και τον Αύγουστο, ο
Ναπολέων ειδοποίησε ότι θάπρεπε να εργάζονται και την Κυριακή το απόγευμα.
Βέβαια, αυτή η επιπλέον εργασία ήταν εθελοντική, αλλά όποιο ζώο δεν θα πήγαινε,
θα μειώνονταν το συσσίτιό του στο μισό. Όμως, παρ’ όλα αυτά τα μέτρα, η δουλειά
έμενε πάντα πίσω. […]
Ο ανεμόμυλος παρουσίασε
απροσδόκητες δυσκολίες […] Παρ’ όλο το φόρτο εργασίας, τα ζώα δεν αισθάνονταν
άσχημα αυτό το καλοκαίρι. Αν και δεν είχαν περισσότερο φαγητό απ’ όσο τον καιρό
του Τζόουνς τουλάχιστον δεν είχαν λιγότερο. Το γεγονός ότι είχαν να τρέφουν
μόνο τους εαυτούς τους και όχι τους πέντε άχρηστους ανθρώπους που είχαν πριν,
τους φαινόταν τόσο σπουδαίο πλεονέκτημα, που μπορούσε ν’ αντισταθμίσει πολλά
κακά. […] Όπως και νάναι, καθώς έφευγε το καλοκαίρι, άρχισαν να γίνονται
αισθητές διάφορες απρόβλεπτες ελλείψεις. […]
Μια Κυριακή πρωί, που τα ζώα
είχαν μαζευτεί για να πάρουν διαταγές, ο Ναπολέων τους ανακοίνωσε ότι αποφάσισε
να εφαρμόσει νέα τακτική. Από τώρα και στο εξής το Κτήμα των Ζώων, θα
συναλλασσόταν με τα γειτονικά κτήματα: όχι βέβαια για κανένα εμπορικό σκοπό,
αλλά απλώς για να αποκτήσουν ορισμένα υλικά που χρειάζονταν επειγόντως. […]
Για μια φορά ακόμα, τα ζώα
ένοιωσαν μια αόριστη ανησυχία. «Ποτέ δεν πρέπει να έχουμε δοσοληψίες με τους
ανθρώπους». «Ποτέ δεν πρέπει να κάνουμε εμπορικές συμφωνίες». «Ποτέ δεν πρέπει
ν’ αγγίζουμε χρήματα». Αυτές δεν ήταν από τις πρώτες αποφάσεις που πάρθηκαν
μετά το διωγμό του Τζόουνς; Όλα τα ζώα θυμόνταν αυτές τις αποφάσεις: ή
τουλάχιστον νόμιζαν ότι τις θυμόνταν. Τα τέσσερα γουρούνια που είχαν
διαμαρτυρηθεί όταν ο Ναπολέων κατήργησε τις συνεδριάσεις, ύψωσαν δειλά τη φωνή
τους, αλλά σώπασαν αμέσως μετά το τρομακτικό ουρλιαχτό που έμπηξαν οι σκύλοι.
Τότε, όπως συνήθως, τα πρόβατα ξέσπασαν στο «Τέσσερα πόδια καλό, δύο πόδια
κακό!» και η στιγμιαία αμηχανία πέρασε. Τελικά ο Ναπολέων σήκωσε το πόδι του
για να γίνει ησυχία και ανήγγειλε ότι είχε ήδη τακτοποιήσει το ζήτημα. Δεν θα
χρειαζόταν να έρθει κανένα ζώο σ’ επικοινωνία με ανθρώπους, πράγμα που βέβαια
θα ήταν πολύ δυσάρεστο. Σκόπευε να σηκώσει ο ίδιος αυτό το βάρος στους ώμους
του. Κάποιος κύριος Ουάιμπερ, ένας δικηγόρος […] είχε αναλάβει να μεσολαβήσει
μεταξύ του Κτήματος των Ζώων και του έξω κόσμου, […] Ο Ναπολέων τελείωσε το
λόγο του με τη συνηθισμένη του κραυγή «Ζήτω το Κτήμα των Ζώων!», και αφού
τραγούδησαν τον ύμνο, τα ζώα διαλύθηκαν. […]
Κάθε Δευτέρα, όπως είχαν
συμφωνήσει, ο κύριος Ουάιμπερ έκανε την επίσκεψή του στο αγρόκτημα. […] Τα ζώα
παρακολουθούσαν το πήγαινε έλα του με ένα είδος φόβου, και τον απέφευγαν όσο
μπορούσαν. Οπωσδήποτε, η θέα του Ναπολέοντα στα τέσσερά του πόδια, να δίνει
διαταγές στον Ουάιμπερ που στεκόταν στα δύο του πόδια, εξύψωνε την περηφάνια
τους, και συνθηκολόγησαν με τη νέα κατάσταση. Τώρα οι σχέσεις με την ανθρώπινη
ράτσα, δεν ήταν όπως πριν. Οι άνθρωποι δε μισούσαν, τώρα λιγότερο το κτήμα των
Ζώων: για να πούμε την αλήθεια, το μισούσαν περισσότερο από ποτέ. Κάθε άνθρωπος
είχε σαν άρθρο πίστης ότι το αγρόκτημα αργά ή γρήγορα θα χρεοκοπούσε, και πάνω
απ’ όλα, ότι ο ανεμόμυλος ήταν σχέδιο καταδικασμένο να αποτύχει. […] Κι όμως,
παρ’ όλα αυτά, χωρίς να το θέλουν, είχαν ένα είδος σεβασμού για την
αποτελεσματικότητα με την οποία τα ζώα διεκπεραίωναν τις υποθέσεις τους […]
Περίπου τότε ήταν που τα
γουρούνια ξαφνικά μετακόμισαν στο σπίτι του αγροκτήματος και το έκαναν μόνιμη
κατοικία τους. Ακόμα μια φορά τα ζώα έδειξαν να θυμούνται ότι τις πρώτες μέρες
είχε βγει μια απόφαση εναντίον αυτής της συνήθειας· και ακόμα μια φορά ο
Σκουήλερ φάνηκε πρόθυμος να τα πείσει ότι δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Ήταν
εντελώς απαραίτητο, είπε, για τα γουρούνια, που ήταν το μυαλό του αγροκτήματος,
να έχουν μια ήσυχη γωνιά να εργάζονται. Επίσης ταίριαζε περισσότερο στην
αξιοπρέπεια του Αρχηγού (τελευταία είχε αρχίσει να προσφωνεί τον Ναπολέοντα
«Αρχηγό»), να μένει σ’ ένα σπίτι αντί σε μια σκέτη τρώγλη. […] «Δεν πιστεύω να
υπάρχει κανένας που να επιθυμεί να ξανάρθει ο Τζόουνς;»
Τα ζώα τον βεβαίωσαν αμέσως για
το αντίθετο, και έτσι δεν ειπώθηκε τίποτα πια πάνω στο θέμα […] Κι όταν, έπειτα
από μερικές μέρες, ανακοινώθηκε ότι τα γουρούνια στο εξής θα σηκώνονταν μια ώρα
αργότερα απ’ τα’ άλλα ζώα, δεν έγινε κανένα παράπονο ούτε και γι’ αυτό.
Κατά το φθινόπωρο τα ζώα ήταν
κατάκοπα, αλλά ευτυχισμένα. Πέρασαν ένα δύσκολο χρόνο, μετά το πούλημα του
σανού και του καλαμποκιού, οι προμήθειες των τροφίμων για το χειμώνα δεν ήταν
αρκετές, αλλά ο ανεμόμυλος ήταν αρκετή ανταμοιβή για όλα. Ήταν τώρα σχεδόν
μισοκτισμένος […] Στις ελεύθερες ώρες τα ζώα γυρόφερναν τον μισοτελειωμένο μύλο
θαυμάζοντας τους τεράστιους, κάθετους τοίχους, έχοντας ταυτόχρονα κι ένα
αυτοθαυμασμό για το πώς κατάφεραν να χτίσουν κάτι τόσο επιβλητικό και
μεγαλοπρεπές. Μόνο ο γέρο-Βενιαμίν δε φάνηκε να ενθουσιάζεται με τον ανεμόμυλο,
και όπως συνήθως, επανέλαβε την αινιγματική του παρατήρηση ότι οι γάιδαροι ζουν
πολλά χρόνια.
Ο Νοέμβριος, έφτασε με κάτι
λυσσασμένους νοτιοδυτικούς ανέμους. […] Μια νύχτα η θύελλα ξέσπασε τόσο
μανιασμένη, που τα κτίρια του κτήματος σείστηκαν συθέμελα […] Το πρωί, τα ζώα
βγήκαν από το παχνί τους […] Ξαφνικά, μια κραυγή απελπισίας βγήκε απ’ τα χείλια
όλων. Αντίκρισαν κάτι τρομερό: Ο ανεμόμυλος είχε σωριαστεί σ’ ερείπια.
Όλα μαζί, όρμησαν προς τα εκεί. Ο
Ναπολέων, ο οποίος έβγαινε σπάνια, έτρεξε πιο μπροστά απ’ όλους. Ναι, ο καρπός
του μόχθου τους, κείτονταν εκεί σωριασμένος στα θεμέλιά του, […]Ο Ναπολέων
περπατούσε πέρα – δώθε σιωπηλά, […] Ξαφνικά, σταμάτησε σα να φωτίστηκε το μυαλό
του.
«Σύντροφοι», είπε ήσυχα, «ξέρετε
ποιος είναι υπεύθυνος γι’ αυτό; Ξέρετε ποιος είναι ο εχθρός που ήρθε μέσα στη
νύχτα και κατάστρεψε τον ανεμόμυλο μας; Ο ΣΝΟΟΥΜΠΩΛ!», βρυχήθηκε ξαφνικά με μια
φωνή σαν κεραυνό. «Ο Σνόουμπωλ το έκανε αυτό! Από καθαρή κακία, με πρόθεση να
χαλάσει τα σχέδιά μας και να εκδικηθεί για την ντροπιασμένη εξορία του. […]
Σύντροφοι, αυτή τη στιγμή αποφασίζω τη θανατική καταδίκη του Σνόουμπωλ. Δίνω το
παράσημο «Ήρως Δευτέρας Τάξεως» και μισό κιλό μήλα σ’ όποιον τον σκοτώσει.
Ολόκληρο κιλό, σ’ όποιον τον πιάσει ζωντανό!» […]
«Όχι άλλες αργοπορίες,
σύντροφοι!» είπε ο Ναπολέων […] «Έχουμε δουλειά να κάνουμε. Σήμερα κιόλας θα
αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε τον ανεμόμυλο […] θα δείξουμε σ’ αυτόν τον άθλιο
προδότη ότι δεν μπορεί να καταστρέψει το έργο μας τόσο εύκολα. Να θυμόσαστε
σύντροφοι, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση τα σχέδιά μας να μείνουν
απραγματοποίητα. Πρέπει να εκτελεστούν μέχρι τέλους. Εμπρός, σύντροφοι! Ζήτω ο
ανεμόμυλος! Ζήτω το Κτήμα των Ζώων!».
(ΚΑΚΤΟΣ, 1978, σελ. 76-87)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου