Οι στρατηγικές
Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες η Αριστερά αντιμετώπιζε το πρόβλημα ποιό δρόμο έπρεπε ν’ ακολουθήσει
για την εγκαθίδρυση ενός ανεξάρτητου δημοκρατικού καθεστώτος στη χώρα. Οι διαθέσιμες στρατηγικές της (ας την ονομάσουμε Α) ήταν οι έξης:
Α1: άμεση
ένοπλη εξέγερση πριν τις εκλογές·
Α2: μη
συμμετοχή στις εκλογές και ένοπλος αγώνας αργότερα, ώστε να αξιοποιηθούν οι
υπάρχουσες νόμιμες συνθήκες για μια καλύτερη προετοιμασία·
A3: συμμετοχή
στις εκλογές και ένοπλος αγώνας αργότερα·
Α4: συμμετοχή
στις εκλογές, προσπάθεια για εξασφάλιση ελεύθερης πολιτικής δραστηριότητας και κατάκτηση με δημοκρατικά και ειρηνικά
μέσα τής πλειοψηφίας του πληθυσμού. Πολιτική και τεχνική προετοιμασία για
έναν ενδεχόμενο εμφύλιο πόλεμο πού θα τον προκαλούσαν οι αντιδραστικές δυνάμεις
για να παραβιάσουν τη λαϊκή θέληση.
Ή
στρατηγική Α2 ήταν η πολιτική πού ακλούθησε στην πραγματικότητα η Αριστερά. Είναι γενικά αποδεκτό ότι η αποχή από τις
εκλογές αποτέλεσε σοβαρό λάθος από μέρους της, πού επέτρεψε στη Δεξιά να
ενισχύσει τις θέσεις της στον κρατικό μηχανισμό, του οποίου απέκτησε τον
αποκλειστικό έλεγχο. Έχει υποστηριχθεί ότι, παρά το λάθος της αποχής, ήταν
ωστόσο δυνατό για την Αριστερά να εξασφαλίσει τη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο,
αρκεί ο ένοπλος αγώνας να άρχιζε νωρίτερα και να λύνονταν το «πρόβλημα των
εφεδρειών». Όλα δείχνουν πώς αυτό δεν είναι σωστό. Πρώτα απ’ όλα, η αργοπορία
για την έναρξη και ανάπτυξη του ανταρτικού αγώνα οφείλονταν κυρίως στο
αντικειμενικό γεγονός ότι οι λαϊκές μάζες δεν είχαν πειστεί ότι ο εμφύλιος
πόλεμος ήταν ο μοναδικός δρόμος για τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Όταν οι λαϊκές μάζες ακολουθούν ένα
κόμμα, αυτό δε σημαίνει ότι το κόμμα αυτό μπορεί να τις οδηγήσει όπου θέλει,
αν οι μάζες αυτές δεν έχουν πειστεί με την ίδια τους την πείρα για την ανάγκη
να ακολουθήσουν μια συγκεκριμένη πολιτική. Ο ισχυρισμός ότι οπαδοί τής
Αριστεράς επέμεναν για μια ενωρίτερη προσφυγή στα όπλα αφορά μια μειοψηφία του
λαού έντονα καταδιωκόμενου, ενώ οι μάζες τής Αριστεράς προτιμούσαν να
αντιμετωπιστεί η κατάσταση με μαζικό πολιτικό αγώνα και συμμετοχή στις εκλογές.
Όσον αφορά το «πρόβλημα των εφεδρειών», αυτό είναι πολύ περισσότερο πολιτικό
πρόβλημα παρά οργανωτικό. Μια λαθεμένη πολιτική πού απομονώνει την πολιτική
ηγεσία από τις λαϊκές μάζες δε μπορεί να λύσει ένα τέτοιο πρόβλημα. Η εξτρεμιστική πολιτική πού ακολούθησε η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος επιδεινώθηκε
από το γεγονός ότι ένας αγώνας πού είχε σαν αντικειμενικό περιεχόμενο την πάλη
για ανεξαρτησία και δημοκρατία διεξήχθη σα να ήταν αγώνας για το σοσιαλισμό.
Αυτό στέρησε το δημοκρατικό κίνημα από ενδεχόμενους πολιτικούς και κοινωνικούς
συμμάχους, οι όποιοι παρέμειναν έξω από τον αγώνα ή και αντιτάχθηκαν σ’ αυτόν.
Αλλά
κι αν υποθέταμε ότι ο εμφύλιος πόλεμος θα διεξάγονταν χωρίς λάθη και ελλείψεις,
πάλι θα ήταν τελείως απίθανο ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε νίκη. Βρετανικά
στρατεύματα παρέμεναν ακόμη στην Ελλάδα και θα μπορούσαν να έρθουν και
αμερικανικά επίσης στρατεύματα με αίτηση τής ελληνικής κυβέρνησης για να
επέμβουν στον εμφύλιο πόλεμο (το Δόγμα
Τρούμαν εξαγγέλθηκε από το Μάρτιο του 1947), ενώ οι σοσιαλιστικές χώρες
εξαιτίας της ειδικής θέσης τής Ελλάδας δε θα μπορούσαν να κάνουν τίποτε
περισσότερο από το να παρέχουν βοήθεια σε πολεμικό υλικό. Οι περιπτώσεις της
Κορέας και τού Βιετνάμ αποδεικνύουν ότι μια ανοικτή αμερικανική επέμβαση στην
Ελλάδα θα ήταν πολύ πιθανή σε περίπτωση ανάγκης. Επομένως, ένας ένοπλος αγώνας
εκείνη την εποχή στην Ελλάδα, διεξαγόμενος από μόνη την Αριστερά, θα μπορούσε
να οδηγήσει στη νίκη της, μόνο αν οι δυνάμεις της θα ήταν ικανές να
αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα τούς εγχώριους αντιπάλους τους καθώς και μια
αμερικανική στρατιωτική επέμβαση. Αλλά αυτό ήταν τελείως απίθανο: α) εξαιτίας
τού συγκεκριμένου συσχετισμού των δυνάμεων, όταν ο εμφύλιος πόλεμος διεξάγονταν
αποκλειστικά και μόνο από τις αριστερές δυνάμεις και β) εξαιτίας της
γεωγραφικής ιδιομορφίας τής Ελλάδος πού έκανε δύσκολο ένα ανταρτικό αγώνα
μακράς διαρκείας.
Όσον
αφορά τη στρατηγική A3, παρά τη συμμετοχή τής Αριστεράς στις εκλογές δε θα
αποτελούσε κάτι το ουσιαστικά διαφορετικό από τη στρατηγική Α2. Τα ευνοϊκά για την Αριστερά αποτελέσματα
μιας τέτοιας συμμετοχής θα μπορούσαν να είναι σαφή, μόνον αν υιοθετούνταν ή
στρατηγική Α4. 'Ένας παράλληλος αγώνας με τις δυνάμεις τού Κέντρου για την
αποτροπή τής πλήρους υποταγής της κρατικής μηχανής στη Δεξιά θα ήταν τότε πιο
αποτελεσματικός. ’Έτσι οι αντιδραστικές δυνάμεις θα
αντιμετώπιζαν το δίλημμα: είτε να δεχτούν μια ομαλή δημοκρατική εξέλιξη, είτε
να προσφύγουν στον εμφύλιο πόλεμο, πράγμα πού θα ήταν δυσμενέστατο γι’ αυτές
εξαιτίας των λιγότερο ισχυρών θέσεών τους στον κρατικό μηχανισμό (σε σύγκριση
με ό,τι έγινε μετά την αποχή) και της απομόνωσής τους από τις λαϊκές μάζες.
Ας εξετάσουμε τώρα τις διαθέσιμες στρατηγικές στις συντηρητικές δυνάμεις (παίκτης Β).
Β1: Αντιδραστική
δικτατορία πριν τις εκλογές.
Β2: Αντιδραστική
δικτατορία, όταν ή ομαλή δημοκρατική εξέλιξη θα έφθανε σε σημείο ώστε να θέτει
σε κίνδυνο το αντιδραστικό καθεστώς τής Δεξιάς και να οδηγεί στην εθνική
ανεξαρτησία και τη δημοκρατία.
Β3: Συμμόρφωση
προς τη νόμιμη κοινοβουλευτική εξέλιξη· χρήση ανοικτής βίας μόνο στην περίπτωση ένοπλης «παράνομης»
δραστηριότητας τής Αριστεράς.
Κώστας Φιλίνης, Θεωρία των Παιγνίων και Πολιτική
Στρατηγική, (Το
ανέκδοτο κεφάλαιο Ο εμφύλιος πόλεμος στην
Ελλάδα 1946-1949)
(ΘΕΜΕΛΙΟ,
2008)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου