[Όταν το αγόρι] δεν μπορεί πλέον να διατηρήσει την
αμφιβολία που του επιτρέπει να εξαιρεί τους δικούς του γονείς από την «απρεπή»
σεξουαλική συμπεριφορά του υπόλοιπου κόσμου, λέγει στον εαυτό του με κυνική
λογική ότι η διαφορά ανάμεσα στη μητέρα του και σε μια πόρνη τελικά δεν είναι
τόσο μεγάλη, εφ’ όσον κατά βάθος κάνουν και οι δύο το ίδιο πράγμα. Αυτά που του
έχουν πει [για το σεξ] αναβιώνουν τα μνημονικά ίχνη των πρωταρχικών
βρεφονηπιακών του εντυπώσεων και επιθυμιών, και επανεργοποιούν ορισμένα ψυχικά
συναισθήματα. Στο φως της καινούργια αυτής γνώσης, αρχίζει εκ νέου να επιθυμεί
τη μητέρα του και να μισεί τον πατέρα διότι στέκεται εμπόδιο στον δρόμο του. Το
αγόρι εισέρχεται, όπως λέγαμε, στην οιδιπόδεια φάση.
Σίγκμουντ
Φρόυντ, «Μια Ειδική Μορφή
Αντικειμενότροπης
Επιλογής των Ανδρών» (1910)
Ο
Οιδίπους, γιος του βασιλέως της Κορίνθου, μαθαίνει από ένα χρησμό ότι είναι
γραφτό του να σκοτώσει τον πατέρα του και να κοιμηθεί με τη μητέρα του.
Τρομοκρατημένος, τρέπεται εις φυγήν από την Κόρινθο και κατευθύνεται προς τη
Θήβα, αλλά στον δρόμο μπλέκεται σε καυγά με διερχομένους ταξιδιώτες. Το ένα
φέρνει τα’ άλλο και γρήγορα ο Οιδίπους τους σκοτώνει όλους. …
Όπως
αποδεικνύεται, ένας από τους ταξιδιώτες αυτούς ήταν ο πραγματικός πατέρας του
Οιδίποδα ο βασιλιάς της Θήβας Λάιος, ο οποίος -για να αποτρέψει την εκπλήρωση
ενός ταυτόσημου χρησμού για το νεογέννητο γιο του- είχε διατάξει να
εγκαταλείψουν το βρέφος στην πλαγιά ενός βουνού. Έτσι προσπαθώντας να διαφύγει
από πεπρωμένο του, ο Οιδίπους το
εκπληρώνει, αν και δεν το συνειδητοποιεί παρά αργότερα, αφού εν τω μεταξύ έχει
αναγορευθεί νέος βασιλιάς της Θήβας και νυμφευθεί τη βασίλισσα Ιοκάστη, η οποία
τελικά αποκαλύπτεται ότι είναι η μητέρα του. Και τότε, ο Οιδίπους
αυτοτιμωρείται βγάζοντας τα μάτια του.
«Ο
ελληνικός μύθος», συνεχίζει ο Φρόυντ … «αναδεικνύει μια παρόρμηση, που την
αναγνωρίζουμε όλοι μας, διότι νιώθουμε μέσα μας ίχνη της ύπαρξής της». Η
«παρόρμηση» που υπονοεί εδώ ο Φρόυντ –την οποία, όπως ομολογεί ένιωσε ο ίδιος
και την προσγράφει σε κάθε άνδρα-, είναι σεξουαλική επιθυμία για τη μητέρα του
και δολοφονική ζήλεια για τον πατέρα του. Βεβαίως, πρόκειται για καταχρηστική
ερμηνεία του ελληνικού μύθου, δεδομένου ότι στο έργο του Σοφοκλή, ο Οιδίπους
δεν νιώθει ούτε το ένα ούτε το άλλο, απλώς προσπαθώντας να αποφύγει τη μοίρα
του εκπληρώνει τη μοίρα του. Για τον Φρόυντ αυτό είναι αδιάφορο. Άδραξε το
παράδειγμα εν πάση περιπτώσει και αποκάλεσε την ατυχή αυτή παρόρμηση
«οιδιπόδειο σύμπλεγμα» - όρος ο οποίος πρωτοεμφανίζεται το 1910 στο άρθρο του
«Μια Ειδική Μορφή Αντικειμενότροπης Επιλογής των Ανδρών».
Με
την οιδιπόδεια ερμηνεία, ο Φρόυντ νόμισε ότι είχε βρει την απάντηση σε πολλά
συνηθισμένα νευρωτικά συμπτώματα. Μερικοί ασθενείς του επιθυμούσαν μόνο
γυναίκες, οι οποίες ήταν ήδη δεσμευμένες. Άλλοι αναζητούσαν ερωμένες επιρρεπείς
στην απιστία – ωσάν οι άνδρες αυτοί να επιζητούσαν την εχθρότητα και τη ζήλεια.
Μια τρίτη κατηγορία επέμενε να θεωρεί τα ερωτικά της αντικείμενα όντα μοναδικά
και αναντικατάστατα· άλλοι υπέφεραν από φαντασιώσεις περί «διασώσεως» μιας
γυναίκας από την επικείμενη απώλεια της τιμής της. Στον νου του Φρόυντ όλες
αυτές οι νευρωσικές επιθυμίες δεν ήταν παρά ακραίες εκδηλώσεις της οικουμενικής
και «φυσιολογικής στάσεως απέναντι στον έρωτα». Δηλαδή, περιπτώσεις ανώμαλες,
υπό την έννοια ότι τα άτομα με παρόμοιες επιθυμίες –οι ασθενείς- απλώς απέτυχαν
να ξεπεράσουν τα παιδικά τους συναισθήματα τα οποία οι περισσότεροι από εμάς
κατορθώνουμε να ελέγξουμε.
Τα
παιδικά αυτά συναισθήματα είναι ο έρωτας για τη μητέρα μας και η ζήλεια για τον
πατέρα μας. Η μητέρα είναι στην πραγματικότητα «μοναδική και αναντικατάστατη»·
ο πατέρας είναι ο εν ενεργεία ή δυνάμει σεξουαλικός αντίζηλος. Όταν ένα αγόρι,
στην αρχή της εφηβείας, πρωτακούει από τους συνομηλίκους του για το σεξ, αυτό
παρουσιάζεται ως κάτι «βρώμικο». Άρα, συμπεραίνει, «βρώμικοι» και οι γονείς
του, ως σεξουαλικοί εταίροι. Η σκέψη προκαλεί σοκ· και καθώς τα βρεφονηπιακά
σεξουαλικά συναισθήματα για τη μητέρα του αναβιώνουν και το κατακλύζουν, το
αγόρι αναπτύσσει φαντασιώσεις ότι τη «σώζει» από τον πατέρα του παίρνοντας τη
θέση του πατέρα.
Εκείνο
που αναβιώνει -και το οποίο φυσιολογικά ξεπερνιέται όταν ο έφηβος μεταφέρει τα
σεξουαλικά αισθήματα προς τα κορίτσια της ηλικίας του- είναι το οιδιπόδειο
σύμπλεγμα για το οποίο έψαχνε ο Φρόυντ.
Μάικλ Μακρόουν, ΕΥΡΗΚΑ!
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ Κ.
ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ, 1998, σελ. 220-223)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου