Η απόλυτη παιδαριώδης σύγκρουση. Δεν
μπορούμε να βρούμε το τηλεχειριστήριο ή τα κλειδιά, ο δρόμος είναι
μποτιλιαρισμένος, το εστιατόριο γεμάτο – κι έτσι λοιπόν κοπανάμε πόρτες,
ξεπατώνουμε γλάστρες και ουρλιάζουμε.
Ο Σενέκας τη χαρακτήρισε ένα είδος τρέλας:
Δεν υπάρχει ταχύτερος δρόμος
προς την παραφροσύνη. Πολλοί [οργισμένοι] … επικαλούνται θάνατο στα παιδιά
τους, πενία στους ίδιους, καταστροφή στο σπίτι τους, αρνούμενοι ότι είναι
θυμωμένοι, όπως ακριβώς οι τρελοί αρνούνται την παραφροσύνη τους. Εχθρεύονται
τους καλύτερους τους φίλους … κι αψηφώντας τους νόμους … κάνουν τα πάντα δια
της βίας … Το μεγαλύτερο όλων των δεινών τους έχει κυριεύσει, χειρότερο από
κάθε άλλο ελάττωμα.
(Περί
οργής, ΙΙ.36.5-6)
Σε πιο ήρεμες στιγμές, οι οργισμένοι ίσως ζητήσουν
συγνώμη εξηγώντας ότι τους κυρίευσε μια δύναμη που τους υπερέβαινε, που
υπερέβαινε με άλλα λόγια, τη λογική τους. «Εκείνος», ο λογικός εαυτός τους,
δεν εννοούσε τις προσβολές και μετανιώνει για τις φωνές· […] Πλέον οι
οργισμένοι καταφεύγουν σε μια κυρίαρχη άποψη για το μυαλό, όπου η ικανότητα της
λογικής, ή έδρα του πραγματικού εαυτού, παρουσιάζεται να δέχεται
περιστασιακά επίθεση από παράφορα συναισθήματα, τα οποία η λογική ούτε τα
αναγνωρίζει ούτε ευθύνεται γι’ αυτά.
Η συγκεκριμένη εξήγηση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την
άποψη του Σενέκα για το μυαλό, σύμφωνα με την οποία η οργή δεν
προέρχεται από μια ανεξέλεγκτη έκρηξη των παθών, αλλά από ένα βασικό
(και διορθώσιμο) λάθος της λογικής. Παραδέχτηκε ότι η λογική δεν ελέγχει
πάντοτε τις πράξεις μας: αν μας πιτσιλίσουν με παγωμένο νερό, ή μόνη επιλογή
που μας δίνει το σώμα μας είναι να ριγήσουμε· αν κάποιος πλησιάζει τα δάκτυλά
του στα μάτια μας, αναγκαστικά θα τα ανοιγοκλείσουμε. Όμως η οργή δεν
ανήκει στην κατηγορία των ακούσιων σωματικών αντιδράσεων, αλλά ξεσπάει
βασιζόμενη σε συγκεκριμένες λογικές ιδέες· αν μπορέσουμε να
αλλάξουμε τις ιδέες, θα αλλάξουμε και την τάση μας να οργιζόμαστε.
Και σύμφωνα με την άποψη του Σενέκα εκείνο που μας
εξοργίζει είναι οι επικίνδυνα αισιόδοξες αντιλήψεις για το πώς είναι ο κόσμος
και οι άλλοι άνθρωποι γύρω μας.
Ο βαθμός της αρνητικής μας αντίδρασης στην απογοήτευση
καθορίζεται αποφασιστικά από το τι θεωρούμε φυσιολογικό. Μπορεί να
απογοητευτούμε επειδή βρέχει, αλλά η εξοικείωση μας με τις βροχές σημαίνει ότι
είναι μάλλον απίθανο να αντιδράσουμε οργισμένα σε μια τέτοια περίπτωση. Οι
απογοητεύσεις μας αμβλύνονται εξαιτίας όσων θεωρούμε φυσιολογικά να συμβούν με
βάση την εμπειρία μας. Δεν μας κυριεύει η οργή κάθε φορά που μας στερούν ένα
αντικείμενο το οποίο ποθούμε, παρά μόνο όταν πιστεύουμε ότι το δικαιούμαστε. Η
εντονότερη οργή μας πηγάζει από γεγονότα που παραβιάζουν την προσωπική μας
αντίληψη για τους θεμελιώδεις κανόνες της ύπαρξης.
Αν κάποιος διέθετε χρήματα στην Αρχαία Ρώμη, ήταν αναμενόμενο
να διάγει έναν πολύ άνετο βίο. […] Ωστόσο, στις τάξεις των προνομιούχων έμοιαζε
να υπάρχει οργή σε ασυνήθιστα υψηλό βαθμό. «Η ευημερία ενισχύει την κακή
διάθεση» έγραψε ο Σενέκας, παρατηρώντας τους εύπορους φίλους γύρω
του να μιλάνε οργισμένα […] Ο Σενέκας
ήξερε ένα εύπορο άντρα, τον Βήδιο Πολλίωνα, φίλο του αυτοκράτορα Αυγούστου, ο
σκλάβος του οποίου μια φορά έριξε έναν δίσκο με κρυστάλλινα ποτήρια σε κάποιο
συμπόσιο. Ο Βήδιος […] θύμωσε τόσο ώστε διέταξε να πετάξουν τον σκλάβο σε μια
λίμνη με λάμπραινες.
Τέτοιες οργισμένες αντιδράσεις έχουν πάντοτε μια εξήγηση. Η
αιτία της οργής του Βήδιου Πολλίωνα ήταν προσδιορίσιμη: πίστευε σε ένα κόσμο
όπου στα συμπόσια τα ποτήρια δεν σπάνε. Φωνάζουμε όταν δεν βρίσκουμε το
τηλεχειριστήριο εξαιτίας της τυφλής πίστης μας σε έναν κόσμο όπου τα
τηλεχειριστήρια είναι πάντοτε στη θέση τους. Η οργή προκαλείται από την
πεποίθηση, κωμική σχεδόν ως προς την αισιόδοξη προέλευση της (αν και
τραγική ως προς το αποτέλεσμα), ότι μια συγκεκριμένη απογοήτευση δεν είναι
καταγεγραμμένη στο συμβόλαιο της ζωής. […]
Οφείλουμε να συμφιλιωθούμε με την αναγκαία ατέλεια της
ύπαρξης:
Είναι αναπάντεχο που οι
κακόβουλοι κάνουν κακόβουλες πράξεις ή μήπως ανήκουστο που ο εχθρός σου θέλει
να σε βλάψει ή που ο φίλος σε ενοχλεί, που ο γιος σου θα ενεργήσει εσφαλμένα
[…];
(Περί
οργής, ΙΙΙ, 35.2)
Θα πάψουμε να είμαστε τόσο οργισμένοι όταν πάψουμε να
είμαστε αισιόδοξοι.
Αλαίν
ντε Μποττόν, Η παρηγορία της φιλοσοφίας
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΠΑΤΑΚΗ, 2010, σελ. 36-40)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου