Σε αντίθεση προς τον
φιλελευθερισμό, η δημοκρατία, με την
αρχική της έννοια, αφορά πολύ
λιγότερο την υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων από όσο την επιβολή της λαϊκής κυριαρχίας. Υπέρτατος νόμος του κράτους πρέπει να είναι η θέληση της πλειοψηφίας
του λαού, γιατί η «φωνή του λαού είναι οργή του Θεού».
Ο επιφανέστερος θεωρητικός της δημοκρατίας
στην Ευρώπη του 18ου αιώνα ήταν ο Ρουσσώ. Τα σημαντικότερα έργα του είναι το Κοινωνικό συμβόλαιο και η Διατριβή για την προέλευση της ανισότητας.
Και στα δύο αυτά έργα, ο Ρουσσώ υποστήριζε
τη θέση ότι αρχικά οι άνθρωποι ζούσαν σε μια φυσική κατάσταση. Αλλά σε
αντίθεση με τον Λοκ, θεωρούσε τη φυσική
εκείνη κατάσταση αληθινό παράδεισο. Οι άνθρωποι δεν ταλαιπωρούνταν όταν
όρθωναν το δικό τους συμφέρον εναντίον των συνανθρώπων τους. Αντίθετα, υπήρχαν
πολύ λίγες πιθανότητες σύγκρουσης κάθε μορφής· κι αυτό γιατί η ατομική ιδιοκτησία δεν υπήρχε για μεγάλο
διάστημα και κάθε άνθρωπος ήταν ίσος με οποιονδήποτε άλλον. Τελικά, ωστόσο,
το κακό έγινε, κυρίως εξαιτίας του
γεγονότος ότι μερικοί έφραξαν κομμάτια γης και είπαν: «Αυτό είναι δικό μου». Με
αυτό τον τρόπο αναπτύχθηκαν διάφορες βαθμίδες ανισότητας. Κατά συνέπεια, η
«απάτη», η «αλαζονεία», η «ακόρεστη φιλοδοξία» έφτασαν να κυριαρχούν στις σχέσεις
μεταξύ των ανθρώπων, έγραψε ο Ρουσσώ στη Διατριβή
του. Η μόνη ελπίδα ασφαλείας ήταν πια η
εγκαθίδρυση μιας πολιτισμένης κοινωνίας και η μεταβίβαση όλων των δικαιωμάτων
στην κοινότητα. Αυτό επιτεύχθηκε μέσω
ενός κοινωνικού συμβολαίου, με το οποίο κάθε άτομο συμφώνησε να υποταχθεί
στη θέληση της πλειοψηφίας. Έτσι
δημιουργήθηκε το κράτος.
Ο Ρουσσώ ανέπτυξε
μια εντελώς διαφορετική αντίληψη κυριαρχίας από εκείνη των Φιλελευθέρων. Ενώ ο
Λοκ και οι οπαδοί του είχαν υποστηρίξει ότι μόνο ένα μέρος της κυρίαρχης εξουσίας
των πολιτών είχε μεταβιβαστεί στο κράτος και το υπόλοιπο είχε διατηρηθεί από
τους ίδιους, ο Ρουσσώ υποστήριζε ότι η εξουσία είναι αδιαίρετη και ότι το
σύνολό της επενδύθηκε στην κοινότητα, όταν δημιουργήθηκε η οργανωμένη κοινωνία.
Υποστήριζε επιπλέον ότι κάθε άτομο, προκειμένου να συμμετάσχει στο κοινωνικό
συμβόλαιο, παραχώρησε όλα του τα δικαιώματα στο σύνολο του λαού και δέχτηκε να
υποταχθεί απόλυτα στη γενική βούληση. Κατά συνέπεια, η κυρίαρχη εξουσία του κράτους δεν υπόκειται σε κανένα απολύτως
περιορισμό. Όταν ο Ρουσσώ αναφερόταν
στο κράτος, δεν εννοούσε την κυβέρνηση· η δικαιοδοσία του κράτους δεν
μπορεί να εκπροσωπηθεί, μπορεί όμως να εκφραστεί άμεσα μέσω της επιβολής
θεμελιακών νόμων από μέρους του ίδιου του λαού. Η κυβέρνηση, από το άλλο μέρος,
είναι το εκτελεστικό όργανο του κράτους. Ο ρόλος της δεν είναι να διαμορφώνει
τη γενική βούληση, αλλά απλώς να τον εφαρμόζει. Επιπλέον, η κοινότητα μπορεί να
ανεβάσει ή να ανατρέψει μια κυβέρνηση «όποτε θέλει», έγραψε στο Συμβόλαιο.
[…] Η απήχηση των
ιδεών του Ρουσσώ ήταν μικρότερη στο πρώτο στάδιο της Γαλλικής Επανάστασης, στο
οποίο κυριαρχούσαν εκπρόσωποι της αστικής τάξης […] Κανένα επιχείρημα δεν θα
τους έπειθε, όντας πεπεισμένοι ατομικιστές, να υποταγούν σε κάποια «γενική
βούληση». Η επίδραση του Ρουσσώ ήταν μεγαλύτερη στο δεύτερο στάδιο της
επανάστασης, όταν μια δημοκρατικότερη ομάδα ανήλθε στην εξουσία και επηρέασε
την κατάσταση πρώτα προς την κατεύθυνση της δημοκρατίας και κατόπιν προς έναν
απολυταρχισμό που, εν πάση περιπτώσει, ήταν εναρμονισμένος με τις αντιλήψεις
του Ρουσσώ για το κυρίαρχο κράτος.
(ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ, 2006, σελ.
418-420)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου