Στην «Ελλάδα των δύο
ηπείρων και των πέντε θαλασσών» του Βενιζελισμού, ο Αντιβενιζελισμός θα
αντιτάξει την «μικράν αλλ’ έντιμον Ελλάδα» στην μοιραία εκλογική αναμέτρηση
της 1ης Νοεμβρίου 1920. Κατεξοχήν έγκυρος εκφραστής του Αντιβενιζελικού
ρομαντισμού, ο Γ. Α. Βλάχος υποδέχεται την Όλγα, χήρα του Γεωργίου Α΄, που
επιστρέφει στην Ελλάδα τις παραμονές των εκλογών (Καθημερινή, 12 Οκτωβρίου 1920):
Καλώς ώρισες,
των καλών ημερών μας Βασίλισσα. Εις τον τόπον αυτόν, όπου έφθασες άλλοτε
νύμφη ευτυχής, δια να συζήσεις μαζί του, τόσα έτη χαράς, τόσας ώρας πικρίας,
περνά τώρα βαρύς της ατυχίας ο τυφών. Δεν είναι πλέον εκείνος που εγνώρισες ο
τόπος αυτός, Βασίλισσα· είναι μεγαλύτερος, ναι·
πλουσιώτερος, βέβαια· η Ελλάς του 1868, την οποία εγνώρισες, γωνίαν μόλις του μεγάλου,
υπόδουλου Ελληνισμού, έγινεν η «Ελλάς
του 1920», η οποία λούεται εις τα νερά του Βοσπόρου και περνά της Μικράς
Ασίας τα παράλια· η μικρά πρωτεύουσα, της
οποίας συνεσπειρούντο τότε αι ταπειναί ολόλευκοι οικοδομαί γύρω από τον βράχο
του Παρθενώνος, έχει τώρα μυριάδας κατοίκων, εκπλήσσει εις κίνησιν, θαμβώνει
εις φώτα και οι απλοί, αγαθοί άνθρωποι, τα λείψανα του αγώνος, οι μικροί
νοικοκυραίοι, οι ευέξαπτοι πατριώται και «η νεολαία η χρυσή» έχουν λείψει. Άνθρωποι έφθασαν εκ πάσης γωνίας, οι ξένοι
ως Έλληνες, οι Έλληνες ως ξένοι, και έγιναν αυτοί θερμοί της Πατρίδας
υπερασπισταί και προδόται ημείς και ωνομάσθημεν ημείς τυχοδιώκται και
δημιουργοί της χώρας αυτοί, και τα έτη των πικριών, και τα έτη των μόχθων,
και αι γενεαί των παλαιών Σου γνωρίμων ελησμονήθησαν, και η μνήμη των
εσυκοφαντήθη, και ωνομάσθησαν απάτριδες και κλέπται και ανόητοι υπό των
νεωτέρων οι παλαιοί, […]
Και επειδή εμεγαλύνθη η εθνική μας οικοδομή, διηρέθει το εσωτερικόν της
εις Πρυτανείον και Δεσμωτήρια, εις αυθέντας και δούλους, εις διώκοντας και
διωκόμενους, εις θύτας και θύματα. Και εκυριάρχησε υπό την στέγην της το ψεύδος
και η συκοφαντία και η Αδικία και η Κλοπή και η Βία του ισχυρού κατά του αόπλου
και η ιταμή των κρατούντων κατά της ελευθερίας των πολιτών επιβουλή.
Ω Συ. Η Οποία ωνειρεύθης, μαζί με
τας περασμένας γενεάς, την Ελλάδα Μεγάλη, […], θα ησθάνθης κάποτε την
βλάσφημον ευχήν «της μικράς αλλ’ εντίμου Ελλάδος»· θα
ενοστάλγησες ίσως, όπως ημείς, την καλήν εποχήν, όπου τα σύνορά μας ήσαν στενά,
αλλ’ απέραντος η αγάπη των Ελλήνων προς την Ελλάδα, κατά την οποίαν δεν
εφθάναμεν εις τον Βόσπορον, αλλά δεν εδολοφονούμεθα εις τους δρόμους της
πρωτευούσης, κατά την οποίαν ήτο μικρά η Ελλάς, αλλά πατρίς των Ελλήνων, και
όχι μεγάλη, αλλά φέουδον ξενικόν …
Η «μικρά αλλ’ έντιμος Ελλάς» δεν ήταν πάντως
περιστασιακό σύνθημα, αλλά συμπύκνωση της ρομαντικής αντίδρασης που ενσάρκωνε ο
Αντιβενιζελισμός. Στην
επόμενη εκλογική αναμέτρηση των δύο παρατάξεων του Διχασμού, ο Γ. Α. Βλάχος
επιστρέφει και πάλι νοσταλγικά στο «Παρελθόν» που κατέστρεψε ο Βενιζέλος (Καθημερινή, 5 Νοεμβρίου 1926):
… Διότι έπρεπε να είναι αυτός,
όχι άλλος. Και ήρχισε να χτυπά: Παραδόσεις, ονόματα, έθιμα, γλώσσαν, […].
Έπρεπε όλα να πέσουν. Έπρεπε όλα να διαρραγούν. Έπρεπε ότι είχε επί της γης
υψωθή να καταπέση εις λίθους, δια να γίνουν οι λίθοι των βάθρον του ιδίου
αγάλματος. Έπρεπε οι απόγονοι των Υψυλαντών ν’ αποδειχθώσι προδόται, έπρεπε οι
Κουμουνδούροι να κλεισθούν εις τας φυλακάς, […], έπρεπε όλοι, γόνοι πατέρων και
γενεών, οι οποίοι εμόχθησαν δια τον τόπον αυτόν, ν’ αποδειχθώμεν εχθροί της
Πατρίδος, […]
Και το εγχείρημα κατωρθώθη. Η πυγμή, την οποίαν είχε χειροκροτήσει
ανύποπτος η Ελλάς, εγίνετο καταπέλτης. Δεξιά, αριστερά, παντού εσωρεύοντο εις
όγκους τα θύματά της. Εκκλησία, Θρόνος, Στρατών, Κοινοβούλιον, όλα κατέπιπτον.
Κατέπιπτεν η Συνέχεια, η Παράδοσις, η Γαλήνη. […]
Η Ελλάς, η πτωχή και μικρά, η οποία έδωσε δέκα δεκαετηρίδων λατρείαν
εις το όνειρον της Μεγάλης Πατρίδος, καλεί τώρα τους Έλληνας τους σημερινούς να
στρέψουν από το βάθος των ερειπίων των το βλέμμα των προς το παρελθόν. Εκεί, με
την συνείδησην των βοηθόν, χωρίς πάθη, θ’ αντικρύσουν την σωτηρίαν. Εκεί, εις
το παρελθόν, το οποίον δεν είχεν εγγίσει η κατάρα του καταπέλτου, το οποίον δεν
είχε γνωρίσει του νέους ανθρώπους, θα ευρεθή ως ανάμνησις μία Ελλάς ευτυχής,
ηνωμένη. Την Ελλάδα αυτήν την είχομεν
δημιουργήσει ημείς. Την Ελλάδα αυτήν κατέστρεψεν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Γίνεται εδώ φανερό ότι η νοσταλγία για το παρελθόν είναι και
νοσταλγία για τη χαμένη κυριαρχία της κρατική αστικής τάξης.
Γιώργου Μαυρογορδάτου,
Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΝΤ. Ν. ΣΑΚΚΟΥΛΑ,
1982, σελ. 90-92)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου