Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Η επικρατέστερη ιδεολογία της εποχής μας



… «Γιατί σπανίζουν οι ηγέτες που να μπορούν να εμπνεύσουν τους συμπολίτες τους;». Υπάρχουν διάφοροι λόγοι γι’ αυτό το παγκόσμιο έλλειμμα ουσιαστικής και αποτελεσματικής ηγετικής ικανότητας. Θα επισημάνω δύο. Πρώτον, οι τεχνολογικές εξελίξεις και, δεύτερον, το χάσμα των γενεών.

Ας ξεκινήσουμε με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Το 1965 ο Γκόρντον Μουρ, εκ των ιδρυτών της Ιντελ, εισήγαγε τον νόμο του Μουρ, σύμφωνα με τον οποίο, η επεξεργαστική δύναμη ενός μικροτσίπ θα διπλασιάζεται κάθε 18 με 24 μήνες. Βλέποντας τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τα σημερινά προβλήματα πολιτικοί αρχηγοί ανά τον κόσμο, αναρωτιέται κανείς μήπως υπάρχει παρεμφερής πολιτικός νόμος. Με κάθε 100 εκατομμύρια νέους χρήστες των Facebook και Twitter μειώνεται η ηγετική ικανότητα των πολιτικών αρχηγών…

Την περασμένη βδομάδα άκουσα μια νέα έννοια στο Λονδίνο: Popularism, συνδυασμός δημοφιλίας και λαϊκισμού. Είναι η επικρατέστερη ιδεολογία της εποχής μας. Η παρακολούθηση των δημοσκοπήσεων, η συνεχής ανάγνωση των blogs, των posts στο Facebook και στο Twitter, όλα αυτά έχουν ωθήσει τους πολιτικούς να ρητορεύουν με βάση αυτά που θέλει ο λαός, όχι αυτά που χρειάζεται. ...

Το χάσμα των γενεών είναι επίσης σημαντικό. Η γενιά των baby boomers, που έζησε στη μεταπολεμική ευμάρεια κι έμαθε να δανείζεται και να ξοδεύει χρήματα, κληρονόμησε τα σκήπτρα από τη γενιά του Πολέμου, που είχε μάθει να ζει υπό σκληρές συνθήκες και να κοιτάζει το μέλλον επενδύοντας συνετά. …

Θα περίμενε κάποιος ότι έστω και ένας πολιτικός ηγέτης σε όλο τον κόσμο θα άρπαζε την ευκαιρία και θα χρησιμοποιούσε την αλήθεια ως εργαλείο ώστε να «στρατολογήσει» τους συμπατριώτες του ενάντια στα προβλήματα. Να τους πει με ειλικρίνεια πού βρίσκονται, τι μπορούν να καταφέρουν και πώς. Ο ηγέτης που θα το καταφέρει, θα έχει αληθινούς φίλους και θαυμαστές, όχι μόνο διαδικτυακούς.

Διαβάστε όλο το άρθρο από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

Η άρνηση του παρόντος και η ψευδαίσθηση του παρελθόντος


Οι περισσότεροι άνθρωποι επειδή “αρνούνται” να ζήσουν το (δύσκολο) παρόν εξιδανικεύουν το παρελθόν. Αυτή η εξιδανίκευση μπορεί να αφορά μια προηγούμενη περίοδο της ζωής τους (κάθε πέρυσι και καλύτερα, παιδική ηλικία, ζωή στην ύπαιθρο κτλ) ή ακόμα και μια παλαιότερη εποχή. Το φαινόμενο της εξιδανίκευσης του παρελθόντος είναι πολύ παλαιό. Ο Ησίοδος, στο Έργα και Ημέρες, διακρίνει την ιστορία του ανθρώπου σε τέσσερις εποχές: την χρυσή (περίοδο ακμής, ανάπτυξης και δόξας), την ασημένια, την χάλκινη, και την σιδηρά εποχή. Ο ποιητής θεωρεί την τελευταία, κατά τη διάρκεια της οποίας έζησε και ο ίδιος, ως την χειρότερη και εξηγεί την παρουσία του κακού μέσω του μύθου της Πανδώρας.

Με το διαχρονικό αυτό θέμα αυτό καταπιάνεται η (καλύτερη για μένα) ταινία του Γούντι Άλεν «Μεσάνυχτα στο Παρίσι». Ένας Αμερικανός σεναριογράφος που θέλει να γίνει συγγραφέας (εκπροσωπεί το alter ego του Γούντι Άλεν), λάτρης της ρομαντικής και μποέμικης ζωής, επισκέπτεται με την πραγματίστρια γυναίκα του το Παρίσι.

 Η συλλογιστική της “χρυσής εποχής”

Σε συνομιλία του με έναν αμερικανό κριτικό που παριστάνει τον σπουδαίο μελετητή της γαλλικής κουλτούρας αναπτύσσεται η συλλογιστική της “χρυσής εποχής”.



 Είναι τελικά το παρόν βαρετό;

Ένα βράδυ, όταν το ρολόι χτυπήσει μεσάνυχτα, πέρα από κάθε λογική, ανοίγουν οι κρυφές πόρτες του χρόνου κι επισκέπτεται έναν κόσμο που πάντα ονειρευόταν, τη δική του “χρυσή εποχή” το Παρίσι του Μεσοπολέμου και τα σαλόνια όπου φιλοξενούνταν ο Χέμινγουεϊ, ο Φιτζέραλντ, η Γερτρούδη Στάιν ο Νταλί, ο Πικάσο, ο Μπουνιουέλ ο Κοκτό, ο Λοτρέκ, … Εκεί γνωρίζει και ερωτεύεται την κοπέλα του Πικάσο την αγγελική Αντριάν η οποία με τη σειρά της τον οδηγεί στη δική της “χρυσή εποχή” την Μπελ Επόκ



Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

Το νόημα της ζωής


Όποιος έχει ένα «γιατί» να ζει,
μπορεί να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε «πως»

Φ. Νίτσε

Το δράμα πολλών ανθρώπων που δε νιώθουν ικανοποιημένοι από την ύπαρξή τους, είναι ότι δεν έχουν καν σκεφτεί τι είδους ζωή θα ήθελαν να ζήσουν. Και ο πρώτος όρος για να πάψει κανείς να νιώθει χαμένος είναι να ξέρει, τουλάχιστον, που θέλει να φτάσει.

Ο Νίτσε τονίζει τη σημασία που έχει το να βρίσκουμε ένα «γιατί» να ζούμε. Όταν η ζωή μας γεμίζει από νόημα, οι κόποι ξαφνικά δεν είναι κούραση αλλά βήματα απαραίτητα προς το στόχο που έχουμε ορίσει.