Είναι μάλλον δύσκολο
να διατυπώσουμε, με δίκαιο και περιεκτικό τρόπο, μια σύνοψη του στρατηγικού
δόγματος του
Κλαούζεβιτς, αφού αυτό παρουσιάζεται χωρίς συνοχή, με εξοργιστικό
μάλιστα τρόπο. Τα χωρία κλειδιά για το θέμα αυτό βρίσκονται σε διάφορα, τυχαία
σχεδόν σημεία του
Περί πολέμου,
επιβεβαιώνοντας πλήρως τη ζοφερή προφητεία του ότι οι αναγνώστες θα βρουν το
βιβλίο του «ένα σύνολο αποσπασμάτων, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στην
επεξεργασία μιας θεωρίας του πολέμου». […]
Από
μία επιφανειακή ανάγνωση, θα μπορούσε δίκαια να προκύψει η υπόθεση ότι το
ενδιαφέρον του Κλαούζεβιτς για τα συνολικά προβλήματα στρατηγικής δεν ήταν
ζωηρά σε σύγκριση με το σχεδόν έμμονο ενδιαφέρον του γι’ αυτό που θεωρούσε ως
το βασικό στρατηγικό όργανο – τη συμπλοκή και ιδιαίτερα την κύρια μάχη, ένα
θέμα στο οποίο αφιέρωσε ένα ολόκληρο βιβλίο, ίσως το πιο άρτια γραμμένο και
καλά δομημένο στο
Περί πολέμου.
Παρουσιάζοντας το
στρατηγικό δόγμα του Κλαούζεβιτς στην ολότητά του, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε
από μία σαφώς σαρδόνια παρατήρηση στην οποία γίνεται συχνή αναφορά: «Η καλύτερη στρατηγική είναι να είσαι πολύ
ισχυρός, πρώτα γενικώς και μετά στο καθοριστικό σημείο».
Το επιχείρημα για τη
ρήση αυτή είναι πιο αδύναμο απ’ όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Οι ανώτερες
δυνάμεις, επισημαίνει ο Κλαούζεβιτς, παρέχουν πάντα την καλύτερη ευκαιρία για
μια νικηφόρα μάχη. Το επιθυμητό θα ήταν, προφανώς, η ικανότητα των στρατιωτικών
διοικητών σας, η εκπαίδευση των στρατευμάτων σας και το ηθικό των δυνάμεων σας
να υπερβαίνουν αυτά του αντιπάλου, αλλά τα ζητήματα αυτά δεν βρίσκονται
απαραιτήτως εντός των ορίων του δικού σας ελέγχου. Είναι πάντα πιο συνετό, να
θεωρούμε δεδομένα τα προτερήματα αυτά και για τις δύο πλευρές εξίσου. Ακόμη
όμως και αν δεν είναι, υπάρχει ένα όριο
πέρα από το οποίο η τακτική ικανότητα και το ακμαίο ηθικό δεν μπορούν να
αντισταθμίσουν την αριθμητική υστέρηση εκτός πολύ ειδικών περιπτώσεων, όπως
η υπεράσπιση ορεινών περασμάτων. Αργά ή
γρήγορα όμως, οι αριθμοί θα φανούν
[…]
Εάν είναι αδύνατη η
αριθμητική υπεροχή, τότε, δηλώνει ο Κλαούζεβιτς, «πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι
διαθέσιμες δυνάμεις με τέτοια ικανότητα ώστε, ακόμη και με την έλλειψη της απόλυτης
υπεροχής, να αποκτάται σχετική υπεροχή στο καθοριστικό σημείο». Στο σημείο αυτό
είναι απαραίτητα τα
στρατηγικά προσόντα:
το «βλέμμα», για να διακρίνει το
αποφασιστικό σημείο,
και η
αποφασιστικότητα, για να συγκεντρωθεί κάθε διαθέσιμη δύναμη σε αυτό το
σημείο, αποσπώντας δυνάμεις από τα δευτερεύοντα μέτωπα και αγνοώντας τους
ελάσσονες αντικειμενικούς σκοπούς.
Αυτό
ήταν και το μυστικό της επιτυχίας του Βοναπάρτη […]
Στη συζήτηση περί
στρατηγικής του Κλαούζεβιτς πράγματι κυριαρχούσε, αν δεν τη διαστρέβλωνε, η
επιθυμία του να ανασκευάσει την τρέχουσα άποψη του 18ου αιώνα, ότι οι επιδέξιοι
στρατηγικοί συνδυασμοί μπορούν να καταστήσουν περιττή τη στρατιωτική τακτική
της αντιπαράθεσης, και ότι ο υπεύθυνος για τη στρατηγική θα μπορούσε να
υιοθετήσει οποιοδήποτε μέσο πέρα από τη σύρραξη, προκειμένου να εξυπηρετήσει το
σκοπό του.
Πως αντιμετωπίζεται η θεωρία που καθιστά πιθανή την επιβολή έμμεσων
φθορών στις εχθρικές δυνάμεις οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν στην άμεση
καταστροφή που προκαλούνται από περιορισμένα αλλά καίρια πλήγματα, όπως η
παράλυση των εχθρικών δυνάμεων και η κάμψη της θέλησής του, που συμβάλλουν σε
μια γρήγορη νίκη; Πράγματι μια μάχη μπορεί να είναι καλύτερη από κάποια άλλη.
Μπορεί να υπάρχει ιεράρχηση των προτεραιοτήτων στη στρατηγική της κύριας μάχης
αυτό είναι άλλωστε και το νόημα της στρατηγικής, δεν το αρνούμαστε. Ωστόσο, υποστηρίζουμε ότι η άμεση εξαφάνιση των
εχθρικών δυνάμεων πρέπει να είναι το πρωταρχικό μέλημα. Πρέπει απλά να
εδραιωθεί η κυριαρχία της αρχής της εξαφάνισης. (αγγλ. έκδ., σελ 223)
Η επιφανειακή
αναφορά στην
ιεράρχηση των
προτεραιοτήτων στη στρατηγική και η παραδοχή «
αυτό είναι άλλωστε και
το
νόημα της στρατηγικής» είναι η μόνη σχετική μνεία για το ζήτημα στο οποίο
άλλοι στρατιωτικοί συγγραφείς […] αφιέρωσαν ολόκληρα έργα. Πρέπει όμως να
διαβαστεί παράλληλα με ένα χωρίο από ένα άλλο μέρος του
Περί πολέμου: ένα χωρίο που οι εκδότες του Κλαούζεβιτς θεωρούσαν
ότι αποτελούσε ημιτελές προσχέδιο αλλά καταλαμβάνει κεντρική θέση στη
στρατηγική σκέψη του. Κάτω από τον επιβλητική επικεφαλίδα «
Οι εν δυνάμει συμπλοκές πρέπει να θεωρούνται ως πραγματικές λόγω των
συνεπειών τους», ο Κλαούζεβιτς διευκρινίζει τι εννοούσε με την «προτεραιότητα
των συμπλοκών».
Οι συμπλοκές,
επισημαίνει,
μπορούν να επιτύχουν τον
αντικειμενικό τους σκοπό ακόμη και αν δεν
πραγματοποιηθούν.
Όταν ένα απόσπασμα έχει ως αποστολή να αποκόψει την υποχώρηση των εν
φυγή εχθρού, κι εκείνος παραδίδεται χωρίς ν’ αντιτάξει αντίσταση, αυτή η
παράδοση δεν οφείλεται παρά στη συμπλοκή που πρόσφερε αυτή η παράδοση, δεν
οφείλεται παρά στη συμπλοκή που πρόσφερε αυτό το απόσπασμα. Όταν ένα μέρος του
στρατού μας καταλαμβάνει μια αμυντικά ακάλυπτη εχθρική περιοχή … δεν είναι παρά
η συμπλοκή με την οποία απειλεί τον εχθρό αυτό το απόσπασμα, αν εκείνος θέλει
να ανακαταλάβει την περιοχή, που μας εξασφαλίζει την κατοχή της. Και στις δύο
περιπτώσεις υπήρξαν συνέπειες από την απλή δυνατότητα μιας συμπλοκής. Η
δυνατότητα απέκτησε βάση στην πραγματικότητα. (σελ. 208)
Επιπλέον, ίσως είναι
αναγκαία μια προκαταρκτική συμπλοκή, ώστε να τοποθετηθούμε σε μια τόσο
πλεονεκτική θέση απέναντι στις δυνάμεις του εχθρού, καταλαμβάνοντας δρόμους,
γέφυρες, […] ή ακόμη και ολόκληρες επαρχίες. Αυτές οι καταλήψεις θέσεων,
αναφέρει ο Κλαούζεβιτς, «θα έπρεπε να θεωρούνται πάντα μόνο ως μέσα απόκτησης
μεγαλύτερης υπεροχής, έτσι ώστε στο τέλος
να μπορέσουμε να συμπλακούμε με τον εχθρό, όταν αυτός δεν θα είναι σε θέση να
ανταποκριθεί».
Τα παραπάνω, ίσως
και να παρουσιάζουν την πιθανότητα καθαυτήν που ο Κλαούζεβιτς ανυπομονούσε να αρνηθεί, αυτήν
της αναίμακτης νίκης μέσα από μια επιδέξια στρατηγική κίνηση. Η νίκη όμως θα
ήταν πράγματι αναίμακτη μόνο στην περίπτωση που ο σχεδιαστής της στρατηγικής
ήταν προετοιμασμένος να χύσει αίμα,
να αγωνιστεί και να κερδίσει, με κάθε κόστος, στις συμπλοκές που προετοίμασε
για τον εχθρό. «Κάθε δράση αναλαμβάνεται»,
όπως σημειώνει ο Κλαούζεβιτς σε ένα άλλο τμήμα του Περί πολέμου, «με την
πεποίθηση ότι, αν καταλήγαμε στη χρήση των όπλων, το αποτέλεσμα θα ήταν ευνοϊκό
για μας». Και συνεχίζει χρησιμοποιώντας μια αναλογία που έμελλε να εξάψει
τη φαντασία του Μαρξ και του Ένγκελς: «Η
απόφαση για χρήση όπλων αντιπροσωπεύει σε κάθε πολεμική επιχείρηση, μεγάλη ή
μικρή, εκείνο που αντιπροσωπεύει για το εμπόριο η πληρωμή τοις μετρητοίς».
[…] Κάθε τέτοια ρύθμιση, σύμφωνα με τον Κλαούζεβιτς, ήταν «μια αιματηρή και
ολέθρια δοκιμασία των φυσικών και ηθικών δυνάμεων. Ο νικητής θα ήταν αυτός που
θα άφηνε για το τέλος τα μεγαλύτερα αποθέματα και από τις δύο δυνάμεις» […]
Σχετικά με το σκοπό
της συμπλοκής, ο Κλαούζεβιτς ήταν εξαιρετικά σαφής. Ήταν η καταστροφή των
εχθρικών δυνάμεων […] Ακόμη και στις πιο
ασήμαντες και δευτερεύουσες συμπλοκές, η καταστροφή της εχθρικής δύναμης είχε
και πάλι, τη μεγαλύτερη σημασία […] Ήταν σε τελευταία ανάλυση, για να
χρησιμοποιήσουμε μια ακόμη εμπορική αναλογία, το μόνο στοιχείο που θα
καταγραφόταν στο τέλος του ισολογισμού του πολέμου.
[…] Ωστόσο η καταστροφή που είχε σημασία,
σημειώνει εμφατικά, δεν ήταν η υλική
αλλά η ηθική – η καταστροφή της ικανότητας του εχθρού να αντισταθεί, «η
συντριβή του ηθικού του μάλλον, παρά των ανδρών του». Μόνο αφού θα έχει
καταρρακωθεί το ηθικό του εχθρού θα ανατραπεί η ισορροπία, ώστε οι απώλειες του
να ανέρχονται σε μεγαλύτερο αριθμό. [...]
Αυτό αληθεύει για
όλες τις συμπλοκές, μικρές ή μεγάλες, ωστόσο είναι αυτονόητο ότι το ηθικό του εχθρού καταβάλλεται περισσότερο από
τις απώλειες που υφίσταται σε μια σημαντική συμπλοκή. Πράγματι, εάν η
καταστροφή της βασικής δύναμης του εχθρού ήταν ο σκοπός της στρατηγικής, είτε
ήταν απλώς, όπως το θέτει ο Κλαούζεβιτς, «ο καλύτερος τρόπος έναρξης» είτε ήταν
ο παράγοντας «που θα έπρεπε να οδηγεί άμεσα στην ειρήνευση», τότε μπορούσε να
επιτευχθεί με την προσήλωση σε μια και
μόνο σπουδαία μάχη, μια σύγκρουση
που ο Κλαούζεβιτς προσδιόρισε με τον ανατριχιαστικό όρο die Schlacht (μάχη), που στα γερμανικά
σημαίνει επίσης και «σφαγή, μακελειό». Στη Schlacht
και τα επακόλουθά της, την καταδίωξη του ηττημένου στρατεύματος, ο Κλαούζεβιτς
αφιέρωσε πέντε συνεχόμενα κεφάλαια. Σε αυτή την κλιμακούμενη αναμέτρηση, όπως
την περιγράφει, όλες οι μεμονωμένες συμπλοκές συνασπίζονταν και δίνονταν μέχρις
εσχάτων, υπό την προσωπική καθοδήγηση του ίδιου του αρχιστράτηγου. Ήταν ένας
ολοκληρωτικός πόλεμος […] Αντίθετα με άλλες, δευτερεύουσες συμπλοκές, αυτή δεν
αποτελούσε μέσο για έναν περαιτέρω στόχο, ήταν στόχος καθαυτός και εμπεριείχε
και το δικό του σκοπό.
[…]
Η Schlacht αποτελούσε το κεντρικό χαρακτηριστικό του
πολέμου του Ναπολέοντα και ο
ίδιος είχε αναμειχθεί σε όχι λιγότερες από τρεις –
την καταστροφή της Ιένας,
την αιματοχυσία στο Μποροντίνο και την κορυφαία νίκη – που όμως κερδήθηκε μετά από
σκληρή μάχη – […] στο
Βατερλώ. Αυτός ήταν ένας πραγματικός σφοδρός πόλεμος που
οι παλαιοί συμβατικοί σχεδιαστές της στρατηγικής (αλλά και οι νέοι) δεν είχαν
ποτέ κατανοήσει, και ο Κλαούζεβιτς ήταν αποφασισμένος να μην τον αφήσει να
ξεχαστεί. Η γραμμή, στο μεγαλύτερο μέρος της, είναι εμφανώς αυτοβιογραφική,
όπως συμβαίνει στην περιγραφή ενός στρατιωτικού διοικητή, που αναγνωρίζει την
αρχή της ήττας.
Αν τίποτε δεν επανόρθωνε την απώλεια ολόκληρων πυροβολαρχιών, αν οι
στρατιώτες έχουν συντριβεί από το εχθρικό ιππικό που εμφανίζεται παντού σε
συμπαγείς μάζες, αν η γραμμή πυρός της διάταξης της μάχης οπισθοχωρεί ακούσια
από το ένα σημείο στο άλλο, αν οι προσπάθειες για την απόκτηση ορισμένων
σημείων μένουν άκαρπες […], ο διοικητής είναι τότε αναγκασμένος ν’ αναγνωρίσει
σε όλες αυτές τις ενδείξεις που οδηγούνται αυτός και η μάχη του. (σελ. 250)
Ο Κλαούζεβιτς είναι
ακριβοδίκαιος, όταν μας θυμίζει ότι αν και η Schlacht αποτελούσε καθοριστικό παράγοντα σε έναν
πόλεμο ή μια εκστρατεία, δεν ήταν ο μόνος. «Μόνο στις πρόσφατες εποχές είδαμε
συχνά μια μεγάλη μάχη ν’ αποφασίζει για μιαν ολόκληρη εκστρατεία· οι
περιπτώσεις κατά τις οποίες αποφάσισε για έναν ολόκληρο πόλεμο είναι πολύ
σπάνιες». Εν τούτοις, η έμφαση στη Schlacht μέσα από την πολυσέλιδη ανάλυσή της αλλά και η συγκινησιακή ποιότητα
της γραφής, υποδεικνύουν ότι θεωρούσε
μια εκστρατεία που κορυφωνόταν σε μια τέτοια κύρια μάχη, ανώτερη ηθικά, κατά
κάποιον τρόπο, από μια άλλη, αναίμακτη νίκη που ήταν μόνο για ευνούχους.
Ας έρθουν να μας μιλήσουν για στρατηγούς που αποκτούν νίκες χωρίς
αιματοχυσία. Το σφαγείο είναι φρικιαστικό θέαμα· ένας λόγος παραπάνω για να
πάρουμε σοβαρά τον πόλεμο όχι όμως για να παρέχουμε δικαιολογία για τη βαθμιαία
άμβλυνση των ξιφών μας στο όνομα της ανθρωπιάς. Αργά ή γρήγορα κάποιος θα μας
επιτεθεί με ένα καλοακονισμένο σπαθί και θα μας αποκεφαλίσει. (σελ. 260)
Στο πλαίσιο της
επιχειρηματολογίας του και ενάντια στην προϊστορία ενός αντιφατικού στρατηγικού
δόγματος που έφερε την καταστροφή στην ίδια του την πατρίδα, ο συλλογισμός του
Κλαόυζεβιτς είναι τόσο άψογος όσο δικαιολογημένο είναι και το πάθος του.
Αποσπώντας από το πλαίσιο τους τέτοια αποσπάσματα, δημιουργείται μια τρομακτική
εντύπωση για τη θεωρία του Κλαούζεβιτς, ωστόσο όποιος είχε βιώσει τους πολέμους
του Ναπολέοντα δεν θα μπορούσε να φέρει καμιά αντίρρηση στη δήλωση ότι «ο χαρακτήρας της κύριας μάχης είναι η σφαγή
και η τιμή της το αίμα». Ήταν αποφασισμένος
μα μην επιτρέψει στους αναγνώστες του να ξεχάσουν τη φρικτή αλήθεια που
βρίσκεται στον πυρήνα των πολιτισμένων θεωρητικών ή τεχνικών πραγματειών, στις
οποίες όλοι οι προηγούμενοι από αυτόν στρατηγικοί αναλυτές αλλά και οι
περισσότεροι μέχρι σήμερα πραγματεύτηκαν το θέμα του πολέμου.
(ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, 2006, ΣΕΛ
54-62)