Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Η ενότητα των αντιθέτων

[ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ] Περί κόσμου 5. 396b 7

Ίσως η φύση να επιθυμεί τα ενάντια και με αυτά να φτιάχνει τη συμφωνία, όχι με τα όμοια. Όπως λόγου χάρη οδηγεί το αρσενικό προς το θηλυκό και όχι προς δικό του φύλο δημιουργώντας την πρώτη ομόνοια δια μέσω των εναντίων, όχι με τα όμοια.

Και φαίνεται ότι και η τέχνη κάνει το ίδιο με μίμηση της φύσης. Η ζωγραφική αναμειγνύει τα λευκά με τα μαύρα, τις ώχρες με τα κόκκινα χρώματα και κάνει τις εικόνες σύμφωνες με τα πρότυπα. Η μουσική αναμειγνύει τους οξείς και τους βαρείς, τους μακρούς και τους βραχείς ήχους και δημιουργεί μια αρμονία από διαφορετικές φωνές. Η γραμματική αναμειγνύει και τα άφωνα δημιουργώντας έτσι την τέχνη της.

Αυτό λέει και ο σκοτεινός Ηράκλειτος: «Συνδέσεις: σύνολα και μη σύνολα, ομόρροπο και αντίρροπο, ήχοι σε όμοιο τόνο και σε αντίθετο τόνο, κι από τα πάντα ένα κι από το ένα τα πάντα

Ηράκλειτος, Άπαντα 

(Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, 1999, σελ. 79)

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

Ο πλατωνικός λόγος

Ο Πλάτωνας στον Τίμαιο, εκθέτει μια νοητική κατασκευή για τη δημιουργία, τη δομή και το γίγνεσθαι του σύμπαντος, στην ενότητα και την ολότητά του. Περιγράφει τις διάφορες περιοχές του, που διακρίνονται από τη δική τους οντολογία, τους δικούς τους νόμους και τη δική τους διάταξη, ενώ, με ιδιαίτερη επιμέλεια, αποδίδει τη γένεση, τη φύση και το πεπρωμένο του ανθρώπου. Ο λόγος παρουσιάζεται εκεί με τρεις όψεις: κοσμολογική (ως ιδιότητα του σύμπαντος), ανθρωπολογική (ως δραστηριότητα που προσιδιάζει στο ανθρώπινο όν), μεταφυσική (ως δραστηριότητα της οποίας το καθεστώς και η θέση δεν είναι εύκολα προσδιορίσιμες). Οι τρεις παραπάνω όψεις του λόγου συνδέονται άρρηκτα.

Το σύμπαν, όπως παρουσιάζεται σε εμάς, δεν είχε πάντα τη μορφή που του αναγνωρίζουμε: από μία κατάσταση αταξίας ή χάους, πέρασε σε μια κατάσταση πιο ταξινομημένη, χάρη στη δράση κάποιου θεού (ή του Θεού). Η συγκεκριμένη δράση δεν έχει τίποτα το αυθαίρετο, διότι υπακούει στην αρχή της αιτιώδους σύνδεσης την οποία διατυπώνει πρώτος ο Πλάτωνας, με έναν ορισμό που παραμένει επίκαιρος ως τις μέρες μας: «Οτιδήποτε γεννιέται, προκύπτει απαραίτητα από τη δράση κάποιας αιτίας, διότι είναι αδύνατον να γεννηθεί οτιδήποτε αναίτια» (28a). Ο φιλόσοφος εγείρει στην ίδια του τη σκέψη την εξής αντίρρηση: είτε ο θεός που επιτελεί το έργο εμπνέεται από κάποιο «αιώνιο» πρότυπο το οποίο συλλαμβάνει «μέσω της νόησης και της λογικής εξήγησης» (28a) είτε συμμορφώνεται στις πραγματικότητες που βρίσκονται μπροστά στα μάτια του και που είναι φθαρτές. Εάν ακολουθήσει την πρώτη οδό, του προσφέρεται η ευκαιρία να διακρίνει τη δομή του σύμπαντος, εάν, όμως ακολουθήσει τη δεύτερη, όχι. Πρέπει, λοιπόν, να γνωρίζει κανείς «σύμφωνα με πιο από τα δύο πρότυπα εκείνος που διαμορφώνει [το σύμπαν)] το υλοποίησε» (29a). Η απάντηση του Πλάτωνα είναι λεπτή: «Ο αυτουργός και πατέρας του σύμπαντος» (28c) «εστιάζει το βλέμμα του στο αιώνιο πρότυπο», αλλά δεν μπορεί να αποφύγει εκείνο που κυκλοφορεί ανάμεσα στα πράγματα «το είδος της πλανώμενης αιτίας» (48c) που μοιάζει με ίχνος μιας κατάστασης στην οποία «είναι φυσικό να ενυπάρχει κάθε πράγμα απ’ όπου ο Θεός απουσιάζει» (53b). Εξ ου προκύπτει ότι ακόμα και για το Θεό, «είναι αδύνατο να εξαφανίσει το κακό» (Θεαίτητος, 176a).     

Παρόλο που είναι ένα, το σύμπαν δεν είναι ομοιόμορφο: ο θεός εμπιστεύθηκε σε «νεαρούς θεούς» τις διάφορες περιοχές του πραγματικού, τις οποίες εναρμονίζει όχι διαμέσου ενός και μοναδικού συστήματος νόμων, αλλά συναρθρώνοντας τις διακριτές βαθμίδες της φύσης με «σοφή πειθώ». Ο λόγος είναι, λοιπόν, καταρχήν το πνεύμα του Θεού που θεμελιώνει και συγκροτεί το σύμπαν, όχι επιβάλλοντας τις ιδιοτροπίες του ή πραξικοπηματικά, αλλά δρώντας σύμφωνα με κάποια νοητή αρχή αιτιότητας, στην οποία εμπεριέχεται το στοιχείο της τυφλής αναγκαιότητας: «Η διάνοια κυριάρχησε επί της ανάγκης γιατί πέτυχε να την πείσει να προσανατολίσει την πλειονότητα των πραγμάτων που γεννώνται προς τη βέλτιστη κατεύθυνση» (Τίμαιος, 48a).

Πως μπορούμε να μάθουμε οτιδήποτε για το σύμπαν; Διαμέσου της παρατήρησης, απαντά ο Πλάτων. «Είναι η μέρα και η νύχτα, οι μήνες, οι προδιαγεγραμμένοι κύκλοι των εποχών, οι ισημερίες, τα ηλιοστάσια, όλα όσα βλέπουμε, που μας οδήγησαν στην επινόηση του αριθμού, μας εφοδίασαν με τη γνώση του χρόνου και επέτρεψαν να διατυπώσουμε υποθέσεις για τη φύση του σύμπαντος» (47a). Εγείρεται, επομένως, το εξής προβληματικό ζήτημα: πως είναι δυνατόν να αποφασίσει κανείς εάν η αναπαράσταση μας για τον κόσμο είναι γνήσια ή τεχνητή; Διαθέτουμε κάποιο κριτήριο διαλογής; Για να κρίνουμε επ’ αυτού, πρέπει να περάσουμε από την κοσμολογία στην ανθρωπολογία, να εξετάσουμε τις εκφάνσεις του ανθρώπινου λόγου και να ανακαλύψουμε αν πρόκειται για αξιόπιστο οδηγό στην αναζήτηση της αλήθειας, δηλαδή της πραγματικότητας.

Ο σκοπός κατά τον Πλάτωνα είναι ο ακόλουθος: «Μετά την ενατένιση των περιοδικών κινήσεων της ουράνιας διάνοιας, θα τις μεταχειριστούμε, μεταθέτοντας τες στις κινήσεις της ίδιας μας της σκέψης, οι οποίες είναι της ίδιας φύσης, αλλά διαταραγμένες, ενώ, αντιθέτως, οι ουράνιες κινήσεις δεν γνωρίζουν ταραχές» (47c). Η λειτουργία του λόγου έγκειται στην αναζήτηση της συνάφειας ανάμεσα στην τάξη των αισθητών πραγμάτων (η οποία συμβολίζεται εδώ από την κίνηση των ουράνιων σωμάτων) και των νοητικών διεργασιών. Όμως, τίποτε δεν αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο είναι υλοποιήσιμο. Στην «αληθοφανή εκδοχή» που προτείνει ο Τίμαιος, η δημιουργία και η διαμόρφωση του ανθρώπου δεν έχουν αναληφθεί από τον Θεό – έχουν ανατεθεί στους δευτερεύοντες θεούς. Τούτοι εδώ εναποθέτουν σε κάθε άτομο την «άφθαρτη αρχή της ψυχής», αλλά την περιβάλλουν με σώμα θνητό, το οποίο και με τον ψυχισμό, ένα είδος «φθαρτής ψυχής» που περιλαμβάνει «πάθη επίφοβα και άφευκτα» (69c). Τουτέστιν, ο θρίαμβος του λόγου στο άτομο δεν είναι βέβαιος, ένα κομμάτι της οργανικής και ψυχικής ζωής μας κωφεύει στις προτροπές του. Από τη «θνητή ψυχή» μας, μονάχα «το μέρος που προσιδιάζει στη παρρησία και στην πολεμική ορμή, εκείνο που ποθεί τη νίκη» είναι επιδεκτικό στο να αφουγκράζεται το λόγο» (70a) και να δαμάσει την τυφλή ανταρσία των ισχυρότερων παθών. Από όπου προκύπτει και ένα πρόβλημα το οποίο είχαν ήδη αναλογιστεί οι φιλόσοφοι της αρχαιότητας: Πως είναι δυνατόν η ανθρωπότητα, σε εξατομικευμένο αλλά και σε συλλογικό επίπεδο, να εκπληρώσει τον προορισμό της, δηλαδή να γίνει κοινωνός της ζωής του κόσμου αντί να καταποντιστεί, αντί δηλαδή να παραμένει τυφλή και ασταθής: Ερώτημα πολιτικό, αλλά και ηθικό και κοσμολογικό, σύμφωνα με τον Πλάτωνα.

Bertrand Saint – Sernin, Ο λόγος

(ΤΟ ΒΗΜΑ γνώση, 2007, σελ. 12-16)

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

Απαγχονισμός και στραγγαλισμός

Θλιμμένη Τζάσμιν είναι ο τρόπος με τον οποίο έχει αποδοθεί στη γλώσσα μας ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Γούντι Αλεν, «Blue Jasmin». Πρωταγωνιστεί η Κέιτ Μπλάνσετ στο ρόλο της Τζάσμιν, μιας πλούσιας Νεοϋορκέζας, η οποία μετά τη διάλυση του γάμου της και αφού έχει χάσει όλη της την περιουσία, προσπαθεί να φτιάξει από την αρχή τη ζωή της. Έτσι αναγκάζεται να μετακομίσει στο Σαν Φρανσίσκο και να μείνει μαζί με την αδερφή της.

Η καλύτερη, κατά τη γνώμη μου, ανάλυση - κριτική της ταινίας είναι αυτή του Στέφανου Κασιμάτη στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.

Υπάρχει μια σκηνή όπου η Τζάσμιν, με την ευκαιρία του σχολιασμού της αυτοκτονίας του άνδρα της με απαγχονισμό στη φυλακή, εξηγεί στους φίλους της αδελφής της τη διαφορά απαγχονισμού και στραγγαλισμού:

Φίλος: Περίεργος τρόπος να πεθάνεις. Να στραγγαλιστής.
Τζάσμιν: Δεν ήταν στραγγαλισμός. Όταν κρεμνιέσαι, ο λαιμός σου σπάει.
[…]
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι στραγγαλίζεσαι … αλλά απλά σπάει ο λαιμός σου.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

Ιδέες για την αύξηση των δημοσίων εσόδων

Άκουσα έναν πολύ θερμό διάλογο ανάμεσα σε δύο καθηγητές, σχετικά με τους πλέον άνετους και αποτελεσματικούς τρόπους για την συγκέντρωση χρημάτων δίχως να στεναχωριούνται οι υπήκοοι του κράτους. 

Ο πρώτος βεβαίωνε πως ο δικαιότερος τρόπος θα ήταν να εφαρμοστεί ένας ορισμένος φόρος επί των αμαρτιών και της ανοησίας, και το μερίδιο του καθενός να επιμεριζόταν όσο γινόταν πιο δίκαια από σώμα ενόρκων που θα αποτελούσαν οι γείτονές του. 

Ο δεύτερος είχε μια εντελώς αντίθετη γνώμη, να φορολογηθούν εκείνες οι αρετές στο σώμα και το πνεύμα με τις οποίες οι άνθρωποι αξιολογούν τον εαυτό τους, όπου το ποσοστό θα ήταν περισσότερο ή λιγότερο ανάλογα με το ύψος της αρετής, και την σχετική απόφαση θα έπαιρνε ο καθένας αποκλειστικά μόνος του. Ο μεγαλύτερος φόρος θα έπεφτε πάνω στους άντρες με τις μεγαλύτερες επιτυχίες στο άλλο φύλλο, και η εκτίμηση του φόρου θα ήταν ανάλογη με τον αριθμό και τη φύση των επιτυχιών τους πράγμα που θα είχαν το δικαίωμα να το εγγυηθούν οι ίδιοι. Παρόμοια, πρότεινε να φορολογηθεί με υψηλό συντελεστή η εξυπνάδα, η παλληκαριά και η ευγένεια και παρόμοια να εισπράττονται τα ποσά με βάση τον λόγο τιμής του καθένα σχετικά με το μέγεθος αυτών των αγαθών του. Όσο για την τιμή, τη δικαιοσύνη, τη σοφία και τη μόρφωση θεωρούσε πως δεν θα έπρεπε να φορολογούνται καθόλου, γιατί αποτελούν προσόντα τόσο ιδιόρρυθμα που ούτε κανείς τα αναγνωρίζει στον διπλανό του ούτε και τα εκτιμά για τον εαυτό του.

Πρότεινε οι γυναίκες να φορολογούνται με κριτήρια την ομορφιά και την τέχνη τους στο ντύσιμο, διατηρώντας το ίδιο προνόμιο με τους άντρες, δηλαδή να προσδιορίζουν το φόρο κατά την κρίση τους. Όμως η πίστη, η αγνότητα, η φρόνηση και η καλοσύνη δεν μετρούσαν, γιατί δεν κάλυπταν ούτε τα έξοδα είσπραξης του φόρου.


(ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ, 2007, σελ. 240-241)

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Ηθική και πολιτική τρέλα η έλλειψη Κορεσμού

Του Robert Skidelsky

Την ώρα που μεταξύ των χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου κυριαρχεί το ερώτημα για τον τρόπο επιστροφής στην πλήρη απασχόληση μετά την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης, ίσως να μας ωφελούσε εάν ρίχναμε μια ματιά στο προφητικό δοκίμιο που είχε συντάξει το 1930 ο Τζον Μέιναρντ Κέινς, με τον τίτλο «Οικονομικές πιθανότητες για τα εγγόνια μας».

Η Γενική Θεωρία Απασχόλησης, Τόκου και Χρήματος του Κέινς, η οποία δημοσιεύθηκε το 1936, εξόπλιζε τις κυβερνήσεις με τα πνευματικά εργαλεία για την αντιμετώπιση της ανεργίας που οφείλεται σε φάσεις οικονομικής επιβράδυνσης. Σε αυτό το πρώιμο δοκίμιο όμως, ο Κέινς είχε κάνει το διαχωρισμό μεταξύ της ανεργίας που προκαλείται από προσωρινές φάσεις οικονομικής ύφεσης και αυτό που αποκαλούσε «τεχνολογική ανεργία», δηλαδή «ανεργία που οφείλεται στην ανακάλυψη μέσων εξοικονόμησης της χρήσης εργατικών χεριών, υπερβαίνοντας τους ρυθμούς, με τους οποίους μπορούμε να ανακαλύψουμε νέες εργασιακές χρήσεις».

Η θεωρία του Κέινς

Ο Κέινς υποστήριζε ότι θα ακούσουμε πολύ περισσότερα γι’ αυτό το είδος της ανεργίας στο μέλλον. Αλλά η εμφάνισή του, όπως εκτιμούσε ο ίδιος, αποτελούσε περισσότερο πηγή ελπίδας, παρά απόγνωσης. Και αυτό, διότι ήταν μια ένδειξη ότι τουλάχιστον ο ανεπτυγμένος κόσμος ήταν σε πορεία επίλυσης του «οικονομικού προβλήματος» -του προβλήματος έλλειψης θέσεων εργασίας, που κράτησε την ανθρωπότητα δεμένη σε μια επαχθή ζωή διαρκούς μόχθου. Οι μηχανές αντικαθιστούσαν με γοργούς ρυθμούς την ανθρώπινη εργασία, με την προοπτική της τεράστιας αύξησης της παραγωγής με ελάχιστη από την υπάρχουσα ανθρώπινη προσπάθεια. Στην πραγματικότητα ο Κέινς σκέφθηκε ότι μέχρι περίπου τη σημερινή εποχή (κατά τις αρχές του 21ου αιώνα) οι περισσότεροι άνθρωποι θα χρειάζεται να δουλεύουν μόνο 15 ώρες την εβδομάδα για να παραγάγουν όλα όσα χρειάζονται για την επιβίωση και την άνεσή τους.

Οι ανεπτυγμένες χώρες είναι σήμερα περίπου τόσο πλούσιες όσο είχε σκεφθεί ο Κέινς ότι θα ήταν, οι περισσότεροι όμως από εμάς δουλεύουν περισσότερο από 15 ώρες την εβδομάδα, αν και έχουμε περισσότερες διακοπές και η δουλειά μας έχει καταστεί λιγότερο απαιτητική -από πλευράς σωματικής κούρασης- κατά συνέπεια ζούμε περισσότερο.

Σε ευρύτερους όρους, όμως, η προφητεία για τεράστια αυξημένο ελεύθερο χρόνο για όλους δεν έχει εκπληρωθεί. Η διαδικασία της αυτοματοποίησης συνεχίζει και προχωρά με γοργούς ρυθμούς, όμως οι περισσότεροι από εκείνους που απασχολούνται χρειάζεται να δουλέψουν κατά μέσο όρο σαράντα ώρες την εβδομάδα. Στην πραγματικότητα οι ώρες εργασίας δεν έχουν μειωθεί από τις αρχές της δεκαετίας του ’80.

Ταυτοχρόνως, «η τεχνολογική ανεργία» κινείται ανοδικά. Από την εποχή της δεκαετίας του ’80, δεν έχουμε ποτέ ανακτήσει τα επίπεδα πλήρους απασχόλησης των δεκαετιών του ’50 και του ’60. Εάν οι περισσότεροι άνθρωποι συνεχίζουν και δουλεύουν κατά μέσο όρο 40 ώρες την εβδομάδα, μια σημαντική και ολοένα αυξανόμενη μειοψηφία βιώνει ανεπιθύμητο ελεύθερο χρόνο με τη μορφή της ανεργίας, υπο-απασχόλησης και αναγκαστικής απόσυρσης από την αγορά εργασίας. Και, κατά τη διαδικασία ανάκαμψης από την τρέχουσα ύφεση, οι περισσότεροι ειδικοί προβλέπουν ότι η συγκεκριμένη ομάδα θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο.

Όπερ και σημαίνει ότι έχουμε ήδη αποτύχει να μετατρέψουμε την ολοένα και αυξανόμενη τεχνολογική ανεργία σε αυξημένο, εκούσιο ελεύθερο χρόνο. Ο βασικός λόγος γι’ αυτό είναι ότι τη μερίδα του λέοντος στην αύξηση της παραγωγικότητας που έχει επιτευχθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια έχουν καρπωθεί οι ευκατάστατοι.

Από την εποχή της δεκαετίας του ’80 και ειδικότερα σε ΗΠΑ και Βρετανία, παρατηρούμε μια επιστροφή σε έναν άγριας μορφής, βάναυσο καπιταλισμό, όπως τον είχε περιγράψει ο Καρλ Μαρξ. Οι πλούσιοι και οι πολύ πλούσιοι κατάφεραν να γίνουν ακόμη πιο πλούσιοι, την ώρα που τα εισοδήματα των υπολοίπων παρέμειναν στάσιμα.

Κατά συνέπεια, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι τέσσερις ή πέντε φορές καλύτερα απ’ ό,τι το 1930. Και δεν θα πρέπει να αποτελεί απορίας άξιον που δουλεύουν περισσότερο απ’ όσο είχε προβλέψει ο Κέινς.

Ο σύγχρονος καπιταλισμός

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο. Ο σύγχρονος καπιταλισμός τροφοδοτεί με κάθε τρόπο τη δίψα για κατανάλωση. Η ικανοποίησή της έχει αναδειχθεί στο υπέρτατο «ηρεμιστικό» της μοντέρνας κοινωνίας, η κίβδηλη ανταμοιβή μας που δουλεύουμε τρελές ώρες. Οι διαφημιστικές προβάλλουν ένα και μοναδικό μήνυμα: η ψυχή σου ανακαλύπτεται μέσα από το shopping.

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε το αίσθημα της έλλειψης κορεσμού ως προσωπική αδυναμία. Δεν είχε ιδέα για τη συλλογική, πολιτικά υποκινούμενη έλλειψη κορεσμού που εμείς χαρακτηρίζουμε οικονομική ανάπτυξη. Ο πολιτισμός του «πάντοτε περισσότερα» θα του είχε φανεί ως ηθική και πολιτική τρέλα. Και πέραν ενός συγκεκριμένου σημείου, πρόκειται και για οικονομική τρέλα. Και όχι μόνο ή κυρίως επειδή πολύ σύντομα θα βρεθούμε αντιμέτωποι με τα φυσικά όρια της ανάπτυξης. Αλλά διότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε για πολύ ακόμη να εξοικονομούμε εργασιακό χρόνο ταχύτερα από το να βρίσκουμε νέους τρόπους απασχόλησης. Αυτός ο δρόμος οδηγεί σε διχασμό της κοινωνίας σε μειονότητα παραγωγών, επαγγελματιών, προϊσταμένων και χρηματοπιστωτικών κερδοσκόπων από τη μία πλευρά και στην πλειονότητα από κηφήνες και ανέργους από την άλλη.

Κατανάλωση και κερδοφορία

Πέραν των ηθικών επιπτώσεων, μια τέτοια κοινωνία θα αντιμετώπιζε ένα κλασικό δίλημμα: πώς να συμβιβάσει την ακατάπαυστη πίεση για κατανάλωση με τη στασιμότητα στην κερδοφορία. Μέχρι στιγμής, η απάντηση ήταν μέσω δανεισμού, οδηγώντας στη συσσώρευση των τεράστιων χρεών που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ανεπτυγμένες οικονομίες. Είναι φανερό ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχισθεί και ότι δεν αποτελεί απάντηση σε όλα, καθώς συνεπάγεται την περιοδική κατάρρευση της μηχανής παραγωγής πλούτου.

Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με επιτυχία την αυτοματοποίηση της παραγωγής μας χωρίς να σκεφθούμε τη στάση μας προς την κατανάλωση, εργασία, ελεύθερο χρόνο και τον καταμερισμό εισοδήματος. Χωρίς τέτοιες προσπάθειες κοινωνικής φαντασίας, η ανάκαμψη από την τρέχουσα κρίση θα αποτελέσει απλώς «προοίμιο» για πιο καταστροφικούς κινδύνους στο μέλλον.

Το νέο βιβλίο του καθηγητή πολιτικής οικονομίας, Robert Skidelsky, σε συνεργασία με τον Edward Skidelsky, έχει τίτλο «How Much is Enough?».

Πηγή: ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ Σάββατο 21/07/12

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

«Σινεμά ο Παράδεισος» και πλατωνικό σπήλαιο

Η εικόνα του πλατωνικού σπηλαίου […] έχει μια παράξενη ομοιότητα με τον κινηματογράφο. Όπως στο σπήλαιο, έτσι και στο σινεμά καθόμαστε στο σκοτάδι, παρακολουθώντας τις εικόνες που εμφανίζονται. […]

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι το είδος της παραίσθησης στο πλατωνικό σπήλαιο είναι πολύ πιο βαθύ από αυτό που συναντάμε στον κινηματογράφο. Σε αντίθεση με το πλατωνικό σπήλαιο, στο σινεμά συμμετέχουμε στην παραίσθηση εθελοντικά και γνωρίζουμε, ότι, αφήνοντας την κινηματογραφική αίθουσα επιστρέφουμε στον «πραγματικό» κόσμο. Για να ξεφύγουμε όμως από την παραίσθηση του σπηλαίου, πρέπει να δραπετεύσουμε ολοκληρωτικά από την κυριαρχία της συνηθισμένης εμπειρίας. […]

Υπάρχει επίσης στην πλατωνική θεωρία η θέση ότι η άγνοια μπορεί να μας σκλαβώσει. Ο Πλάτων παριστάνει τους δεσμώτες του σπηλαίου του να παίρνουν για πραγματικές τις σκιές των ανδρείκελων που μεταφέρονται από άλλους και προβάλλονται μπροστά τους. Το συμπέρασμα είναι ότι μπορούμε να ουσιαστικά να σκλαβωθούμε από άλλους ανθρώπους, όταν, παίρνουμε για αληθινά αυτά που μας πλασάρουν, όταν, πιστεύουμε αυτά που θέλουν να πιστέψουμε. Μόνο αν γίνουμε κριτικοί, αν μπορέσουμε να δούμε τις εσφαλμένες εικόνες όπως αυτές είναι στην πραγματικότητα, θα είμαστε σε θέση να ελευθερωθούμε από αυτό το είδος της σκλαβιάς.

Με βάση τα παραπάνω, η πλατωνική εικόνα του σπηλαίου αρχίζει να γίνεται πιο κατανοητή. Μας καλεί να σκεφτούμε, πρώτα απ’ όλα, τι περιλαμβάνει η διαδικασία της ενηλικίωσης ενός ατόμου. Είναι κάτι περισσότερο από τη φυσική ανάπτυξη. Ένα σημαντικό μέρος της ενηλικίωσης είναι η πνευματική ανάπτυξη, με την οποία αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε για τις ιδέες και τα πιστεύω μας σε συνδυασμό με τις ηθικές αρχές που έχουμε κληρονομήσει από τους γονείς, τους δασκάλους και το περιβάλλον κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Όσο είμαστε νέοι δεχόμαστε ότι μας λέγεται για τον κόσμο. […] Καθώς μεγαλώνουμε, εντούτοις, συχνά βρίσκουμε ότι πολλά πράγματα που είχαμε αποδεχθεί χωρίς ερωτήσεις δεν είναι όπως νομίζαμε. Αρχίζουμε να είμαστε κριτικοί. […] Αυτή η κριτική σκέψη είναι σημαντική για την ανεξαρτητοποίησή μας από τους άλλους, για τη δημιουργία της δική μας ταυτότητας-προσωπικότητας.

Ο Giuzeppe Tornatore στην κινηματογραφική ταινία Cinema Paradiso (Σινεμά ο Παράδεισος) χρησιμοποιεί τον παραλληλισμό του πλατωνικού σπηλαίου και του κινηματογράφου για να περιγράψει την διαδικασία της ενηλικίωσης και της πνευματική εξέλιξης του κύριου χαρακτήρα της ταινίας, του Τότο.

Στην ταινία, ο Τότο, αφηγείται την ιστορία της παιδικής του ηλικίας και ειδικότερα την φιλία του με τον χειριστή της μηχανής προβολής στον κινηματογράφο του χωριού του. Ο κινηματογράφος αυτός μπορεί να παραλληλιστεί με το πλατωνικό σπήλαιο. Οι χωρικοί συμπεριφέρονται σαν να ζουν στη πραγματικότητα αυτό που διαδραματίζεται στην οθόνη:


Αλλά ο Τότο έχει ήδη αρχίσει να δραπετεύει από αυτήν την κατάσταση. Έχει ξεφύγει από τον επηρεασμό της οθόνης και έχει αρχίσει να «ατενίζει» προς την πηγή αυτών που προβάλλονται στην οθόνη. Έτσι γίνεται φίλος με τον χειριστή της μηχανής ο οποίος τελικά θα είναι αυτός που θα τον βοηθήσει να «απελευθερωθεί»:


Η απελευθέρωση αυτή του Τότο παραλληλίζεται στην ταινία με την «δραπέτευσή» του από τα στενά όρια του χωριού του, και τη φυγή του προς έναν ανοιχτότερο κόσμο με σκοπό να μορφωθεί και να ολοκληρωθεί σαν άτομο:





Πηγή: Christopher Falzon, Philosophy Goes to the Movies: An Introduction to Philosophy

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Η έννοια της Δίκης στην αρχαία Ελλάδα

Απέναντι στο μαινόμενο περιβάλλον της άτης και της ύβρης η αττική τραγωδία θα στήσει το αιώνιο και πάγκαλο άγαλμα της Δίκης […]

Αρχίζοντας από τον Όμηρο (Χ 35-41) και τον Ησίοδο (Θεογονία 902) και προχωρώντας στην προσωκρατική διανόηση η επεξεργασία του έχει φθάσει σε τελειότατες μορφές. Αρκεί να θυμηθούμε την εικόνα της Δίκης, στον Ηράκλειτο (VS 22B, 94), στον Παρμενίδη (VS 28B, 8.14) και προπαντός στον Αναξίμανδρο (VS 12B, 1). Και ακόμα ένας τέλειος γλύπτης της Δίκης, που έρχεται κατ’ ευθείαν από την πολιτειακή πράξη με την στερεομετρική όραση των νομοθετών, είναι ο Αθηναίος Σόλων.

Ωστόσο οι Έλληνες τραγικοί έδωσαν τόσο βάθος και τέτοια στερεότητα στην ιδέα της Δίκης, ώστε και δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι ολόκληρος ο μεταγενέστερος ανθρώπινος λόγος, η σωρεία των φιλοσοφικών και ηθικών συγγραφών, όλες οι περί δικαιοσύνης και αρετής πραγματείες, οι νομοθεσίες, τα συντάγματα και οι αδιάκοπες πολιτειακές εισηγήσεις δεν είναι, παρά απλά σχόλια στην ιδέα της Δίκης, όπως την ελάξεψε και την έστησε στα αρχαία θέατρα η αττική τραγωδία.

[…] Η Δίκη είναι το έσχατο γνώρισμα της ουσίας του θεού, και η εγγύηση της αιωνιότητας του σύμπαντος. Καθώς αναπότρεπτα θα επέμβει κάποτε, χωρίς να λογαριάζεται το αργά ή το γρήγορα, και με την τιμωρία αήττητη θα επαναταξιθετήσει την αρμονία στα πράγματα, η παρουσία της παίρνει ένα νόημα κατανυχτικά διαφωτιστικό για την ανθρώπινη γνώση. Το νόημα αυτό συνίσταται στο φρονηματισμό του ανθρώπου από τα παθήματά του.

Ο Αισχύλος περιέγραψε ολοκληρωμένα αυτή τη σωφρονιστική επιβολή της Δίκης. Τα περισσότερα χορικά της Ορέστειας – και είναι γνωστό ότι τα χορικά είναι νησίδες μέσα στην τραγωδία καθαρά θρησκευτικές και φιλοσοφικές – υμνούν σε τόνο χερουβικό τη σωτήρια εμπειρία που κερδίζεται από το διδακτικό απόηχο που αφήνει η επενέργειά της. Η Δίκη είναι το πρωτογενές και το κύριο θέσπισμα του θεού. Έχουν γίνει θρυλικοί οι στίχοι της παρόδου του χορού στον  "Αγαμέμνωνα" (174-78):

«Και τη σοφία ακέρια κερδίζει, όποιος με την καρδιά του τα νικητήρια αναγράφει στο Δία, που οδήγησε τους ανθρώπους στη φρόνηση, και όρισέ τον άσειστο νόμο: Θα μάθεις, σαν πάθεις»
Και η επανάληψη της προειδοποίησης αυτής ηχεί πανομοιότυπη στο τρίτο στάσιμο του "Αγαμέμνωνα" (1563-64) πάλι:

«Και θα μένει με το Δία που μένει στο θρόνο του: να παθαίνει ο που ’καμε. Γιατί ’ναι νόμος»
Όμως στην ιδέα της Δίκης δεν είναι το σημαντικότερο η ηθική διάσταση. Ούτε ο διδακτικός χαρακτήρας που έχει η Δίκη για τον άνθρωπο με την έννοια είτε του αποτρεπτικού είτε του παραμυθητικού λόγου, πράγμα που κυρίως διαπραγματεύθηκε ο Αισχύλος, επιχειρώντας και πετυχαίνοντας να μεταμορφώσει τις τιμωρούς οντότητες του ερέβους από Ερινύες σε Ευμενίδες.

Το σημαντικότερο στην ιδέα της Δίκης είναι η οντολογική της διάσταση, που συνέβαλε άρτια, εξήρε και αξιοποίησε η τραγωδία. Εκείνο που στο τέλος μένει από τις εμπλοκές, τις διεργασίες και τις λύσεις των τραγικών υποθέσεων είναι το μεγαλώνυμο συναίσθημα της νίκης των δυνάμεων της κατάφασης. […]

Ποιοι από τους ήρωες της αρχαίας τραγωδίας κατήλθαν στους βαθύτερους κύκλους και γνώρισαν τα φρικτότερα σύνεργα της κόλασης; Χωρίς να κάνουμε συγκρίσεις, εκεί που ούτε χωρούν ούτε πρέπουν, θα καταλέγαμε στην πλειάδα αυτή και τον Οιδίποδα. Τον θεομίσητο και ακούσια γεννημένο, τον υπερόπτη, τον πατραλοία, τον αιμομίκτη, τον σύζυγο της μητέρας και αδελφό των παιδιών του Οιδίποδα.

Και όμως αυτός ο θεοκατάρατος και θεοστυγής θα γίνει το ατίμητο σκεύος της θείας εκλογής. Τελειώνοντας ο μαρτυρικός κύκλος του επίγειου βίου του οι θεοί θα τον σώσουν […] Στον Οιδίποδα επί Κολωνώ θα ακούσουμε την αθωωτική ετυμηγορία:

«Οι θεοί που σε καταστρέφουν πρώτα, τώρα σε σώζουν»

Ο Οιδίπους απέρχεται από τη ζωή μ’ έναν τρόπο λογικά ασύλληπτο, και αγνά μυστικό:

«Οι αόρατες πλάκες τον άρπαξαν, και τον οδηγούν σε ανέγνωρη μοίρα»

[…] Και αυτό είναι το τελευταίο νεύμα της γηθοσύνης και της αισιοδοξίας, που αναπέμπει η αττική τραγωδία.

Νικολίτσα Δ. Γεωργοπούλου, Η έννοια του θείου στην κλασική Ελλάδα

(Θυμέλη, 1996, σελ. 163-166)

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Η φιλοσοφία του απαισιόδοξου

Η τηλεοπτική σειρά True Detective με τους Matthew McConaughey (Ντεντέκτιβ Ραστ Κολ) και Woody Harrelson (Ντεντέκτιβ Martin Hart) είναι μια σειρά που, αν κρίνουμε από το πρώτο τουλάχιστον δείγμα, απαιτεί να επενδύσεις πάνω της χρόνο και να είσαι σε εγρήγορση κάθε λεπτό που την παρακολουθείς.

Στο πρώτο επεισόδιο της σειράς, ο McConaughey που ενσαρκώνει ένα βασανισμένο, λίγο παρανοϊκό και σχεδόν αλκοολικό αστυνομικό, αναπτύσσει στον συνεργάτη του, που είναι ένας τελείως τυπικός επαγγελματίας και οικογενειάρχης, τα φιλοσοφικά του πιστεύω:

Κοίτα, θεωρώ τον εαυτό μου ρεαλιστή, αλλά αν το θες από φιλοσοφική σκοπιά με θεωρώ πεσιμιστή (απαισιόδοξο). […]
Θεωρώ ότι η ανθρώπινη επίγνωση, είναι ένα τραγικό σφάλμα της Εξέλιξης. Έχουμε αποκτήσει υπερβολική αυτογνωσία.
Αποτελούμε έκφανση της φύσης αποκομμένοι όμως απ’ αυτήν. Η ίδια μας η ύπαρξη παραβιάζει τους νόμους της φύσης. […]
Είμαστε πλάσματα που πασχίζουμε μέσα σε μια ψευδαίσθηση ότι ο εαυτός μας, αυτή η συσσώρευση αισθητήριων εμπειριών και συναισθημάτων, είναι προγραμματισμένος με την απόλυτη σιγουριά ότι αποτελεί κάτι μοναδικό. Ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι απολύτως τίποτα. […]
Το πιο έντιμο πράγμα που θα πρέπει να κάνει το είδος μας, είναι… να απαρνηθεί τον προγραμματισμό του, να σταματήσει να αναπαράγεται και να οδεύσει προς τον αφανισμό. Μια ύστατη προσπάθεια, αγαπητοί μου συνάνθρωποι να απαλλάξουμε τον κόσμο από μια άνιση μεταχείριση.
 ---       Για πιο λόγο λοιπόν σηκώνεσαι κάθε πρωί απ’ το κρεβάτι;
Για να επαληθεύσω τα λεγόμενά μου, αλλά η πραγματική απάντηση είναι προφανώς ο προγραμματισμός μου, και η έλλειψη θάρρους για να αυτοκτονήσω.


Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Ευτυχία και αρχαίοι Έλληνες

Στην ιστορία του Κροίσου, όπως τη διηγείται ο Ηρόδοτος, ξαναβρίσκουμε θέματα που υπάρχουν παντού στην Ελλάδα από τον Όμηρο μέχρι τους τραγικούς. Αυτό αληθεύει ιδιαίτερα για τη διήγηση της επίσκεψης του Σόλωνα στον Κροίσο, η οποία είναι οπωσδήποτε θρύλος, δεδομένου ότι οι χρονολογίες που γνωρίζουμε την αποκλείουν εντελώς. Το ουσιώδες της αφήγησης (Ηρόδοτος, Α, 30-33) έγκειται στις απαντήσεις που δίνει ο Σόλων στην ερώτηση: Ποιος είναι ο ευτυχέστερος άνθρωπος στον κόσμο;
Ο Κροίσος περιμένει βεβαίως να τον ακούσει να προφέρει το όνομά του. Οι απαντήσεις του Σόλωνα –που είναι πράγματι εντελώς ειρωνικές- περιστρέφονται γύρω από μια κεντρική ιδέα: δεδομένου ότι είναι δυνατό να εμφανιστούν, μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής μας, ολοκληρωτικές ανατροπές της τύχης, κανείς δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ευτυχής πριν πεθάνει.
Το πρώτο όνομα που δίνει είναι: Τέλος ο Αθηναίος, ένας απλός πολίτης, ο οποίος μέσα σε μια πλούσια πόλη είδε να μεγαλώνουν τα καλά και όμορφα παιδιά του και βρήκε τέλος ένδοξο θάνατο στο πεδίο της μάχης. Το λέει αυτό στον Κροίσο, ο οποίος έχει στη διάθεσή του χρυσό, εξουσία, γυναίκες, δούλους… Ο Κροίσος δικαίως εκπλήσσεται. Θα τον αναφέρει άραγε δεύτερο; Η δεύτερη όμως απάντηση του προξενεί ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη: πρόκειται για τον Κλέοβι και τον Βίτωνα, γιους μιας ιέρειας της Ήρας στο Άργος. Πρέπει να την οδηγήσουν στο ιερό της θεάς, τα βόδια που θα έσυραν το άρμα της δεν έχουν ακόμη γυρίσει από τους αγρούς, οι γιοί της ζεύονται το άρμα και τη μεταφέρουν. Η μητέρα ζητά από τη θεά να τους δώσει για ανταμοιβή ότι καλύτερο μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος. Και η θεά εκπληρώνει την ευχή της: οι γιοί της που κοιμήθηκαν εξαντλημένοι δεν θα ξαναξυπνήσουν. Η θεά έδειξε έτσι, λέει ο Σόλων, ότι για τον άνθρωπο είναι προτιμότερο τεθνάναι μάλλον ή ζώειν, να είναι νεκρός παρά να ζει (Α, 31, 17).
Θα συναντήσουμε συχνά αυτές τις ιδέες στην τραγωδία, με περίπου ταυτόσημες διατυπώσεις –αυτό συμβαίνει εν γένει στην περίπτωση όπου ο χορός πρέπει να βγάλει το δίδαγμα όσων διαδραματίστηκαν. Δεν μπορούμε να πούμε για κανένα ότι είναι ευτυχής πριν από την τελευταία μέρα του[1] ή πάλι, όπως στους περίφημους στίχους στον Οιδίποδα επί Κολωνώ (1224-1227): «Η μεγαλύτερη ευτυχία απ’ όλες είναι να μη γεννηθεί κανείς, και το καλύτερο πράγμα, κατά δεύτερο λόγο, είναι άπαξ και γεννηθεί[2] να επιστρέψει το γρηγορότερο εκεί από όπου ήρθε». Και ας μην ξεχνάμε τον Πίνδαρο (8ος Πυθιόνικος, V, 95-96): «Ο άνθρωπος είναι το όνειρο μιας σκιάς»[3] 
Η άποψη αυτή είναι πάντοτε παρούσα στον Ηρόδοτο[4], […]:
Κορνήλιος ΚαστοριάδηςΗ ελληνική ιδιαιτερότητα II. Η Πόλις και οι νόμοι
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ, 2008, σελ. 368-370)





[1] Αισχύλος, Αγαμέμνων, 928-929∙ Σοφοκλής, Οιδίποδας Τύραννος, 1526-1530∙ Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 100-103∙ Τρωάδες, 509-510. Σύγκριση με τον Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια, Α, 1100a -1101b.
[2] Βρίσκουμε επίσης την ίδια διατύπωση στον Θέογνη και στον Βακχυλίδη.
[3] Επίσης Σοφοκλής, Οιδίποδας Τύραννος, 1186-1188 («φτωχές ανθρώπινες γενιές, μόνο ένα τίποτα βλέπω σε σας!»∙ Αίας, 125-126 («Βλέπω ότι εμείς οι ζωντανοί δεν είμαστε τίποτε άλλο από φαντάσματα ή κούφιες σκιές»).
[4] Ηρόδοτος, Α, 85 (Κροίσος στην πυρά), Β, 40-43, Ζ, 46 (Αρταβάνης σχετικά με τα δάκρια του Ξέρξη: «ο θάνατος γίνεται για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό καταφύγιο»)∙ Ζ, 203 («δεν θα δούμε ποτέ ανθρώπους που από τη μέρα της γέννησής του, δεν είχε τη δυστυχία να εμπλέκεται στο πεπρωμένο του»).

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Η θεολογία του Πλάτωνα

Στον Τίμαιο, ο Πλάτων περιγράφει τη δημιουργία του σύμπαντος ως το προϊόν εργασίας ενός θεϊκού δημιουργού που επιτελεί το έργο του, έχοντας ως σημείο αναφοράς ένα πρότυπο –ένα σύστημα ορθολογικών αρχών που οφείλουν να ενσωματωθούν στην ύλη, έτσι ώστε να προαχθεί ένα ενοποιημένο αποτέλεσμα. Στο βαθμό που το σύμπαν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζει ορθολογική δομή, είμαστε σε θέση να το κατανοήσουμε ως το αποτέλεσμα του Λόγου. Αντίθετα, στο βαθμό που αυτό είναι ενσωματωμένο σε υλικά που περιορίζουν το Λόγο και επιτρέπουν την αποτυχία, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τις επιδράσεις εκείνου του παράγοντα που ο Πλάτων αποκαλεί Αναγκαιότητα (ανάγκη), τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο τα πράγματα οφείλουν να είναι, άσχετα με το αν αυτός είναι ικανοποιητικός ή όχι.

Η θεωρία του Πλάτωνα, επιτηδευμένη στη λεπτομέρεια και συχνά ασαφής, θέτει ένα σύνολο θεμάτων σχετικά με αυτό που αποκαλούμε μεταφυσική. Ο θεϊκός Δημιουργός δημιουργεί έναν αγαθό κόσμο. Γιατί; Τα μαθηματικά παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στη θεωρία που παρουσιάζεται στον Τίμαιο αναφορικά με τη δομή του κόσμου – τι ρόλο, όμως, παίζουν αυτά στην άποψη του Πλάτωνα για τον κόσμο και για το είδος της γνώσης που μπορούμε να αποκτήσουμε γι’ αυτόν; Και, τέλος, στον Τίμαιο εμφανίζεται μια από πιο σπουδαίες ιδέες του Πλάτωνα, σύμφωνα με την οποία ο πραγματικός κόσμος δεν είναι, όπως άκριτα θεωρούμε, ο κόσμος που οι αισθήσεις καταγράφουν γύρω μας. Ο πραγματικός κόσμος είναι, αντίθετα, αυτό που συλλαμβάνουμε θεωρητικά όταν ασκούμε το νου μας στον αφαιρετικό φιλοσοφικό συλλογισμό και σε συγκεκριμένα επιχειρήματα που μας οδηγούν σε αυτό που ο Πλάτων ονομάζει Ιδέες. […]

Ο Θεός-Δημιουργός δημιούργησε τον καλύτερο δυνατό κόσμο επειδή είναι αγαθός (Τίμαιος 29d-30c), θέλοντας αυτό που δημιούργησε να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αγαθό. Και, ελεύθερος από τη ζήλια επειδή είναι αγαθός, ήθελε ο κόσμος, όντος τόσο αγαθός όσο θα μπορούσε να είναι να μοιάζει σε αυτόν, όσο το δυνατόν περισσότερα […] ο Πλάτων διαφοροποιείται από τις αντιλήψεις της εποχής του. […]

Ο διάλογος Τίμαιος άσκησε μεγάλη επιρροή κατά 
τους μέσους χρόνους. Σε αυτή την απεικόνιση που 
χρονολογείται από το πρώτο μισό του 13ου αιώνα, 
ο Πατήρ Θεός σχεδιάζει τον κόσμο με διαβήτες. 
Εδώ η ιουδαϊκή-χριστιανική ιστορία της δημιουργίας 
θεωρείται ρητώς υπό τους όρους του πλατωνικού 
θεϊκού Δημιουργού, ο οποίος δημιουργεί τον κόσμο 
μας, επιβάλλοντας μαθηματική τάξη σε απείθαρχα 
στοιχεία.
Η αρχαία λαϊκή θρησκεία –διάφορες μορφές πολυθεϊσμού- δεν υποστήριζε ότι ο θεός ή οι θεοί ήταν αγαθοί. Αυτό θα έμοιαζε αφελές και μη ρεαλιστικό· οι θεϊκές, υπεράνθρωπες δυνάμεις του κόσμου και των ανθρώπων μοιάζουν να αποτελούν ένα μεγάλο μείγμα καλού και κακού. Οι ελληνικοί θεοί της λαϊκής θρησκείας είναι ικανοί να επιδείξουν εξίσου οίκτο και καταστροφική συμπεριφορά. Επιδεικνύουν, επιπλέον υπερβολική ζήλια προς τους ανθρώπους. Η ιδέα του Πλάτωνα ότι ο θεός είναι καλός και κάνει μόνο καλά πράγματα, είναι κάτι που τον αποξενώνει καθοριστικά από τη λαϊκή θρησκεία. Δεν απορρίπτει ποτέ τις νόρμες και τις πρακτικές της θρησκείας που γνώριζε, αναπτύσσει, όμως, μια θεολογία που είναι διαμετρικά αντίθετη με τον τρόπο που οι περισσότεροι άνθρωποι καταλάβαιναν αυτή τη θρησκεία. Στην Πολιτεία, επιμένει ότι οι θεοί είναι υπεύθυνοι μόνο για τα καλά πράγματα και δέχεται ότι σε μια καλά οργανωμένη κοινωνία αυτό θα προϋπόθετε μια ριζική λογοκρισία των περισσότερων λαϊκών ιστοριών που οι άνθρωποι λένε για τους θεούς.

Στους Νόμους, πηγαίνει ακόμη μακριά. Παρόλο που η δημόσια θρησκεία παραμένει αυτή μιας συνηθισμένης ελληνικής πόλης-κράτους, έχουμε την εισαγωγή καταπιεστικών μεθόδων που δεν έχουν προηγούμενο στον αρχαίο παγανιστικό κόσμο. Οι πολίτες δεν επιτρέπεται να έχουν ιδιωτικούς βωμούς ή ναούς δικούς τους. Επιτρέπεται να λειτουργούν μόνο σε καθορισμένους δημόσιους χώρους, και έχει σημασία όχι μόνο το τι κάνουν αλλά και σε τι πιστεύουν. Όλοι οι πολίτες πρέπει να πιστεύουν ότι πράγματι υπάρχουν θεοί, ότι αυτοί οι θεοί νοιάζονται για τους ανθρώπους και ότι δεν είναι δυνατό να δωροδοκηθούν έτσι ώστε να παραβλέψουν την αδικία. Οι πολίτες που δεν δέχονται αυτές τις πίστεις θα πρέπει να επανεκπαιδευτούν και, αν είναι ανεπίδεκτοι μαθήσεως, να εκτελεστούν. Ο Πλάτων είναι ο μοναδικός ανάμεσα στους αρχαίους φιλοσόφους που υποστηρίζει ότι είναι σημαντικό να έχουν όλοι ανεξαιρέτως τις ορθές αντιλήψεις για το θεό (ή τους θεούς) και ότι αυτές οι αντιλήψεις θα πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν την πίστη ότι ο θεός είναι υπεύθυνος μόνο για το καλό, όχι για το κακό.

Κανένας άλλος αρχαίος φιλόσοφος δεν απορρίπτει τόσο έντονα τη λαϊκή θρησκεία, και δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι αρχαίοι χριστιανοί στοχαστές θεώρησαν πως ο Πλάτων υπήρξε ο πιο συγγενής με αυτούς παγανιστής φιλόσοφος […]

Υπάρχει, όμως, ένα τείχος που διαχωρίζει τον Πλάτωνα από τους ύστερους Εβραίους και χριστιανούς, οι οποίοι υιοθέτησαν αρκετά από τη σκέψη του και κυρίως αφιέρωσαν πολύ ενέργεια, προσπαθώντας να ενσωματώσουν τον Τίμαιο στην ιστορία της δημιουργίας της Γενέσεως.

Ο Θεός του Πλάτωνα είναι ένας εργάτης που κάνει ότι καλύτερο μπορεί με τα υλικά που έχει στη διάθεσή του: δημιουργεί τάξη από το χάος, όμως δεν δημιουργεί τις πρώτες ύλες από το τίποτα. (Μια ήδη μακρά παράδοση της ελληνικής φιλοσοφίας υποστήριζε ότι η δημιουργία εκ του μηδενός ήταν μια ανακόλουθη ιδέα). Ως αποτέλεσμα αυτού, ο Πλάτων δεν έρχεται αντιμέτωπος με το «πρόβλημα του κακού» που απασχολεί την ιουδαική-χριστιανική παράδοση· αν ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο εκ του μηδενός, τότε γιατί δημιουργεί το κακό ως μέρος του; Ο Θεός του Πλάτωνα είναι ένας δημιουργός κατά τον ίδιο τρόπο με έναν τεχνίτη: δημιουργεί ένα προϊόν, που είναι εξαιρετικό, αλλά δεν είναι, όμως υπεύθυνος για δημιουργήματα της Αναγκαιότητας, τα αναπόφευκτα ελαττώματα της ύλης.


(Ελληνικά γράμματα, 2006, σελ. 96-101)