Ο Λεονάρντο είχε κάτι το δαιμονικό στο πνεύμα του.
Ήθελε να μπει – ήταν λίγο ή πολύ
«φαουστικός» τύπος -
σ’ όλα τα μυστήρια
του κόσμου, αλλά (στο σημείο τούτο ξεχωρίζει από τον Φάουστ)
χωρίς μαγικά μέσα. Ήταν ερευνητής. Σ’
ορισμένες στιγμές του μέγας. Με την ερευνητική μανία του έφθασε σε αξιόλογες
επιστημονικές συλλήψεις,
ανέβασε το
πείραμα (πρώτος αυτός)
σε κύριο μέσο
για την επαλήθευση των θετικών γνώσεων, προχώρησε όμως και σε φοβερούς
φιλοσοφικούς οραματισμούς, καθώς και σε
κάποιες από τις πιο γνήσιες
φιλοσοφικές
σκέψεις που μας χάρισε η Ιταλική Αναγέννηση. Μ’ ορισμένα κομμάτια του πεζού
λόγου του, έφθασε και στη μεγάλη ποίηση […]
Το συγγραφικό υλικό που άφησε πίσω του ο Λεονάρντο είναι τεράστιο
[…] Πριν το 1880, ελάχιστα κείμενα του μεγάλου αυτού πνεύματος είχαν τυπωθεί.
Το πιο γνωστό του κείμενο, έως τότε, ήταν η «Πραγματεία περί ζωγραφικής». […]
Ο σκοπός του Λεονάρντο, όταν
έγραφε την «Πραγματεία περί ζωγραφικής» ήταν σε μεγάλο βαθμό διδακτικός. Ήθελε
να βοηθήσει τους νέους που επιθυμούσαν να γίνουν ζωγράφοι. Ήθελε να τους πει
και όσα ήσαν γνωστά, αλλά προπάντων όσα ως τότε δεν τα τάξερε παρά μόνο αυτός.
[…]
Υπάρχουν διατυπώσεις του που είναι από τα ωραιότερα δείγματα
επιγραμματικής τέχνης. «Η σκιά είναι το φράγμα του φωτός», μας λέει ο
Λεονάρντο. «Η σκιά μετέχει στη φύση της παγκόσμιας ύλης». «Σκότος είναι ο
ισχυρότερος βαθμός της σκιάς και φως ο ασθενέστερος». «Μια σκιά μπορεί να είναι
άπειρα σκοτεινή», «και μπορεί επομένως νάχει και άπειρους βαθμούς απουσίας του
σκότους».
Ας προσθέσουμε και μερικές
φράσεις του Λεονάρντο που περιέχουν μια λεπτότατη παρατήρηση: «Πολύ μεγάλη
γοητεία παρουσιάζουν η σκιά και το φως στα πρόσωπα ανθρώπων που κάθονται
ανάμεσα στις πόρτες των σπιτιών. Το τμήμα εκείνο του προσώπου, που είναι στη
σκιά, το βλέπει το μάτι του θεατή να χάνεται μεσ’ στο σκοτάδι του σπιτιού, ενώ
το τμήμα του προσώπου, που φωτίζεται, παίρνει τη λάμψη του από τη λαμπρότητα
του ουρανού. Με την αντίθεση αυτή φωτός και σκιάς, το πρόσωπο κερδίζει πολύ σε
ανάγλυφη προβολή και σε ομορφιά, δείχνοντας μας τις πιο λεπτές σκιές στο
φωτισμένο τμήμα του και το πιο λεπτό φως στο σκοτεινό του τμήμα».
Σ’ ένα σημείο του «Codex Trivulti» […] διαβάζουμε τις
καταπληκτικές λέξεις: «Το σώμα μας υπόκειται στον ουρανό, και ο ουρανός
υπόκειται στο πνεύμα». […]
Στον «Codex Atlanticus» […], βρίσκουμε σκέψεις του Λεονάρντο που
συναντώνται με ρήσεις των Προσωκρατικών. «Το καθετί προέρχεται από το καθετί, και το καθετί είναι φτιαγμένο από
το καθετί, και το καθετί μπορεί να μετατρέπει σε οτιδήποτε άλλο», λέει ο
Λεονάρντο. Επάνω στη ρήση του αυτή –
μια ρήση που μοιάζει να ταυτίζεται με τη μισή «αλήθεια» του Αναξαγόρα («ἐν παντὶ παντὸς μοῖρα ἔνεστι πλὴν νοῦ») – θεμελιώνεται
ολόκληρη η θεωρία του Λεονάρντο για τη Φύση, για το Σύμπαν, για την
αναλογία (ή και ταυτότητα) μεταξύ του μακρόκοσμου και του μικρόκοσμου (του
σύμπαντος και του ανθρώπου), για το Πνεύμα και την Ύλη.
Ένα από τα πιο έντονα βιώματα του Λεονάρντο ήταν το «Μηδέν» («il nulla»). Πολλές σκέψεις του
γύρω από το «Μηδέν» υπάρχουν στον «Codex Atlanticus». Αλλά η πιο χαρακτηριστική βρίσκεται αλλού. Στα
χειρόγραφα («Codex Arundal»)
του Βρετανικού Μουσείου […] διαβάζουμε τη φράση «Μεταξύ των μεγάλων πραγμάτων που είναι ανάμεσά μας, το Είναι του
Μηδενός κατέχει τα πρωτεία».
Ας παραθέσουμε μια φράση ακόμα
του Λεονάρντο που είναι από τους ωραιότερες στην παγκόσμια λογοτεχνία. Στο
χειρόγραφο του που έχει αντικείμενο την πτήση των πουλιών και που αποτελεί τον
μικρό Κώδικα της Βασιλικής Βιβλιοθήκης του Τουρίνου, διαβάζουμε: «Το ψέμα είναι τόσο κακό που, κι’ αν μιλάει
καλά για θεία πράγματα, αφαιρεί κάτι από τη χάρη του Θεού και η αλήθεια τόσο
ωραία που, κι’ όταν εγκωμιάζει τα μικρά πράγματα, τα εξευγενίζει».
Και τώρα θα πάμε σ’ έναν άλλο
χώρο, όπου κινήθηκε το πνεύμα του Λεονάρντο. Θα πάμε στο χώρο των οραματισμών
του. […]
Στο Μιλάνο, φεύγοντας πρώτη φορά
από τη Φλωρεντία, πήγε ο Λεονάρντο σε ηλικία τριάντα ετών. Εκεί, «όπου έφθασε
ήδη ως σημαντικός καλλιτέχνης», έγινε – λέει ο Γιόζεφ Γκάντνερ «Τα οράματα του
Λεονάρντο για τον Κατακλυσμό και για τη Συντέλεια του Κόσμου (Ιστορία μιας
καλλιτεχνικής Ιδέας)» - «όχι μόνο μέγας λόγιος αλλά και μέγας ποιητής». […] Η
ποιητική, ειδικότερα, διάθεση του Λεονάρντο βρήκε τη διέξοδό της και σε μικρούς
(διδακτικούς) μύθους που έγραψε, καθώς και σε προφητικές φαντασίες. Αλλά τη μεγάλη ποίησή του τη βρίσκουμε
συνυφασμένη με τη διαμομή του (την πρώτη και τη δεύτερη) στο Μιλάνο και,
ειδικότερα, με την έμπνευσή που γέννησε
μέσα του το πρόβλημα και το όραμα του ύδατος. […]
Τα οράματα του Λεονάρντο για τη συντέλεια του κόσμου […] συνδέονται προπάντων με τη φοβερή δύναμη
του ύδατος, όχι όμως και αποκλειστικά μ’ αυτήν. Σ’ ορισμένα του χειρόγραφα
παραχωρεί και στο «πυρ» το δικαίωμα
να καταστρέψει τη Γη. Υπάρχουν δύο συλλήψεις της φοβερής αυτής προφητείας. Η
μία βρίσκεται στον «Condex Arundel»
και ανάγεται στην περίοδο της πρώτης διαμονής του στο Μιλάνο. Όταν το «στοιχείο
του ύδατος» βυθιστεί πολύ ανάμεσα στις όχθες των ποταμών και ανάμεσα στις ακτές
των θαλασσών – έτσι που η γη (το στερεό έδαφος) θάχει υψωθεί όλο και
περισσότερο –, η πυκνότητα του αέρα, που περιβάλλει τη Γη και παρεμβάλλεται ανάμεσα
στο ύδωρ και στο «στοιχείο του πυρός», θα μειωθεί. Και θα ξεριζωθεί λίγο – λίγο
η Γη. Θα φθάσει η στιγμή που ο αέρας θα λείψει πέρα για πέρα και η Γη θα παραδοθεί
στο στοιχείο του πυρός. Τότε, η επιφάνειά της θα γίνει στάχτη, «κι’ αυτό θάναι
το τέλος της γήινης φύσης». Στον «Codex Atlanticus» βρίσκουμε άλλες προφητείες που μιλούν ειδικότερα για
την αυτοκαταστροφή του ανθρώπινου γένους, χωρίς να φταίει το πυρ ή το ύδωρ και
χωρίς να καταστραφεί η ίδια η Γη. Σε μιαν από τις προφητείες αυτές, λέει ότι θα
δούμε «animali» επάνω
στη Γη (πρόκειται για ανθρώπινα όντα) που η κακία τους δε θάχει όρια. Θα
σκοτώνονται μεταξύ τους, αλλά και θα ξεριζώνουν με τα ισχυρά τους χέρια τα
δάση. Ο θάνατος, ο πόνος, ο τρόμος, η φυγή θάναι η μοίρα όλων εκείνων των
πλασμάτων που θα βρίσκονται μπροστά τους. Θα φθάσουν μάλιστα οι ισχυροί και
κακοί αυτοί άνθρωποι, από «άμετρη υπεροψία» στο σημείο ν’ αποφασίσουν ν’
ανυψωθούν ως τον ουρανό, «αλλά το μεγάλο βάρος των μελών τους θα τους κρατήσει
χαμηλά». Και τελειώνει το κομμάτι αυτό της προφητείας του - που είναι μια
συγκλονιστική προειδοποίηση για όσα πάει ο άνθρωπος να κάμει στον δικό μας
αιώνα – με μιαν έκκληση: «Ω Γη, γιατί δεν ανοίγεις στα δύο τον εαυτό στο; Γιατί
δεν τους γκρεμίζεις μέσ’ στις υψηλές ρωγμές των μεγάλων βαράθρων και σπηλαίων
σου, για να μη δείχνεις πια στον ουρανό ένα τόσο άσπλαχνο και αποτρόπαιο
τέρας»;
Το πυρ ως αιτία της καταστροφής
της Γης το είδε ο Λεονάρντο μόνο σ’ ελάχιστες στιγμές των οραματισμών του. Το «ύδωρ» ήταν γι’ αυτόν, το ισχυρότερο
στοιχείο της καταστροφής. Ο άνθρωπος που – γύρω στο 1500 – αμφισβήτησε όσα
διδάσκει η «Γένεσις», […] οραματίσθηκε τον «Κατακλυσμό» που θα σημειωθεί στο
μέλλον. Έτσι, το Μύθο τον έκαμε Προφητεία, το βαθύ παρελθόν της ανθρωπότητας
τόκαμε βαρύ μέλλον, το μέγα δίδαγμα της Παλαιάς Διαθήκης φοβερό προμήνυμα, τον Κατακλυσμού
με τη σωτήρια Κιβωτό έναν τελεσίδικο Κατακλυσμό δίχως Κιβωτό και χωρίς τον Νώε.
Τα χειρόγραφα του Λεονάρντο που
πραγματεύονται τη συντέλεια του ανθρώπινου γένους (ή και της ίδιας της Γης) με
τον Κατακλυσμό, είναι πολλά. Αλλά είναι προηγούμενα από την περιγραφή της
τοπικής θεομηνίας που σημειώθηκε στην Αρμενία, και άλλα είναι μεταγενέστερα.
[…]
Την τοπικά περιορισμένη
καταστροφή της Αρμενίας με ποια μάτια του την είδε ο Λεονάρντο; Την είδε, τάχα, στ’ όνειρό του ή
με τα μάτια της φαντασίας; Μήπως την είδε, μάλιστα με τα φυσικά του μάτια ως
πραγματικός «αυτόπτης μάρτυρας»; […] Είτε είδε με τα ίδια τα μάτια του
την οροσειρά του Ταύρου, είτε όχι, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι μας χάρισε, με τις
σελίδες για την καταστροφή στην Αρμενία έξοχα περιγραφικά αποσπάσματα για το
όρος του Ταύρου και, γενικότερα, για την περιοχή εκείνη της Μικράς Ασίας (είχε
σχεδιάσει κ’ ένα χάρτη της περιοχής), καθώς και τη δραματικώτατη αφήγηση της
θεομηνίας. Ο Λεονάρντο είχε σκοπό να εκταθεί συστηματικά στο θέμα τούτο, να
γράψει ολόκληρο βιβλίο. […]
Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Ιστορία
του Ευρωπαϊκού Πνεύματος
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ:
Δ. ΓΙΑΛΛΕΛΗΣ, 1998, τόμος II, σελ. 421-427)