«Μια φράση, που τη συναντάμε στους αρχαίους
συγγραφείς, λέει πως οι άνθρωποι μέσα
στο κακό θλίβονται και το καλό το βαριούνται, και από τα δύο τούτα πάθη
γεννιούνται τα ίδια αποτελέσματα. Βλέπεις, όποτε δεν έχουνε οι άνθρωποι να
πολεμήσουνε από ανάγκη, τότε πιάνουνε τον πόλεμο από φιλοδοξία, που’ ναι τόσο
δυνατή μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, που αυτός όσο ψηλά κι αν ανεβεί, ποτέ δεν
την απαρατάει. Ο λόγος είναι πως η φύση
έφτιαξε τους ανθρώπους να μπορούν όλα να τα λαχταράνε μα όχι κι όλα να τα
πετυχαίνουνε· κι έτσι, αφού η
λαχτάρα είναι πιο τρανή από το πόσο μπορείς να καταχτήσεις, γεννιέται η
δυσαρέσκεια με τα όσα κατέχεις και λίγη χαρά σου δίνουν. Αυτό φέρνει και την αλλαγή της τύχης των
ανθρώπων». (Μακιαβέλι, Διατριβές, Βιβλίο
Ι, Κεφ. 37)
«… γι’ αυτό κι οι άνθρωποι, που ζούνε
είτε σε μεγάλη στενοχώρια είτε σε μεγάλη ευτυχία, αξίζουμε λιγότερα παινέματα,
ή λιγότερη κατηγόρια. Γιατί τις πιο πολλές φορές θα ιδείς πως στην καταστροφή ή
στη μεγαλοσύνη τους έφερε κάποια συντυχία που δίνουνε οι ουρανοί, είτε
χαρίζοντας την ευκαιρία να ενεργήσεις μ’ αξιοσύνη είτε αφαιρώντας τη.
»Όταν η τύχη θέλει να κάμει μεγάλα πράματα
διαλέγει έναν άνδρα με τέτοιο μυαλό και τέτοιαν αξιοσύνη, που να οσφραίνεται
όσες ευκαιρίες του δίνει του λόγου της. Το ίδιο πάλι, όταν θέλει να φέρει
μεγάλες καταστροφές, φέρνει στην κορυφή ανθρώπους που βοηθούνε στην καταστροφή.
Κι όταν βρεθεί και κανένας που μπορεί ν’ αντισταθεί, ή τον σκοτώνει ή του
στερεί τη δυνατότητα να πράξει κάτι καλό». (Διατριβές, Βιβλίο ΙΙ, Κεφ. 29)
Αυτή
η αντίληψη για την τύχη ταιριάζει πολύ με την ιδέα ότι ο πολιτικός άνθρωπος του
τύπου του κυβερνήτη γνωρίζει πώς να προσαρμόζεται στις εποχές. Η τύχη δεν μπορεί να κατανικηθεί, αλλά
μπορεί να αξιοποιηθεί έτσι ώστε να παράγεται ωφέλιμο αποτέλεσμα.
«Ξανατονίζω λοιπόν πως είναι αληθινότατο αυτό
που μας δείχνει κι ολάκερη η ιστορία, πως οι άνθρωποι μπορούνε να σιγοντάρουνε
την τύχη, μα όχι και να της εναντιωθούνε· μπορούνε μονάχα να υφάνουνε στο
στημόνι της, μα όχι και να το σπάσουνε. Όμως δεν πρέπει για τούτο ποτέ ν’
αφήνονται οι άνθρωποι στην απραξία· γιατί, αφού δεν ξέρουνε τους σκοπούς
της τύχης, που πάει από δρόμους λοξούς κι άγνωστους, πρέπει πάντα να ελπίζουνε,
και, έχοντας την ελπίδα, να μην κάθονται με σταυρωμένα χέρια, σ’ όποια μοίρα
και σ’ όποιαν αναποδιά κι αν βρίσκονται». (Διατριβές, Βιβλίο ΙΙ, Κεφ. 29)
Πέραν
αυτής της προσαρμογής στα κελεύσματα των καιρών (σήμερα θα μπορούσαμε να την
αποκαλέσουμε «οπορτουνισμό») οι άνθρωποι
και τα κράτη θα είχαν μεγάλη τύχη όταν επιδεικνύουν virtue, όταν είναι σταθεροί, τολμηροί, γρήγοροι στη λήψη
αποφάσεων και όχι αναποφάσιστοι, δειλοί και άτολμοι.
«Σε όλες τις διαβουλεύσεις, το καλύτερο είναι να φτάνουμε αμέσως στην
ουσία και να φέρουμε τα πράγματα σε κάποιο αποτέλεσμα, χωρίς μεγάλο
δισταγμό και αναβλητικότητα … το
ελάττωμα όλων των αδυνάμων και μη προνοητικών ηγεμόνων και κυβερνήσεων είναι
ότι αποφασίζουν αργά και κοπιαστικά, όπως επίσης ότι δείχνουν αβεβαιότητα στα συμβούλιά τους, πράγμα που είναι εξίσου
επικίνδυνο …» (Διατριβές, Βιβλίο
ΙΙ, Κεφ. 15)
(ΚΕΔΡΟΣ, 2009, σελ. 89-91)