Κίνητρα
Ο Εμμανουήλ Καντ έβρισκε ενδιαφέρον το ερώτημα «Τι
είναι ηθική πράξη;». Η απάντηση που έδωσε έχει παίξει σημαντικότατο ρόλο στη
φιλοσοφία. Εδώ θα δώσω σε γενικές γραμμές τα κυριότερα χαρακτηριστικά της.
Ο Καντ
πίστευε ξεκάθαρα ότι ηθική πράξη είναι μια πράξη που πηγάζει από μια αίσθηση
του καθήκοντος
και όχι από προδιάθεση ή το συναίσθημα ή από την πιθανότητα κάποιου κέρδους για
το άτομο που πράττει ηθικά. Αν λοιπόν, για παράδειγιια, δίνω χρήματα σε
φιλανθρωπικές οργανώσεις επειδή νιώθω μια βαθιά συμπόνια για τους πάσχοντες,
τότε, σύμφωνα με την άποψη του Καντ, η πράξη μου δεν είναι απαραίτητα ηθική: Αν
η πράξη μου πηγάζει αποκλειστικά από αισθήματα συμπόνιας και όχι από την
αίσθηση του καθήκοντος, τότε η πράξη μου δεν είναι ηθική. Ή διαφορετικά, αν
δίνω χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς επειδή πιστεύω ότι έτσι θα γίνω πιο
αγαπητός στους φίλους μου, τότε και πάλι δεν πράττω ηθικά, αλλά επιδιώκω να
κερδίσω κοινωνικό κύρος.
Για τον Καντ
λοιπόν το κίνητρο μιας πράξης ήταν πολύ σημαντικότερο από την ίδια την πράξη
και τις συνέπειες της.
Πίστευε ότι για να καταλάβεις αν η πράξη
κάποιου ανθρώπου είναι ηθική ή όχι, πρέπει να γνωρίζεις ποια ήταν η πρόθεσή του.
Δεν αρκεί να ξέρεις απλώς αν ο καλός Σαμαρείτης βοήθησε τον πάσχοντα ή όχι. Ο
Σαμαρείτης μπορεί να λειτούργησε ιδιοτελώς, να περίμενε κάποια αμοιβή για τον
κόπο του. Ή διαφορετικά, μπορεί να το έκανε μόνον επειδή ένιωσε να τον ωθεί η
συμπόνια. Αυτό σημαίνει ότι η πράξη του είχε συναισθηματικά κίνητρα και δεν
πήγαζε από αίσθηση του καθήκοντος.
Οι περισσότεροι ηθικοί φιλόσοφοι θα συμφωνούσαν με
τον Καντ ότι η ιδιοτέλεια δεν αποτελεί ορθό κίνητρο μιας ηθικής πράξης. Πολλοί
όμως θα διαφωνούσαν με τον ισχυρισμό του ότι το να βιώνει κάποιος ένα
συναίσθημα σαν τη συμπόνια επηρεάζει την ηθική αποτίμηση των πράξεών του. Για τον Καντ, ωστόσο, το μοναδικό αποδεκτό κίνητρο μιας ηθικής
πράξης ήταν η αίσθηση του καθήκοντος.
Ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Καντ επικεντρωνόταν περισσότερο στα
κίνητρα των πράξεων παρά στις συνέπειές τους είναι επειδή πίστευε ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να είναι ηθικοί. Εφόσον
μπορούμε λογικά να θεωρηθούμε ηθικά υπεύθυνοι μόνο για πράγματα πάνω στα οποία
έχουμε κάποιον έλεγχο ή, όπως το έθετε ο ίδιος, «πρέπει σημαίνει και μπορώ» και
επειδή οι συνέπειες των πράξεων ξεφεύγουν συχνά από τον έλεγχό μας, οι
συνέπειες αυτές δεν μπορεί να καθορίζουν την ηθική. Για παράδειγμα, αν, σύμφωνα
με την αίσθηση του καθήκοντος που έχω, προσπαθήσω να σώσω ένα παιδί που
πνίγεται, αλλά κατά λάθος πνίξω το παιδί, η πράξη μου δεν θα πάψει να θεωρείται
ηθική, εφόσον τα κίνητρά μου ήταν τα σωστά: οι συνέπειες της πράξης μου θα ήταν
σ' αυτή την περίπτωση τραγικές, αλλά δεν θα επηρέαζαν την ηθική αξία αυτού που
έκανα.
Κατ' αναλογία, αφού δεν έχουμε απαραίτητα τον
απόλυτο έλεγχο των συναισθηματικών μας αντιδράσεων, ούτε κι αυτές μπορεί να
παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ηθική.
Αν θεωρήσουμε
ότι ηθική διαθέτουν όλα τα συνειδητά ανθρώπινα όντα, τότε, πίστευε ο Καντ, αυτή
πρέπει να βασίζεται ολοκληρωτικά στη θέληση και συγκεκριμένα στην αίσθηση του
καθήκοντος του καθενός.
Αξιώματα
Ο Καντ όρισε την πρόθεση που κρύβεται πίσω από
οποιαδήποτε πράξη ως αξίωμα.
Αξίωμα είναι η γενική αρχή που υποκινεί την πράξη.
Για παράδειγμα, ο καλός Σαμαρείτης μπορεί να ακολούθησε το αξίωμα «Να βοηθάς
πάντα τους πάσχοντες, αν περιμένεις πως θα αμειφθείς για τους κόπους σου». Ή
μπορεί να ακολούθησε το αξίωμα «Να βοηθάς πάντα τους πάσχοντες, αν νιώσεις
συμπόνια». Αν όμως η συμπεριφορά του καλού Σαμαρείτη ήταν ηθική, τότε μάλλον θα
ακολούθησε το αξίωμα «Να βοηθάς πάντα τους πάσχοντες, γιατί είναι καθήκον σου
να το κάνεις».
Η Κατηγορηματική Επιταγή
Ο Καντ
πίστευε ότι ως λογικοί άνθρωποι έχουμε ορισμένα καθήκοντα. Αυτά τα καθήκοντα είναι
κατηγορηματικά: με άλλα λόγια, είναι απόλυτα και ρητά καθήκοντα όπως το «Πρέπει
πάντοτε να λες την αλήθεια» ή «Δεν πρέπει ποτέ να σκοτώνεις». Τα καθήκοντα αυτά ισχύουν, όποιες κι αν
είναι οι συνέπειες της υπακοής σ' αυτά. Ο Καντ θεωρούσε την ηθική ένα σύστημα από κατηγορηματικές επιταγές: προσταγές
σύμφωνα με τις οποίες έπρεπε ο καθένας να δρα με συγκεκριμένο τρόπο.
Αντιπαρέθεσε τα κατηγορηματικά καθήκοντα με τα υποθετικά καθήκοντα. Το
υποθετικό καθήκον είναι κάτι σαν το εξής: «Αν θέλεις να σε σέβονται, τότε
πρέπει να λες πάντοτε την αλήθεια» ή «Αν θέλεις ν' αποφύγεις τη φυλακή, τότε πρέπει
να μην κάνεις ποτέ φόνο». Τα υποθετικά καθήκοντα σου λένε τι πρέπει και τι δεν
πρέπει να κάνεις προκειμένου να επιτύχεις ή ν' αποφύγεις κάτι. Πίστευε ότι υπάρχει μία μόνο Κατηγορηματική
Επιταγή: «Να πράττεις μόνο σύμφωνα
με αξιώματα που θα ήθελες ταυτόχρονα να ισχύουν ως οικουμενικοί νόμοι». Με
άλλα λόγια, να πράττεις μόνο σύμφωνα με
αξιώματα που θα ήθελες να εφαρμόζουν όλοι. Αυτή η αρχή είναι γνωστή ως αρχή
της οικουμενικοποιησιμότητας.
Αν και έχει δώσει αρκετές διαφορετικές εκδοχές της
Κατηγορηματικής Επιταγής, αυτή είναι η σημαντικότερη απ' όλες και έχει ασκήσει
τεράστια επιρροή. Θα την εξετάσουμε λεπτομερέστερα πιο κάτω.
Οικουμενικοποιησιμότητα
Ο Καντ
πίστευε ότι, για να είναι μια πράξη ηθική, το αξίωμα που την υποκινεί θα πρέπει
να μπορεί να γενικευτεί απόλυτα. Θα πρέπει να είναι ένα αξίωμα που να ισχύει για
όλους τους άλλους κάτω από παρόμοιες συνθήκες. Δεν πρέπει να εξαιρέσετε τον
εαυτό σας και πρέπει να είστε αμερόληπτοι. Αν λοιπόν, για παράδειγμα, κλέβατε
ένα βιβλίο ακολουθώντας το αξίωμα «Να κλέβεις πάντα, όταν είσαι πολύ φτωχός και
δεν μπορείς ν' αγοράσεις αυτό που θέλεις», τότε, για να είναι η πράξη σας
ηθική, αυτό το αξίωμα θα έπρεπε να μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιονδήποτε βρεθεί
στη δική σας θέση.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι αν οποιοδήποτε αξίωμα
μπορεί να γενικευθεί αποτελεί γι' αυτό το λόγο ηθικό αξίωμα. Είναι προφανές ότι
πολλά τετριμμένα αξιώματα, όπως το «Πάντα να βγάζεις τη γλώσσα σου σε ανθρώπους
πιο ψηλούς από σένα», θα μπορούσαν εύκολα να γενικευθούν, παρ' όλο που έχουν
ελάχιστη ή και καμιά σχέση με την ηθική. Ορισμένα άλλα γενικεύσιμα αξιώματα,
όπως αυτό που αφορά την κλοπή και που χρησιμοποίησα στην προηγούμενη παράγραφο,
μπορεί ακόμα και να θεωρηθούν ανήθικα.
Αυτή η ιδέα
της οικουμενικοποιησιμότητας είναι μια εκδοχή του λεγόμενου Χρυσού Κανόνα του
Χριστιανισμού «Πάντα όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθροοποι, ούτω και
υμείς ποιείτε αυτοίς». Κάποιος που πράττει σύμφωνα με το αξίωμα «Γίνε παράσιτο,
να ζεις πάντα εις βάρος των άλλων» δεν θα δρούσε ηθικά, εφόσον το αξίωμα θα ήταν
αδύνατο να γενικευθεί. Θα προκαλούσε την ερώτηση «Τι θα γινόταν, αν το έκαναν
όλοι αυτό:» Και αν όλοι ήταν παράσιτα, τότε δεν θα έμενε κανείς που να μπορούν
εις βάρος του να επιβιώσουν ως παράσιτα. Το αξίωμα δεν συμφωνεί με τη γενίκευση
του Καντ. άρα δεν μπορεί να είναι ηθικό.
Από την άλλη πλευρά, μπορούμε εύκολα να
γενικεύσουμε το αξίωμα «Μη βασανίζεις ποτέ μωρά». Είναι σίγουρα εφικτό και
επιθυμητό να ακολουθήσουν όλοι αυτό το αξίωμα, παρ' όλο που δεν είναι
υποχρεωμένοι. Όσοι το παραβαίνουν και βασανίζουν μωρά κάνουν μια πράξη ανήθικη.
Με τέτοια αξιώματα η ιδέα της
οικουμενικοποιησιμότητας του Καντ είναι προφανές ότι δίνει μια απάντηση που
αντιστοιχεί στον τρόπο με τον οποίο οι περισσότεροι άνθρωποι αντιμετωπίζουν
διαισθητικά τις αδιαμφισβήτητες παραδοχές τους για το τι είναι σωστό και τι
λάθος.
Μέσα και σκοποί
Άλλη μια
εκδοχή της Κατηγορηματικής Επιταγής του Καντ είναι η εξής: «Η συμπεριφορά σου προς τους άλλους ανθρώπους
να αποτελεί αυτοσκοπό και όχι μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού». Αυτός
είναι ένας άλλος τρόπος για να πει κανείς ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε τους
ανθρώπους, αλλά πρέπει πάντοτε ν' αναγνωρίζουμε την αξία της ανθρώπινης φύσης
τους. Το γεγονός, δηλαδή, ότι είναι άτομα με ιδιαίτερη βούληση και επιθυμίες.
Αν κάποιος σας φέρεται ευγενικά επειδή ξέρει ότι μπορεί να τον προσλάβετε στη
δουλειά σας, τότε σας αντιμετωπίζει ως μέσο για την επίτευξη κάποιου σκοπού και
η ευγένεια δεν είναι γι' αυτόν αυτοσκοπός. Αν βέβαια κάποιος είναι ευγενικός
μαζί σας επειδή τυχαίνει να σας συμπαθεί, αυτό δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με
την ηθική.
Κριτική της
ηθικής του Καντ
Είναι κενή
Η ηθική
θεωρία του Καντ
και ιδιαίτερα η ιδέα του για τη γενίκευση των ηθικών αντιλήψεων έχει μερικές
φορές κατηγορηθεί ότι είναι κενή. Αυτό σημαίνει ότι η θεωρία του παρέχει απλώς
ένα γενικό πλαίσιο που παρουσιάζει τη δομή των ηθικών αντιλήψεων, χωρίς να
παρέχει οποιαδήποτε βοήθεια σε όσους αντιμετωπίζουν κάποιο πραγματικό ηθικό
δίλημμα και πρέπει να πάρουν αποφάσεις. Δεν
βοηθά ιδιαίτερα τους ανθρώπους που προσπαθούν ν' αποφασίσουν τι πρέπει να
κάνουν.
Αυτή η κριτική αγνοεί την εκδοχή της
Κατηγορηματικής Επιταγής που προτρέπει «ο τρόπος με τον οποίο φερόμαστε στους
ανθρώπους να αποτελεί αυτοσκοπό και ποτέ μέσο». Μ' αυτή τη διατύπωση ο Καντ
σίγουρα προσδίδει και περιεχόμενο στην ηθική του θεωρία. Ακόμα όμως και με το
συνδυασμό της θέσης της οικουμενικοποιησιμότητας και της διατύπωσης του σκοπού
και του μέσου, η θεωρία του Καντ δεν
καταφέρνει να προσφέρει ικανοποιητικές λύσεις σε πολλά ηθικά ζητήματα.
Για παράδειγμα, η θεωρία του Καντ δεν μπορεί εύκολα
ν' αντεπεξέλθει στην περίπτωση της σύγκρουσης καθηκόντων. Αν, ας πούμε, έχω
καθήκον να λέω πάντα την αλήθεια και επίσης έχω καθήκον να προστατεύω τους
φίλους μου, η θεωρία του Καντ δεν θα μπορούσε να μου υποδείξει τι να κάνω σε
περίπτωση που τα δύο αυτά καθήκοντα έρθουν σε σύγκρουση. Αν κάποιος παρανοϊκός
μ' ένα τσεκούρι στο χέρι με ρωτούσε πού βρίσκεται ο φίλος μου, η πρώτη μου
ενστικτώδης αντίδραση θα ήταν να του πω ψέματα. Λέγοντας την αλήθεια θα
αμελούσα το καθήκον που έχω να προστατέψω το φίλο μου. Από την άλλη μεριά όμως,
σύμφωνα με τον Καντ, το να πω ψέματα, ακόμα και σε μια τέτοια ακραία κατάσταση,
αποτελεί ανήθικη πράξη: είναι απόλυτο καθήκον μου να μη λέω ποτέ ψέματα.
Οικουμενικοποιήσιμες ανήθικες πράξεις
Μια ακόμα αδυναμία
που έχει
αναφερθεί από ορισμένους ανθρώπους σχετικά με τη θεωρία του Καντ είναι ότι δείχνει να επιτρέπει ορισμένες
εμφανώς ανήθικες πράξεις. Για παράδειγμα, φαίνεται ότι το αξίωμα «Να
σκοτώνεις όποιον σου δημιουργεί εμπόδια» θα μπορούσε πολύ λογικά να γενικευθεί.
Κι όμως, ένα τέτοιο αξίωμα είναι ξεκάθαρα ανήθικο.
Αυτού του
είδους όμως η κριτική αποτυγχάνει ως κριτική της θεωρίας του Καντ: αγνοεί την εκδοχή της Κατηγορηματικής Επιταγής για το σκοπό και το μέσο,
στην οποία προφανώς αντιβαίνει. Όταν σκοτώνεις κάποιον που σου δημιουργεί
εμπόδια, έχεις παραλείψει να υπολογίσεις το δικό του συμφέρον.
Αβάσιμες θέσεις
Παρ' όλο που η
θεωρία του Καντ στο μεγαλύτερο μέρος της είναι βάσιμη ιδιαίτερα ως προς την
ιδέα του σεβασμού προς τα συμφέροντα των άλλων παρουσιάζει πράγματι ορισμένες αβάσιμες θέσεις.
Πρώτον, δείχνει
να δικαιολογεί κάποιες παράλογες πράξεις, όπως το να πεις σ' έναν παρανοϊκό
μ' ένα τσεκούρι πού βρίσκεται ο φίλος σου, αντί να τον παραπλανήσεις λέγοντάς
του ψέματα.
Δεύτερον, η θεωρία δείχνει να υποβιβάζει το ρόλο συναισθημάτων όπως η συμπόνια, η
συμπάθεια και ο οίκτος. Ο Καντ απορρίπτει αυτά τα συναισθήματα ως άσχετα με
την ηθική. Το μοναδικό ορθό κίνητρο μιας ηθικής πράξης είναι η αίσθηση του
καθήκοντος. Το να νιώθει κανείς συμπόνια για κάποιον που πάσχει μπορεί σύμφωνα
με κάποιο σκεπτικό να θεωρείται αξιέπαινη στάση, αλλά για τον Καντ δεν έχει
καμία σχέση με την ηθική. Αντιθέτως, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι σαφώς
υπάρχουν ηθικά συναισθήματα, όπως η συμπόνια, η συμπάθεια, οι ενοχές και οι τύψεις
και όταν τα διαχωρίζει κανείς από την ηθική, πράγμα που προσπάθησε να κάνει ο
Καντ, παραβλέπει μία ουσιαστική πτυχή της ηθικής συμπεριφοράς.
Τρίτον, η θεωρία δεν λαμβάνει υπόψη της τις συνέπειες των πράξεων. Αυτό σημαίνει ότι
κάποιοι καλοπροαίρετοι ηλίθιοι που προκαλούν άθελά τους, από ανικανότητα για
παράδειγμα, πολυάριθμους θανάτους και τους δικαιολογούν με κάποιο δικό τους
σκεπτικό, σύμφωνα με τη θεωρία του Καντ μπορεί να θεωρηθούν ηθικά άμεμπτοι. Θα
κριθούν κυρίως για τις προθέσεις τους. Σε μερικές περιπτώσεις όμως τα
αποτελέσματα των πράξεων φαίνεται να σχετίζονται άμεσα με την αποτίμηση της
ηθικής τους αξίας. Σκεφτείτε πώς θα νιώθατε για την καλοπροαίρετη οικιακή βοηθό
που θα προσπαθούσε να στεγνώσει τη γάτα σας στο φούρνο των μικροκυμάτων. Για να
μην αδικούμε ωστόσο τον Καντ, υπάρχουν ορισμένα είδη ανικανότητας που τα θεωρεί
επιλήψιμα.
Όσοι βρίσκουν πειστικές αυτές τις τελευταίες
επικρίσεις των δεοντολογικών θεωριών, είναι πολύ πιθανό να τους προσελκύσει μια
άλλη ηθική θεωρία που είναι γνωστή ως θεωρία των συνεπειών.
Θεωρία των
συνεπειών
Ο όρος «συνεπειοκρατία» χρησιμοποιείται για την
περιγραφή θεωριών που κρίνουν το αν μια πράξη είναι σωστή ή λανθασμένη όχι από
τις προθέσεις του ατόμου που πράττει, αλλά κυρίως από τις επιπτώσεις της πράξης
του. Ενώ ο Καντ θα έλεγε ότι το ψέμα
είναι πάντοτε ηθικά λανθασμένο, όποια κι αν είναι τα πιθανά οφέλη που
μπορεί να προκύψουν, ένας υποστηρικτής
της θεωρίας των συνεπειών θα έκρινε το ψέμα από τις επιπτώσεις που θα είχε ή
τις επιπτώσεις που περιμένει κανείς να έχει.
Nigel Warburton, Φιλοσοφία: Τα βασικά ζητήματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου